Πρόταση μομφής: Τι είναι και ποια διαδικασία ακολουθείται
«Ο κ. Μητσοτάκης εγκέφαλος και αρχηγός αυτού του εγκληματικού δικτύου»
«Φωτιά» έχει πάρει το πολιτικό σκηνικό καθώς ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Αλέξης Τσίπρας κατέθεσε το μεσημέρι της Τετάρτης πρόταση μομφής κατά της Κυβέρνησης.
Τι είναι όμως η «πρόταση μομφής» ή «πρόταση δυσπιστίας» και ποια διαδικασία ακολουθείται στην Βουλή;
Υπό τον όρο «πρόταση μομφής» ή «πρόταση δυσπιστίας» αναφέρεται η πρόταση που καταθέτει κόμμα της αντιπολίτευσης στη Βουλή των Ελλήνων, με σκοπό το Σώμα να άρει την εμπιστοσύνη του από την κυβέρνηση ή από μέλος της.
Το καθεστώς που διέπει τη διαδικασία της πρότασης μομφής περιγράφεται πρωτίστως στο άρθρο 84 του Συντάγματος και με πιο αναλυτικό τρόπο στο άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής.
Βάσει του άρθρου 84, η πρόταση δυσπιστίας κατατίθεται, εφόσον φέρει την υπογραφή του 1/6 του όλου αριθμού των βουλευτών (δηλαδή από 50 βουλευτές) και πρέπει να περιλαμβάνει με σαφήνεια τα θέματα, για τα οποία οι βουλευτές αίρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση εν συνόλω ή από κάποιο μέλος της.
Οι βουλευτές καταθέτουν την πρόταση μομφής προς τον Πρόεδρο της Βουλής κατά τη διάρκεια μιας δημόσιας συνεδρίασης του Σώματος.
Σε περίπτωση που η πρόταση υπογράφεται, όπως προαναφέρθηκε, από τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό βουλευτών, τότε η Βουλή διακόπτει τις εργασίες της για δύο ημέρες, εκτός κι αν η κυβέρνηση ζητήσει να ξεκινήσει αμέσως η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας.
Σε ό,τι αφορά τα χρονικά περιθώρια, ο Κανονισμός της Βουλής επισημαίνει πως η συζήτηση στην Ολομέλεια ολοκληρώνεται το αργότερο τη δωδεκάτη νυκτερινή της τρίτης ημέρας από την έναρξή της με ονομαστική ψηφοφορία.
Σύμφωνα, πάντα με το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής, η συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας ξεκινά με την ομιλία δύο τουλάχιστον βουλευτών από εκείνους που την υπέγραψαν.
Παράλληλα, μέχρι το τέλος της ομιλίας των δύο βουλευτών, συντάσσεται ο πλήρης κατάλογος των ομιλητών που θα τοποθετηθούν ενώπιον της Ολομέλειας.
Προκειμένου να γίνει δεκτή η πρόταση μομφής εναντίον της κυβέρνησης εν συνόλω ή κατά κάποιου μέλους, θα πρέπει να έχει υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151 βουλευτές).
Υπογραμμίζεται, τέλος, ότι δεν μπορεί να υποβληθεί εκ νέου πρόταση μομφής, εάν δεν έχει συμπληρωθεί χρόνος έξι μηνών, από την απόρριψη προηγούμενης όμοιας πρότασης, εκτός αν υπογράφεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.
Πρόταση μομφής κατέθεσε ο Αλέξης Τσίπρας
Πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης κατέθεσε την Τετάρτη ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας στη βάση των «αδιάψευστων αποδείξεων» που, όπως είπε, περιέχει ο φάκελος που έλαβε από τον επικεφαλής τής ΑΔΑΕ, Χρήστο Ράμμο για την παρακολούθηση ακόμα έξι ατόμων.
Κατά την ομιλία του στη Βουλή ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανέφερε ότι, συγκεκριμένα, ο φάκελος που πήρε από τον κ. Ράμμο «περιείχε τα αποτελέσματα της έρευνας της ΑΔΑΕ», μετά από επίσημο αίτημα που κατέθεσε ο ίδιος τον περασμένο Δεκέμβριο να διεξαχθεί έλεγχος από την Αρχή στα αρχεία των παρόχων κινητής τηλεφωνίας προκειμένου να «διελευκάνει αν τέθηκαν πράγματι σε επισύνδεση, από την ΕΥΠ» τα εξής άτομα: «ο υπουργός εργασίας κ. Χατζηδάκης, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ κ. Φλώρος, ο αρχηγός ΓΕΣ κ. Λαλούσης, ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας κ. Διακόπουλος, ο πρώην και ο νυν επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών κ.κ. Λάγιος και Αλεξόπουλος». «Η απάντηση που επισήμως έλαβα, ήταν έξι στα έξι», είπε χαρακτηριστικά ο Αλ. Τσίπρας, δηλώνοντας πως έχει την υποχρέωση μετά από αυτό να πει την «αλήθεια», απέναντι «στο σκοτάδι της συγκάλυψης που επιχειρήθηκε με εκβιασμούς». Σημείωσε, δε, πως σύμφωνα με τα ευρήματα, η «ΕΥΠ του κ. Μητσοτάκη» παρακολουθούσε τον κ. Χατζηδάκη για οκτώ μήνες, ενώ «άκουγε τους αρχηγούς του στρατεύματος, τον Σύμβουλο Ασφαλείας και τους επικεφαλείς της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών, για δύο περίπου χρόνια», βάζοντας στο στόχαστρο και την αρμόδια εισαγγελέα που είχε υπογράψει τις σχετικές διατάξεις και υποστηρίζοντας ότι «είναι μέλος του ρυπαρού και εγκληματικού δικτύου και την προστατεύει ο επικεφαλής τού εγκληματικού δικτύου, ο ίδιος ο πρωθυπουργός».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ξεκίνησε την ομιλία του εκτοξεύοντας βέλη κατά της κυβέρνησης, την οποία αποκάλεσε «βαθιά αντιδημοκρατική», και προσωπικά του πρωθυπουργού για τον οποίο είπε πως «γράφει το χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποστασίας από τους κανόνες της δημοκρατίας».
«Η ελληνική κοινωνία ζει εδώ και έξι μήνες στη δίνη των αποκαλύψεων για ασύλληπτο αριθμό υποκλοπών. Στη δίνη τής πιο εκτεταμένης και βαθιάς εκτροπής από τους κανόνες δικαίου που είδε η χώρα από τη μεταπολίτευση και μετά. Στη δίνη ενός πρωτοφανούς σκανδάλου», σημείωσε, προσθέτοντας πως «δημοσιογράφοι, ευρωβουλευτές, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, υπουργοί, επιχειρηματίες, στελέχη των ενόπλων μας δυνάμεων, έχουν ταπεινωθεί, σε “στόχους” κι έγιναν βορά ενός παράνομου, πράγματι, ρυπαρού δικτύου, ενός εγκληματικού δικτύου που είχε όμως έδρα το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου και συντονιστή τον ίδιο τον πρωθυπουργό».
Κατηγόρησε μάλιστα τον κ. Μητσοτάκη ότι οργάνωσε αυτό το «δίκτυο» από την πρώτη μέρα τής διακυβέρνησής του που πήρε την ΕΥΠ υπ’ ευθύνη του, με στόχο να «τους έχει στο χέρι, να τους εκβιάζει, να γνωρίζει τις σκέψεις, τις επιδιώξεις, τις αδυναμίες τους».
«Εν πλήρη γνώσει του έστησε μια Οργουελιανή δυστοπία», είπε, τονίζοντας πως οι «νομότυπες επισυνδέσεις» επιχειρήθηκαν για «όσους δεν άνοιγαν το κακόβουλο μήνυμα και δεν μολύνονταν» και πως ακόμα και όταν «άνοιξε ο ασκός του Αιόλου», ο πρωθυπουργός έριξε «όλο το βάρος τής εξουσίας που του εμπιστεύτηκε ο ελληνικός λαός για να συσκοτίσει το σκάνδαλο» με «μικρά και μεγάλα πραξικοπήματα με πρόσχημα το απόρρητο».
«Ο κ. Μητσοτάκης ως εγκέφαλος και αρχηγός αυτού του εγκληματικού δικτύου, προέβη στις πράξεις αυτές διότι πέραν όλων των άλλων, διακατέχεται από μια βαθύτατη οίηση και αλαζονεία. Μεγάλωσε ως πρίγκιπας και τώρα νόμιζε ότι έγινε βασιλιάς. Και πίστεψε ότι θα είναι ισόβιος. Ότι κανείς ποτέ δε θα τον ελέγξει», σημείωσε ο Αλ. Τσίπρας, κάνοντας λόγο για «ντροπιαστική συμπεριφορά» του πρωθυπουργού «κάθε φορά που έπρεπε δημόσια να τοποθετηθεί για το ζήτημα των υποκλοπών» και για «συνειδητά ψέματα» ότι «δήθεν δεν γνώριζε» επί «έξι μήνες».
Συνεχίζοντας στους ίδιους τόνους, είπε πως «έφτασε στα άκρα, με τα απόρρητα, με τις απειλές, με τη φίμωση», φτάνοντας στο σημείο να «βάλει κατά της ΑΔΑΕ» και πως «επιχείρησε να χειραγωγήσει τη Δικαιοσύνη και να την στρέψει εναντίον της ανεξάρτητης Αρχής». «Γιατί είναι ένοχος και γιατί είναι ο ίδιος ο εγκέφαλος και ο εντολέας τού παρακράτους», ανέφερε, υπογραμμίζοντας ωστόσο, πως «δεν υπολόγισε ότι η Ελλάδα είναι ακόμη κράτος δικαίου», ενώ σκιαγράφησε τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ ως «δημόσιο λειτουργό» που βάζει «το καθήκον και τη συνείδησή του πάνω από τους εκβιασμούς, τις απειλές, τη δολοφονία χαρακτήρα».
Με αυτόν τον τρόπο, συνέχισε, στο επίκεντρο πλέον της διαμάχης για τις υποκλοπές έρχονται όχι μόνο «αποκαλύψεις της ερευνητικής δημοσιογραφίας» αλλά «αποδείξεις αδιάψευστες των νομότυπων επισυνδέσεων από τα αρχεία των παρόχων κινητής τηλεφωνίας».
«Ο φάκελος περιέχει τα παράνομα έργα τού σκοτεινού παρακράτους που έστησε ο κ. Μητσοτάκης. Το ξεγύμνωμα του παρακράτους από την πιο αρμόδια αρχή του κράτους. Περιέχει το σκοτάδι που έχουμε υποχρέωση, όλες οι δυνάμεις της δημοκρατίας, να διαλύσουμε», δήλωσε ο Αλ. Τσίπρας και αφού αναφέρθηκε στα έξι άτομα, για τα οποία «ευρέθησαν επισυνδέσεις τού κ. Μητσοτάκη», φτάνοντας αισίως -όπως είπε- στον αριθμό 10 «των υψηλά ιστάμενων που παρακολουθούνται», τόνισε πως τα κρίσιμα ερωτήματα είναι «ποιος ο λόγος εθνικής ασφάλειας για να παρακολουθούνται οι ταγοί της εθνικής μας ασφάλειας» και «ποιος ο λόγος εθνικής ασφάλειας για να παρακολουθείται ο υπουργός Ενέργειας τότε».
«Για όλα αυτά μόνο μια λέξη υπάρχει: ζόφος. Ζόφος και παρακμή. Και είναι δυο φορές ζόφος όταν διαπράττονται εγκλήματα κατά της δημοκρατίας με πρόσχημα την εθνική μας ασφάλεια», είπε απευθυνόμενος στους βουλευτές τής συμπολίτευσης, τους οποίους κάλεσε να αναρωτηθούν αν «μπορούν να τα καταπιούν όλα αυτά», αφήνοντας, παράλληλα, αιχμές ότι μπορεί να «εκβιάζονται» αφού «στοιχεία από τις παρακολουθήσεις που τους αφορούσαν σίγουρα βρίσκονται στα χέρια του αρχηγού του ρυπαρού δικτύου».
Ωστόσο, υπογράμμισε, «οι αποφάσεις μπροστά σε τέτοια γεγονότα έχουν ιστορική αξία» και διερωτήθηκε «ποιο θα είναι το μήνυμα για την επόμενη μέρα αν αυτή η δημοκρατική εκτροπή περάσει χωρίς εξηγήσεις, χωρίς απόδοση ευθυνών».
«Έχουμε λοιπόν ιστορική ευθύνη να αντισταθούμε σε αυτή επιχείρηση συλλογικού μιθριδατισμού της ελληνικής κοινωνίας», τόνισε, ξεκαθαρίζοντας ότι «αυτό δεν αφορά μια παράταξη ή δεν συνιστά μια ιδεολογική μάχη», «αυτό αφορά τη δημοκρατία, αφορά το Σύνταγμα, αφορά τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού».
«Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση στη υπόθεση αυτής τη εκτροπής είναι ένοχοι. Αμετάκλητα ένοχοι. Δεν έχουν μόνο πολιτικές, αλλά και βαρύτατες προσωπικές και νομικές ευθύνες», προσέθεσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, υποστηρίζοντας πως «μετά από όλα όσα έχουν αποκαλυφθεί πλέον με αποδείξεις, η κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί να μείνει στιγμή στη θέση της, ο πρωθυπουργός αυτός δεν μπορεί να παραμείνει ούτε μια μέρα στη θέση του».
Κλείνοντας λοιπόν την ομιλία του, υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκης «ως ένα πρώτο βήμα τής πορείας προς τον λαό για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, της διαφάνειας και της δικαιοσύνης». Τόνισε, δε, πως με αυτόν τον τρόπο ο πρωθυπουργός θα «αναγκαστεί να δώσει εξηγήσεις και να λογοδοτήσει, ακόμα κι αν θέλει να το βάζει διαρκώς στα πόδια» και η Βουλή θα κληθεί «να αποφασίσει: με τη δημοκρατία ή με την εκτροπή». «Όποια και να ‘ναι η απάντηση, σύντομα την οριστική και τη σωστή απάντηση στο ερώτημα θα δώσει ο ελληνικός λαός», κατέληξε.
Μητσοτάκης: Καλοδεχούμενη η πρόταση δυσπιστίας – Την Παρασκευή θα πάρουμε ψήφο εμπιστοσύνης
Καλοδεχούμενη χαρακτήρισε την πρόταση δυσπιστίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης που βρισκόταν στην παρουσίαση του αναπτυξιακού σχεδίου για την Κρήτη όταν πληροφορήθηκε την εξέλιξη από τη Βουλή.
«Καλοδεχούμενη η πρόταση και είναι αλήθεια ότι τον παρακαλούσα πολλούς μήνες να το κάνει» είπε ο κ. Μητσοτάκης που πρόσθεσε ότι είναι « πολύ καλή ευκαιρία για να συγκρίνουμε πεπραγμένα τετραετιών. Επιδιώκω τη σύγκριση, ελάτε να συγκριθούμε» ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης ο οποίος πρόσθεσε ότι «εύχομαι οι πολίτες να ξεπεράσουν το νέφος της τοξικότητας και να αντιληφθούν ποιοι μπορούν να τους μιλήσουν για το μέλλον τους».
«Από αύριο θα είμαστε στη Βουλή και την Παρασκευή θα πάρουμε ψήφο εμπιστοσύνης και μέχρι να προκηρύξουμε τις εκλογές θα συνεχίσουμε τη δουλειά μας» κατέληξε ο κ. Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την χαρά του που βρίσκεται στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Κρήτη μιλώντας στην εκδήλωση για το Αναπτυξιακό Σχέδιο για την Κρήτη στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου.
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι έχουν δρομολογηθεί αντίστοιχες πρωτοβουλίες σε όλη τη χώρα, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση έχει σχέδιο για κάθε περιφέρεια, προσθέτοντας ότι «δεν είναι άσκηση επί χάρτου, αλλά προϊόν διαβούλευσης με φορείς και έχει πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά» και ότι πρόκειται για « ένα σχέδιο με μεγάλη μελετητική ωριμότητα, χρονοδιαγράμματα, χρηματοδοτήσεις και φορείς υλοποίησης» και επίσης ότι «είμαστε βέβαιοι ότι όσα λέμε μπορούν να υλοποιηθούν και πολλά υλοποιούνται ήδη».
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην άριστη όπως χαρακτήρισε συνεργασία με την Περιφέρεια Κρήτης με στόχο «μια Κρήτη στην οποία τα οφέλη της ανάπτυξης θα πρέπει να τα καρπώνονται όλες οι περιφερειακές ενότητες».
«Η ανάπτυξη σε όλες τις εκφάνσεις της επιβάλλεται και πρέπει να είναι βιώσιμη και για μένα είναι μη διαπραγματεύσιμη προτεραιότητα» ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης που έκανε αναφορά στην πράσινη μετάβαση.