Αυξάνονται οι «φτωχοί εργαζόμενοι» - Τι δείχνουν οι ΑΠΔ του ΕΦΚΑ
Διαπιστώνεται αύξηση των ευέλικτων μορφών εργασίας
Ένας στους τρεις εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, λαμβάνει μισθό που δεν υπερβαίνει τα… 373 ευρώ το μήνα, δηλαδή είναι μικρότερος, ακόμα και από τα 400 ευρώ του επιδόματος ανεργίας! Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (ΑΠΔ), που υποβάλλονται σε μηνιαία βάση, από τις επιχειρήσεις στον ΕΦΚΑ.
Με δεδομένο ότι την ίδια στιγμή, οι τιμές των προϊόντων συνεχίζουν να κινούνται ανοδικά (+4,8% ο πληθωρισμός τον Νοέμβριο), γίνεται σαφές ότι η πίεση που ασκείται στα νοικοκυριά, ολοένα και αυξάνεται. Έτσι εξηγείται απόλυτα, η πρόταση που έχει κατατεθεί από τους επιστημονικούς συνεργάτες της ΓΣΕΕ, για να προχωρήσει η κυβέρνηση σε αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία να έχει αναδρομική ισχύ και να εκκινήσει από τον Σεπτέμβριο του 2021. Επίσης, ζητούν η όποια νέα αύξηση των κατώτατων αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα, να επισπευστεί.
Ακριβέστερα, όπως προκύπτει από την επεξεργασία των τελευταίων διαθέσιμων ΑΠΔ ένας στους τρεις εργαζόμενους λαμβάνει μισθό 435 ευρώ μεικτά. Άρα, οι καθαρές μηνιαίες αποδοχές δεν ξεπερνούν τα 373 ευρώ. Πρόκειται για το μέσο μισθό με όρους μερικής απασχόλησης.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι διαπιστώνεται αύξηση των ευέλικτων μορφών εργασίας. Σε σύνολο 2.244.000 ασφαλισμένων, περίπου 1.600.000 εργάζονται με πλήρη απασχόληση, ενώ σχεδόν 659.000 απασχολούνται με ευέλικτες μορφές εργασίας.
Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση επί του θέματος της Ένωσης για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕΝ.ΥΠ.Ε.Κ.Κ.), που κάνει λόγο για «πρωτοφανή έκρηξη του αριθμού των φτωχών εργαζομένων».
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση έχει ήδη εξαγγείλει την αύξηση «φιλοδώρημα» κατά 2% στον κατώτατο μισθό, από τα 650 ευρώ, που είναι σήμερα, στα 663 ευρώ, μικτές αποδοχές. Μια αύξηση που θα τεθεί σε ισχύ την 1.1.2022 και θα επηρεάσει περίπου 700.000 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Παράλληλα φαίνεται ότι θα εκκινήσει την ίδια χρονική περίοδο, η συζήτηση – διαπραγμάτευση για τυχόν περαιτέρω αύξηση, εντός του επόμενου έτους. Μια διαδικασία όμως, που είναι πολύμηνη και δύσκολα θα ολοκληρωθεί πριν από τη συμπλήρωση του α’ εξαμήνου της νέας χρονιάς.