Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Ζηναίδα, Φιλονίλλα, Αρσάκιος, Σισίνιος
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Παρασκευή 11 Οκτωβρίου, είναι του Φιλίππου εκ των επτά διακόνων του εν Τράλλεσιν, των Οσίων Ζηναΐδος και Φιλονίλλης.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Ζηναίδα, Φιλονίλλα, Αρσάκιος, Σισίνιος.
Οι Άγιοι:
Άγιος Φίλιππος ο Απόστολος ένας από τους επτά Διακόνους
Ὧν περ διηκόνησας ἐν γῇ πραγμάτων, Ἐν οὐρανοῖς Φίλιππε μισθὸν λαμβάνεις.
Λειτουργὸς λάβε μισθὸν ἐν ἑνδεκάτῃ γε Φίλιππος.
Ο Άγιος Φίλιππος καταγόταν από την Καισαρεία της Παλαιστίνης και ήταν διάκονος μεταξύ των επτά διακόνων της πρώτης Εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ (Πράξ. στ’). Επίσης, ήταν έγγαμος και είχε τέσσερις θυγατέρες, προικισμένες με προφητικό χάρισμα (Πράξ. Κα’ 8-9). Ο Φίλιππος, όμως, δε στάθηκε μόνο στην Ιερουσαλήμ. Πήγε στη Σαμάρεια και κήρυξε το Ευαγγέλιο, σαν γνήσιος και αυτός «Ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ πίστιν ἐκλεκτῶν Θεοῦ καὶ ἐπὶ γνῶσιν ἀληθείας τῆς κατ’ εὐσέβειαν» (Προς Τίτον, α’ 1). Δηλαδή απόστολος του Ιησού Χριστού για να διδάξει μεταξύ εκείνων που εξέλεξε ο Θεός, την πίστη και την επίγνωση της αλήθειας, που οδηγεί στην ευσέβεια. Εκεί στη Σαμάρεια, δια του κηρύγματός του βάπτισε χριστιανό και το Σίμωνα το μάγο. Έπειτα, ο Φίλιππος συνάντησε στο δρόμο του τον Ευνούχο της βασίλισσας Κανδάκης, και αφού τον κατήχησε, βάπτισε και αυτόν Χριστιανό. Κατόπιν, πήγε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας, όπου με τη διδασκαλία του έπεισε όλους σχεδόν τους κατοίκους της πόλης να πιστέψουν στο Χριστό. Ο Φίλιππος στην πόλη αυτή, αφού έκτισε και χριστιανικό ναό, παρέδωσε στο Θεό την ψυχή του.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’
Θείας χάριτος, πλήρης ὑπάρχων, διηκόνησας, τὴ Ἐκκλησία, ὡς Διάκονος Τοῦ Λόγου Ἀπόστολε, θεοσημείαις δὲ θείαις χρησάμενος, τῆς Σαμαρείας τὰ πλήθη κατηύγασας. Μάκαρ Φίλιππε, Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Αγίες Ζηναΐδα και Φιλονίλλα οι αδελφές
Εἰρηνικῶς ὕπνωσαν εἰρήνης φίλαι, Ἡ Φιλονίλλα Ζηναΐς τε αἱ δύο.
Οι Αγίες Ζηναΐδα και Φιλονίλλα ήταν αδελφές μεταξύ τους και διακρίθηκαν για την έμπρακτη πίστη τους. Η καταγωγή τους ήταν από την Ταρσό της Κιλικίας. Μερικοί συναξαριστές αναφέρουν ότι ήταν συγγενείς του Αποστόλου Παύλου, αλλά τα ονόματα τους δεν έχουν κάτι το Εβραϊκό και επομένως ο ισχυρισμός αυτός δεν έχει βάση. Βέβαιο όμως είναι, ότι ήταν γυναίκες που διακρίθηκαν για τη θερμή τους πίστη, ήταν πολύ μορφωμένες και γνώριζαν την ιατρική τέχνη που εξασκούσαν με τρόπο εντελώς φιλανθρωπικό και φιλάδελφο. θεράπευαν δηλαδή δωρεάν, και έτρεχαν αυτές στους ασθενείς και όχι το αντίθετο. Η θεραπευτική τους ικανότητα ενεργούσε πάντα με επιτυχία, ενισχυόμενη από τη Θεία Χάρη. Η παροχή των ιατρικών υπηρεσιών τους, τις βοηθούσε θαυμάσια στο να εργάζονται και για την πίστη. Κοντά σε κάθε άρρωστο και στην οικογένεια αυτού, γίνονταν διδασκάλισσες του Ευαγγελίου. Παρηγορούσαν και μαλάκωναν με τα λόγια τους και τους τρόπους της χριστιανικής αγάπης και ελπίδας, καρδιές τραυματισμένες από τις συμφορές της ζωής. Ευτύχησαν μάλιστα να φωτίσουν, αρκετούς απίστους στη χριστιανική ζωή. Κάποτε έφτασαν στην πόλη Δημητριάδα, όπου και διέμειναν σε ένα σπήλαιο. Κατά την διαμονή τους στο σπήλαιο αυτό η Ζηναΐδα θεράπευε από κάθε ἀσθένεια όσους προσέτρεχαν σε αυτήν για βοήθεια. Η Φιλονίλλα έκανε μακροχρόνιες νηστείες και πραγματοποίησε πολλές θαυματουργές θεραπείες και άλλα θαύματα. Και οι δυό Αγίες κοιμήθηκαν εν ειρήνη στο σπήλαιο.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’.
Τήν πολυθαύμαστον Ταρσόν τιμήσωμεν τήν ἐξανθήσασαν ἄνθη τά τίμια, τήν Ζηναΐδα τήν σοφήν καί Φιλονίλλαν. ἅμα δέ ἔχουσαι τῆς πίστεως τήν κρηπῖδα ἀσάλευτον, πᾶσαν τήν μυρίδα τῶν δαιμόνων κατήσχυναν. Διό καί σύν Ἀγγέλοις χορεύουσαι, ὑπέρ ἡμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.
Όσιος Θεοφάνης ο Γραπτός, ο Ομολογητής επίσκοπος Νίκαιας
Ὁ Γραπτὸς ἐν γῇ τὴν θέαν Θεοφάνης, Καὶ κλῆσίν ἐστιν ἐκθανὼν Γραπτὸς πόλῳ.
Ο Όσιος Θεοφάνης ήταν αδελφός του Θεοδώρου του Γραπτού (βλέπε 27 Δεκεμβρίου) και διακρινόταν για τη μάθηση των αγίων γραφών και της Ιερής θεολογίας, αλλά και για την ακριβή γνώση των αρχαίων Ελληνικών συγγραφών. Ο Θεοφάνης το 838 μ.Χ., έθαψε με μεγάλη λύπη τον αδελφό του Θεόδωρο, όταν αυτός πέθανε στην εξορία. Κατόπιν ο Θεοφάνης εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη. Όταν πέθανε ο εικονομάχος βασιλιάς Θεόφιλος, ανέλαβε τη διαχείριση της βασιλικής αρχής. Ο δε Πατριάρχης Μεθόδιος, έκανε τον Θεφάνη Μητροπολίτη Νικαίας. Επιτέλεσε τα ποιμαντικά του καθήκοντα με μεγάλη ακρίβεια και πέθανε ήσυχος με τη συνείδηση του, ότι εκπλήρωσε άρτια τα καθήκοντά του προς τον Χριστό και την Εκκλησία και σαν απλός Ιερομόναχος και σαν επισκοπικός κυβερνήτης. Ο Θεοφάνης ο Γραπτός είναι από τους μεγαλύτερους Έλληνες θρησκευτικούς ποιητές και υμνογράφους του 8ου αιώνα μ.Χ., αφού συνέγραψε πολλούς κανόνες.
Ἀπολυτίκιον Ήχος πλ α’
Μυηθεῖς τῶν Ἀγγέλων Πάτερ τὸ σύντονον, θεοφανείας ἀρρήτου ἐδείχθης σάλπιγξ χρυσή, περιούσιον λαὸν τρέφων τοὶς λόγοις σου, τῶν γὰρ πανσόφων σου ᾠδῶν, ἡ πανεύσημος μολπή, εὐφραίνει τὴν Ἐκκλησίαν, δι’ ἣν λαμπρῶς ἠγωνίσω, θεομακάριστε Θεόφανες.
Άγιοι Νεκτάριος, Αρσάκιος και Σισίνιος Πατριάρχες Κωνσταντινούπολης
Eις τον Nεκτάριον.
Ὁ Νεκτάριος οὐ τὸ τοῦ μύθου Λόγε, Ἀληθινὸν δέ, σῆς τρυφῆς νέκταρ πίνει.
Eις τον Aρσάκιον.
Τὸν Χριστὸν ἐν γῇ Ἀρσάκιος δοξάσας, Πρὸς αὐτόν ἐλθών, ἀντεδοξάσθη πλέον.
Eις τον Σισίνιον.
Ἀσινὲς ἦραν πνεῦμα τὸ Σισινίου, Οὐ συνιασθὲν μηχαναῖς τῶν δαιμόνων.
Ο Νεκτάριος καταγόταν από την Ταρσό της Κιλικίας. Ιερός και όσιος στη ζωή, συγκλητικός στο αξίωμα. Κατά την 2η Οικουμενική Σύνοδο, μετά την παραίτηση του Γρηγορίου του Θεολόγου και την καθαίρεση του αιρετικού Πατριάρχη Μαξίμου, με κοινή ψήφο λαού και κλήρου και γνώμη του αυτοκράτορα Θεοδοσίου, αν και λαϊκός (και μάλιστα αβάπτιστος), εκλέχτηκε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης (381 – 397 μ.Χ. αφού βέβαια πρώτα βαπτίστηκε). Με μεγάλη θεοσέβεια αφού ποίμανε την εκκλησία, απεβίωσε ειρηνικά. Ο Αρσάκιος καταγόταν και αυτός από την Ταρσό της Κιλικίας και ήταν αδελφός του Πατριάρχη Νεκταρίου. Ο Αρσάκιος ήταν πρεσβύτερος της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης και κλήθηκε στον πατριαρχικό θρόνο (404 – 405 μ.Χ.) σαν διάδοχος του Ιωάννου του Χρυσοστόμου και ενώ είχε περάσει το 80ό έτος της ηλικίας του. Ήσυχα και κατά Χριστόν αφού έζησε μετά από μικρή πατριαρχία, απεβίωσε ειρηνικά. Ο Σισίνιος ανέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης στις αρχές του 426 μ.Χ., διαδεχθείς τον Πατριάρχη Αττικό. Προ της εκλογής του, έκανε τα καθήκοντα του πρεσβυτέρου στην Έλαια. Ο Σισίνιος ήταν φημισμένος για τις αρετές του και για τις άοκνες προσπάθειες του για την περιποίηση των φτωχών. Η χειροτονία του και η εγκαθίδρυσή του έγινε από Σύνοδο, που συγκάλεσε ο Θεοδόσιος ο Β’. Ο Σισίνιος ο Α’ και σαν πατριάρχης εξακολουθούσε την φιλανθρωπική του δράση και αναδείχτηκε φιλόστοργος πατέρας των φτωχών τάξεων. Πατριάρχευσε ένα χρόνο και δέκα μήνες. Απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 87 χρονών.
Άγιος Ιωνάς ο εν Περγάμω της Κύπρου
Ο Άγιος Ιωνάς υπήρξε μέγας ερημίτης, ασκητής και θαυματουργός. Απ’ την παιδική του ηλικία θα πρέπει να γνώρισε τον Χριστό και τον αγάπησε. Μέσα στην αγνή και άδολη καρδιά του αποθησαύριζε με λαχτάρα κι αφοσίωση τα λόγια του Θεού, που άκουε στην εκκλησία. Μ’ αυτά μεγάλωνε. Και μ’ αυτά μέρα με τη μέρα μεγάλωνε και στην καρδιά του βαθύς ο πόθος να ζήσει μια ζωή πού θα είχε σαν οδοδείκτη και σκοπό τα λόγια του Χριστού. Γι’ αυτό, όταν κάποτε έμαθε πως οι άνθρωποι του Πάπα της Ρώμης γύριζαν τις χώρες της Ευρώπης και καλούσαν τους πιστούς σε εκστρατεία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους μουσουλμάνους, πρώτος κι αυτός μαζί με τριακόσιους άλλους Έλληνες ορθοδόξους, που εργαζόντουσαν στη Γερμανία, έσπευσε να στρατολογηθεί για να συμμετάσχει στον ιερό αγώνα. Η στρατιά αυτή, που την ξέρουμε, σαν δεύτερη Σταυροφορία 1147 – 1149 μ.Χ., διαλύθηκε προτού να φθάσει στον προορισμό της. Έτσι οι τριακόσιοι αυτοί Έλληνες, που είναι γνωστοί σαν Αλαμάνοι, συνέχισαν τον δρόμο τους με σκοπό να πραγματώσουν ένα ιερό πόθο που είχαν. Να προσκυνήσουν στην Ιερουσαλήμ, που την κρατούσαν ακόμη χριστιανοί Ευρωπαίοι. Και το έκαμαν. Μετά την πραγμάτωση του πόθου τους αποφάσισαν να μη επιστρέψουν στις εργασίες τους, άλλα να παραμείνουν και να ζήσουν τη μοναχική κι ασκητική ζωή εκεί στην έρημο του Ιορδάνου. Επειδή όμως εκεί κατεδιώκοντο από τους Σαρακηνούς και τους Λατίνους, μια μέρα μαζεύτηκαν όλοι τους και με αρχηγό τον Αυξέντιο (βλέπε 28 Σεπτεμβρίου), που αργότερα ασκήτεψε στην Καρπασία ήλθαν όλοι στην Κύπρο γύρω στο 1150 μ.Χ. ή και αργότερα. Το καράβι που τους έφερνε έφτασε στην Πάφο, όπου και τσακίστηκε επάνω στους βράχους του λιμανιού. Οι χριστιανοί στρατιώτες, αφού με πολλές ταλαιπωρίες βγήκαν στη στεριά, αποφάσισαν να διασκορπισθούν και να ζήσουν την ασκητική ζωή στην Κύπρο. Και το έπραξαν. Κι ο μεν φίλος του αγίου, ο Όσιος Κενδέας (βλέπε 6 Οκτωβρίου), στην αρχή τακτοποιήθηκε σε μια καλύβα που είχε στήσει σ’ ένα βράχο εκεί κοντά στην ακρογιαλιά της Πάφου. Ο όσιος Ιωνάς, αφού αποχαιρέτησε τον φίλο και συνασκητή του Κενδέα, προχώρησε, κι αφού πέρασε από διάφορα μέρη, ήλθε κι εγκαταστάθηκε σ’ ένα σπήλαιο της περιοχής Μάντρες της Τραχιάδος. της επαρχίας Αμμοχώστου, «εις χωρίον λεγόμενον Πέργαμον». Μέσα στο σπήλαιο αυτό έστησε ο άγιος το ασκητήριό του κι άρχισε τον αγώνα του. Αγώνα σκληρό ενάντια στη σάρκα του. Γνωρίζει ο ασκητής ότι «η σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος». Γι’ αυτό κι η προσοχή του στρέφεται απ’ την πρώτη στιγμή στο να δαμάσει κι υποτάξει τον εχθρό αυτό. Και το κατορθώνει με τη δύναμη και τη χάρη του Ιησού Χριστού. Θεληματικά υποβάλλει τον εαυτό του σε διάφορες κακοπάθειες. Κακοπάθειες που συνεπάγεται ο διαρκής αγώνας κι η συνεχής προσπάθεια και πάλη να περιφρουρήσει την ηθική του αξία και ακεραιότητα. Με την τακτική προσευχή, την εγκράτεια και την αυστηρή άσκηση, τη νηστεία και την προσεκτική μελέτη του λόγου του Θεού κατόρθωσε να υποδουλώσει τη «σάρκα τω πνεύματι». Αλλά «ο πειράζων» δεν τον αφήνει ήσυχο. Κάποτε μάλιστα που ο άγιος έστελλε τον υποταχτικό του να του φέρνει νερό, — δεν είχε εκεί κοντά — ο διάβολος να τι επενόησε για να στερήσει το νερό από τον άγιο: Για κάμποσες μέρες, όταν έβλεπε τον υποταχτικό με το σταμνί να φέρνει το νερό, έπαιρνε τη μορφή του αγίου και στεκόταν αρκετά μέτρα έξω από το σπήλαιο, έπαιρνε το σταμνί, έχυνε το νερό κι έδιωχνε τον υποταχτικό. Με τον τρόπο αυτό πέρασαν αρκετές μέρες. Το δράμα της δίψας βασάνιζε τον άγιο. Κάποια μέρα, ύστερα από καιρό, που έτυχε να ‘ρθει ο υποτακτικός να πάρει το σταμνί και τον είδε ο άγιος, του έκαμε τρομερά παράπονα. Ύστερα από την εξήγηση του υποταχτικού, κατάλαβε ο άγιος το τέχνασμα του πονηρού και του είπε: «Παιδί μου, στο εξής, αν με δεις και χίλιες φορές στον δρόμο σου, ουδέποτε να μου δώσεις αυτό που μου φέρνεις, παρά μονάχα, όταν μπεις στην κατοικία μου». Ο Άγιος, μετά την ταλαιπωρία του αυτή προσευχήθηκε θερμά στον Θεό και με το ραβδί του, σαν άλλος Μωϋσής, κτύπησε τον βράχο εκεί στη σπηλιά του και το θαύμα έγινε. Μια πηγή από κρυστάλλινο νερό άνοιξε στη στιγμή, για να ικανοποιεί τις ανάγκες του αγίου και όσων τον επεσκέπτοντο, για να πάρουν τις ευλογίες του. Η βρύση αυτή υπήρχε μέχρι το 1912 μ.Χ. κι ήταν γνωστή σαν το «άγιασμα του οσίου». Δυστυχώς ο φανατισμός των μουσουλμάνων που κατοικούσαν το Πέργαμον ξέσπασε κάποια μέρα και πάνω στην πηγή και το σπήλαιο «σπηλιάϊν» του αγίου. Με μηχανές γκρέμισαν το σπήλαιο και κατέστρεψαν την πηγή. Για να καλύψουν το έγκλημα τους φύτεψαν πάνω απ’ την τοποθεσία εκείνη κάμποσα κλήματα. Το ίδιο έκαμαν και με τον ναό του οσίου. Οι χριστιανοί καταδιωγμένοι έφυγαν από το μέρος εκείνο και μαζί τους μετέφεραν και την εικόνα του αγίου, που φυλάσσεται στην Ξυλοτύμπου. Η εικόνα είναι παλαιά και κατεστραμμένη σχεδόν κατά το ήμισυ. Δεν έχει χρονολογία και φέρει επάνω τούτη την επιγραφή: «Όστις προσφέρει δώρον εις την εμήν ανάμνησιν, καμέ προς Θεόν ευρήσει προστάτην». Κι είναι προστάτης ο άγιος γιατί με την όλη ζωή του ευηρέστησε στον Κύριο. Με τη δύναμη της πίστεως του ο ευσεβής και πιστός αυτός στρατιώ της του Χριστού βγήκε νικητής ενάντια σε όλους τους πειρασμούς και τις παγίδες του εχθρού και έγινε και μένει στοιχείο ωφέλιμο και ευεργε τικό σε όλους. Πλείστα θαύματα έκαμε, όταν ζούσε.
Ένα απ’ αυτά είναι και τούτο: Κάποτε τον επεσκέφθη στο κατάλυμα του ένας πατέρας κρατώντας στα χέρια τα νεκρό παιδί του κι αφού γονάτισε μπροστά του, άρχισε να του λέει με σπαραγμό ψυχής: «Γέροντα μου, σπλαχνίσου με. Ένα το έχω και μου το πήρε ο χάρος. Ξέρω πως σαν παρακαλέσεις συ τον Θεό, ο Θεός θα σε ακούσει και θα μου ξαναδώσει πίσω ζωντανό το παιδί μου. Γέροντα μου, λυπήσου με». Στην παράκληση του πονεμένου πατέρα ο άγιος σηκώθηκε. Έτρεξε κοντά του κι αφού γονάτισε μπροστά στο νεκρό παιδί, άρχισε να προσεύχεται με κατάνυξη. Στο τέλος παίρνοντας το νεκρό παιδί από το χέρι του είπε: «Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Λυτρωτή και Θεού μας σου λέω: Σήκω παιδί μου.» Στη στιγμή το νεκρό παιδί, σαν να ξυπνούσε από βαθύ ύπνο, άνοιξε τα μάτια. Ο ασκητής το σήκωσε και το παράδωσε στον ευτυχισμένο τώρα πατέρα. Όλοι τότε δόξασαν τον Θεό, που είχε δώσει τέτοια εξουσία στον όσιό του. Εκεί στη σπηλιά έζησε ο άγιος όλες τις μέρες της ζωής του. Από αυτή βγήκε μόνο μερικές φορές για να επισκεφθεί τον φίλο του όσιο Κενδέα, ο οποίος ύστερα από καιρό εγκατέλειψε την Πάφο κι ήρθε κι εγκαταστάθηκε σε μια άλλη σπηλιά, που βρισκόταν κοντά στο Αυγόρου εκεί κοντά που βρίσκεται σήμερα κι ο ναός του. Από καιρό σε καιρό οι άγιοι έβγαιναν από τη σπηλιά τους και επεσκέπτοντο, ο ένας τον άλλο για αλληλοενίσχυση. Εκεί στη σπηλιά οι πιστοί τον βρήκαν μια μέρα νεκρό. Το σκήνωμα του ανέδιδε μια ευωδιά. Με δάκρυα πήραν το λείψανο και το έθαψαν εκεί που έζησε τη ζωή της ασκήσεως του. Ξωκλήσι του Οσίου Ιωνά βρίσκεται δυτικά του χωριού Ξυλοτύμβου (ή Ξυλοτύμπου – είναι ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της επαρχίας Λάρνακας και βρίσκεται στην περιοχή των Κοκκινοχωρίων περί τα 16 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλης της Λάρνακας και πάνω στο δρόμο που οδηγεί στην Αμμόχωστο) περί τα 200 μέτρα δυτικότερα του Αγίου Βασιλείου. Κτίστηκε το 1983 μ.Χ., σε ανάμνηση του χριστιανικού ναού, που υπήρχε στο μεικτό κάποτε χωριό Πέργαμο. Περί τη δεκαετία του 1830 μ.Χ., οπότε άρχισε η εκδίωξη των Ελλήνων κατοίκων του Περγάμου, εγκαταλείφθηκε ο ναός και κατατράφηκε. Με πρωτοβουλία του Παπακυριάκου Παναγιώτου και της τότε εκκλησιαστικής επιτροπής, κτίστηκε ο νέος ναός ο οποίος είναι βυζαντινού ρυθμού. Ένα μεγάλο μέρος των εξόδων ανέγερσης ανέλαβε ο Πέτρος Χατζηττοφής και Ξυλοτυμπιώτες μετανάστες στην Αγγλία. Η Αγία Τράπεζα του μικρού ναού κτίστηκε με πέτρες που μετέφεραν από τη χαλασμένη εκκλησία του Οσίου Ιωνά στο Πέργαμο. Στις 7 Οκτωβρίου 1984 μ.Χ., έγιναν τα εγκαίνια του ναού από το Μητροπολίτη Κιτίου Χρυσόστομο και τα έξοδα των εγκαινίων ανέλαβε ο Μιχαλάκης Τάσου.
Ἀπολυτίκιον Ήχος α’.
Της ερήμου πολίτης και εν σώματι άγγελος και θαυματουργός ανεδείχθης, Θεοφόρε Ιωνά πατήρ ημών νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, ουράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τους νοσούντας, και τας ψυχάς των πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου πάσιν ιάματα.
Άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Ο Άγιος Φιλόθεος υπήρξε περίφημος λόγιος κληρικός και υπέρμαχος της ησυχαστικής διδασκαλίας του Γρηγορίου Παλαμά. Καταγόταν από αξιόλογη οικογένεια της Θεσσαλονίκης, ασπάστηκε τον μοναχικό βίο και χρημάτισε ηγούμενος της Μονής της Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος κατά την περίοδο των ησυχαστικών ερίδων. Υπέγραψε τον Αγιορείτικο Τόμο για την υπεράσπιση της ησυχαστικής άσκησης (1339 μ.Χ.) και έγραψε δύο σημαντικούς θεολογικούς λόγους εναντίον του Γρηγορίου Ακίνδυνου. Το 1347 μ.Χ. εξελέγη μητροπολίτης Ηράκλειας της Θράκης και έλαβε μέρος στην μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (1351 μ.Χ.), η οποία διακήρυξε την ορθόδοξη διδασκαλία του Γρηγορίου Παλαμά με τον περίφημο «Τόμο». Μετά την απομάκρυνση από τον θρόνο του πατριάρχη Καλλίστου Α’ εξελέγη πατριάρχης (1353 μ.Χ.), αλλά μετά την αποκατάσταση του Καλλίστου, απομακρύνθηκε από τον θρόνο (1354 μ.Χ.), στον όποιο επανήλθε το 1364 μ.Χ.
Κατά την δεύτερη πατριαρχία του υποστήριξε την θεολογία των ησυχαστών και αποδοκίμασε την προσπάθεια των αδελφών Δημητρίου και Προχόρου Κυδώνη να εισαγάγουν στο Βυζάντιο την σχολαστική θεολογία του Θωμά Ακινάτη. Στην σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (1368 μ.Χ.) αφορίστηκε ο Πρόχορος Κυδώνης και ανανεώθηκε το κύρος του Τόμου της συνόδου του 1351 μ.Χ. Άσκησε με μεγάλη σύνεση τα πατριαρχικά του καθήκοντα και έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την οργάνωση των Εκκλησιών Ρωσίας, Σερβίας, Βλαχίας, Βουλγαρίας κ.ά., στις οποίες διαδόθηκε η ησυχαστική θεολογία και πνευματικότητα. Στις σχέσεις του με τον παπικό θρόνο υποστήριξε την ανάγκη σύγκλησης Οικουμενικής συνόδου για την αντιμετώπιση των διαφορών. Έγραψε επίσης θεολογικές πραγματείες και λόγους για την υποστήριξη του Ησυχασμού, όπως επίσης βίους και ακολουθίες αγίων.
Όσιος Γερμανός ο Αγιορείτης ο Μαρουλής
Γερμανέ, ἀφάτου ὑπακοῆς κέρας, ἡγίασας Ἄθωνα ἱδρώτων ῥείθροις.
Ο Όσιος Γερμανός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1252 μ.Χ. από φιλάνθρωπους, ευκατάστατους, ευσεβείς και πολύτεκνους γονείς. Ήταν ο τρίτος από τα οκτώ τέκνα των γονέων του. Τον κατά κόσμον Γεώργιο από μικρό τον διέκρινε «ευταξία τις και σύννοια θαυμαστή και απλότης, εύκαιρος τε σιωπή στόματος μετ’ ηρεμίας ψυχής και ήθους υποβεβηκότος τε και μετρίου, και το παν, ως ειπείν, ειρήνης και σωφροσύνης και πραότητος άγαλμα». Από μικρός αγάπησε υπέρμετρα την ησυχία, την προσευχή, την άσκηση, τη νηστεία, την αγρυπνία, την κατάνυξη, τη φιλαδελφία και φιλοπτωχία. Ο ένθεος και ενάρετος βίος του διακρινόταν με την απαθή στάση του και τη με πραότητα, υπομονή του στη σκληρή και άπρεπη στάση των ζωηρών συμμαθητών του απέναντι του στο σχολείο. Στους ταλαιπωρημένους εργάτες των κτημάτων τους συμπεριφερόταν με ιδιαίτερη στοργή. Όταν τους είδε κάποτε καταϊδρωμένους και αποκαμωμένους, τους είπε να διακόψουν την εργασία και να αναπαυθούν. Ο πατέρας του τον επετίμησε, αλλά κατα βάθος χάρηκε για τα φιλάνθρωπα αισθήματα του ενάρετου παιδιού του. Οι γονείς του σκέπτονταν να τον νυμφεύσουν, αλλά αυτός δεν ήθελε κανένα σύνδεσμο με τον μάταιο κόσμο, γιατι ετοιμαζόταν για μόνιμη αναχώρηση. Τότε ήλθε από το Άγιον Όρος στη Θεσσαλονίκη ο ενάρετος Αγιορείτης Γέροντας Ιωάννης, που κατοικούσε σε Δοχειαρίτικο Κελλί: «Ενταύθα και τω μεγάλω και στερρώ περιτυχών της ασκήσεως και της ησυχίας στύλω, Ιωάννη φημί τω πάνυ, του Άθω και της καλής ερημίας άρτι τότε προς επίσκεψιν και διδασκαλίαν εκείσε κατιόντι των λογικών εαυτού θρεμμάτων». Περί το 1270 μ.Χ., νέος, μόλις είχαν φανεί τα γένεια του, ακολούθησε τον Γέροντα Ιωάννη στο Άγιον Όρος: «Άθως δ’ εκείθεν ο μέγας δεξάμενος, το πίον και τετυρωμένον, εποί τις αν κανταύθα δικαίως, όρος, το όρος του Θεού, εν ω κατοικείν ο «τα πάντα πληρών» ευδόκησε διά την αρετήν δηλονότι των ενοικούντων, έθρεψέ τε πνευματικώς, είπερ τινά που των πάντων, και εις άνδρα προαγαγών τέλειον, «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού»’ μετά πολλού γε πάνυ του περιόντος, πυρσόν ανέδειξε περιφανή τε και διαέριον σοφίας τε και γνώσεως πάσης τοις εκ του κοσμικού τούτου πελάγους και των ενταύθα πνευμάτων τε και του κλύδωνος εις τον σωτήριον εκείνον κατιούσι λιμένα». Μετά σύντομη διαδικασία εκάρη μοναχός από τον Γέροντά του Ιωάννη και από Γεώργιος ονομάσθηκε Γερμανός. Διακρίθηκε για την υπεράνθρωπη άσκησή του και την πρόθυμη υπακοή του. Ως εργόχειρο είχε την καλλιγραφία. Μετέβαιναν στην «του Βατοπεδίου μεγάλην συνεχώς Λαύραν» προς προσκύνιση και συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες αλλά και «θέας τε και ομιλίας των αδελφών χάριν». Οι Βατοπαιδινοί πατέρες τους είχαν σε μεγάλη εκτίμηση κι ευλάβεια. Ο νεαρός Γερμανός θαυμαζόταν και από τον γηραιό Γέροντά του, γιατί παρά το βάρος που σήκωνε, πήγαινε τον μακρύ και δύσκολο δρόμο από το κελλί τους στο Βατοπαίδι αγόγγυστα κι ευχάριστα, αλλά και όταν δοκιμάσθηκε ενώπιον πάντων των Βατοπαιδινών μοναχών, υπέμεινε γενναία, προς διδασκαλία και εντυπωσιασμό όλων για την αρετή του νεαρού μοναχού, που τόσο πρόθυμα ασκούνταν στην ταπείνωση και την υπακοή. Μετά τη μαρτυρική τελείωση του προσφιλούς του Γέροντος Ιωάννου, στη Θεσσαλονίκη με τον υποτακτικό του Γρηγόριο από τους Λατινόφρονες, αφού προείδε το τέλος του και προφήτευσε την ασκητική πρόοδο του αγαπητού του υποτακτικού, ο όσιος Γερμανός αναχώρησε για τις Καρυές και κατόπιν για τα όρια της Μεγίστης Λαύρας. Υποτάχθηκε στον Γέροντα Ιώβ, που ασκήτευε στο σπήλαιο της Παναγίας, κοντά στη Μεγίστη Λαύρα. Αργότερα ο Ιώβ ανέλαβε την ηγουμενία της Μεγίστης Λαύρας. Λόγω της ανυπακοής των Λαυριωτών επέστρεψε στο σπήλαιο των αγωνισμάτων του με τον Γερμανό. Μετά την εξορία του Ιώβ ο όσιος υποτάχθηκε στους Γέροντες Μύρωνα, Μαλαχία, Αθανάσιο και Θεοδώρητο, ώστε όλη του η ζωή να είναι στη μακάρια υπακοή, ως «παίς και μαθητής». Κατόρθωσε με τη συνεχή μαθητεία του να κερδίσει «του μεν τον λόγον, του δε τον βίον, του δε την θεωρίαν, του δε την πράξιν, και πάντων ομού μιμησάμενος πάντα και προς την εαυτού συλλέξας ψυχήν μετά παντός του βελτίστου, μίαν τινά θεοειδή της αρετής εικόνα θαυμασίως ο γενναίος απηκριβώσατο». Προς το τέλος της ζωής του δέχθηκε ως υποτακτικό του τον ανάπηρο Ιωαννίκιο, τον όποιο έσωσε από βέβαιο θάνατο με την προσευχή του, όπως τον ασθενή ανηψιό του Ιωάννη, που τον επισκέφθηκε στην έρημο και τον βαρειά ασθενή συγγενή του Ιάκωβο. Σε ηλικία 84 ετών μετά μικρή ασθένεια, προσευχόμενος ανεπαύθη εν Κυρίω. Μόνο τα 18 πρώτα έτη του έζησε στον κόσμο κι όλα τα άλλα τα πέρασε στην αθωνική έρημο, με υπακοή, άσκηση και προσευχή. Γι’ αυτό χαριτώθηκε από τον Θεό πλούσια. Ο άγιος Σάββας ο Βατοπαιδινός (βλέπε 15 Ιουνίου), συνδεόμενος με τον όσιο Γερμανό, έλεγε στον μετέπειτα βιογράφο του άγιο Φιλόθεο τον Κόκκινο, τα εξής χαρακτηριστικά εγκωμιαστικά λόγια, όπως μας τα καταγράφει: «Βούλομαι ακριβώς ειδέναι σε φίλος, ως ο κοινός ημών πατήρ και πάλαι μεν της κάτω και ημετέρας πατρίδος, νυν δε της μεγίστης Λαύρας, μάλλον δε των ουρανών ήδη και των απογεγραμμένων εκεί μέγας πολίτης, Γερμανός ο θείος, Αντώνιος εστίν νυν εν ημίν άλλος ο μέγας· ου την πολιτείαν φημί και την της αρετής άσκησιν μόνον, αλλα δή και την καθαρότητα της καρδίας και την ενοικούσαν αυτή του Πνεύματος χάριν τε και σοφίαν». Συγγραφέας του ωραίου βίου του οσίου είναι ο φίλος του άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος (βλέπε 11 Οκτωβρίου). Με ιδιαίτερη χάρη, γνώση και χαρακτηριστική αμεσότητα, δίχως υπερβολές και ακρότητες, παρουσιάζει ο άγιος βιογράφος τον άγιο βιογραφούμενό του ως υπόδειγμα και παράδειγμα προς όλους και ιδιαίτερα προς τους μοναχούς και κύρια τους Αγιορείτες: «Οι της ερημίας, τον πτερωτήν, κατά τον μέγαν αύθις ειπείν εκείνον, οι της επιμιξίας, τον νομοθέτην· οι της απλότητος, τον οδηγόν· οι της θεωρίας, την πηγήν του θείου λόγου και της διδασκαλίας· ο εν ευθυμία, τον χαλινόν· ο εν συμφοραίς, την παράκλησιν· την βακτηρίαν, η πολιά· την παιδαγωγίαν, η νεότης· η πενία, τον ποριστήν· η ευπορία, τον οικονόμον. Δοκούσι μοι και ποιμένες τον της ποιμαντικής διδάσκαλον επαινέσεσθαι, και παίδες και μαθηταί τον σοφόν καθηγητήν και πατέρα, και πτωχοί και ξένοι τον φιλόπτωχόν τε και φιλόξενον, και αδελφοί και πατέρες τον φιλάδελφον ομού και φιλότεκνον, οι τας ψυχάς νοσούντες τον απαθέστατον ιατρόν, οι ύγιαίνοντες τον φύλακα της υγείας, οι πάντες τον πάσι πάντα γενόμενον, ίνα κερδάνη τους πάντας ή πλείονας». Η μνήμη του τιμάται και στις 10 Ιουλίου μετά των Βατοπαιδινών Αγίων.
Άγιος Kenneth
Ο Άγιος Kenneth, σύμφωνα με έναν μύθο, γεννήθηκε το 525 μ.Χ. στο Glengiven στην βόρεια Ιρλανδία. Έγινε μοναχός στο Llancarfan στην Ουαλία και ίδρυσε το μοναστήρι του Agahanoe. Επίσης, ίσως να είναι ο ιδρυτής και του μοναστηριού του Kilkenny στην Ιρλανδία. Κοιμήθηκε ειρηνικά το 599 μ.Χ. στο Aghaboe στην Ιρλανδία.