Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Πέμπτη 2 Μαΐου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Έσπερος, Εσπέρα, Εσπερία, Αυγερινός, Αυγέρης, Αυγίτης, Αυγέρας, Αυγέρου, Αυγερού, Ματρώνα, Ματρόνα
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Πέμπτη 2 Μαΐου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Πέμπτη 2 Μαΐου, είναι η Μεγάλη Πέμπτη, του Αγίου Έσπερου μάρτυρος, της Οσίας Ματρώνης εκ Ρωσίας.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Έσπερος, Εσπέρα, Εσπερία, Αυγερινός, Αυγέρης, Αυγίτης, Αυγέρας, Αυγέρου, Αυγερού, Ματρώνα, Ματρόνα.
Οι Άγιοι:
Μεγάλη Πέμπτη – Ο Μυστικός Δείπνος
Εἰς τὸν Ἱερὸν Νιπτήρα Νίπτει Μαθητῶν ἑσπέρας Θεὸς πόδας, Οὗ ποῦς πατῶν ἦν εἰς Ἐδὲμ δείλης πάλαι. Εἰς τὸν Μυστικον Δεῖπνον Διπλοῦς ὁ Δεῖπνος· Πάσχα γὰρ νόμου φέρει, Καὶ Πάσχα καινόν, Αἷμα. Σῶμα Δεσπότου. Εἰς τὴν ὑπερφυᾶ Προσευχὴν Προσεύχῃ· καὶ φόβητρα, θρόμβοι αἱμάτων, Χριστέ, προσώπου, παραιτούμενος δῆθεν Θάνατον, ἐχθρὸν ἐν τούτοις φενακίζων. Εἰς τὴν Προδοσίαν Τί δεῖ μαχαιρῶν, τί ξύλων λαοπλάνοι, Πρὸς τὸ θανεῖν πρόθυμον εἰς Κόσμου λύτρον.
Κατά τη Μεγάλη Πέμπτη επιτελούμε ανάμνηση: Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου, Του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ’ εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του και της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα. Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν’ αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ’ όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ’ όλους». Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ’ όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε. Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε. Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε φάγετε». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πιέστε απ’ αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε». Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει. Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεό μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει. Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του. Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε. Από ‘κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωί.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’. Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.
Άγιοι Έσπερος, Ζωή και τα τέκνα τους Κυριάκος και Θεόδουλος
Eις τον Έσπερον και Ζωήν. Ζωής στερεί πυρ Έσπερον Ζωήν άμα, Ζωήν ποθούντας την ανέσπερον μόνην. Eις τον Kυριακόν και Θεόδουλον. Ζέοντας άρτους συγγόνους δέχου δύω, Άρτι κλιβάνου Σώτερ εκβεβλημένους.
Οι Άγιοι Έσπερος, Ζωή και τα τέκνα τους Κυριάκος και Θεόδουλος έζησαν το 2ο μ.Χ. αιώνα στο χρόνια του αυτοκράτορα Αδριανού (117 – 138 μ.Χ.). Η καταγωγή του ήταν από την Παμφυλία και ανήκαν ως δούλοι στο Ρωμαίο Κάταλλο και τη γυναίκα του Πετραδία, ο οποίος απαγόρευε στη χριστιανική οικογένεια να προσεύχεται και να υμνεί το δημιουργό Θεό της. Άλλες φορές πάλι τους διέταζαν να πραγματοποιήσουν έργα που αντίκειταν στο πνεύμα του Ευαγγελίου. Στο Συναξάρι τους αναφέρεται ότι η Αγία Ζωή πήγαινε το βράδυ στον φρουρό που φύλαγε το ανάκτορο των αρχόντων και του έλεγε να πάει να κοιμηθεί, γιατί ήταν κουρασμένος και τον αναπλήρωνε στα καθήκοντά του. Έξω όμως από τις πύλες του αρχοντικού ήταν σκυλιά τα οποία κατασπάρασσαν όποιον φτωχό πήγαινε να ζητήσει βοήθεια και ευποιία.
Η Αγία Ζωή έπαιρνε ψωμί που της έδιναν για την καθημερινή συντήρηση της οικογένειάς της, έριχνε λίγο στα σκυλιά για να σωπάσουν, και το υπόλοιπο το μοίραζε στους φτωχούς, λέγοντάς τους: «Να γίνετε Χριστιανοί, Χριστού δούλοι, διότι μόνο Εκείνος είναι ο Σωτήρας του κόσμου». Όταν δε, το 125 μ.Χ., ο Κάταλλος απέκτησε γιο, θέλησε να εορτάσουν το γεγονός όλοι οι δούλοι του. Διέταξε λοιπόν σε κοινό τραπέζι να γευθούν όλοι άφθονα ειδολόθυτα και κρασί. Ο Έσπερος και η οικογένεια του περιορίστηκαν σε ξηροφαγία. Ο Ρωμαίος κύριος τους πρόσεξε τη στάση τους και τους διέταξε να φάνε δια της βίας. Όμως όλα τα μέλη της οικογένειας αρνήθηκαν και δήλωσαν ότι λυπούνται που αυτή τη φορά δεν θα υπακούσουν τον κύριο τους. Έξαλλος από την οργή ο Κάταλλος διέταξε να ανάψουν ένα μεγάλο κλίβανο και αφού τον πύρωσε καλά έριξε μέσα τούς τέσσερις μάρτυρες. Όταν όμως το πρωί άνοιξαν τον κλίβανο βρήκαν μεν νεκρούς και τους τέσσερις μάρτυρες αλλά χωρίς τα λείψανά τους να έχουν καεί. Ο αρχηγός της ζωής και του θανάτου τους χάρισε την αφθαρσία και την ουράνια δόξα. Ναό στην Μάρτυρα Ζωή ανήγειρε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527 – 565 μ.Χ.), κοντά στο ναό της Αγίας Άννας στο Δεύτερον της Κωνσταντινουπόλεως. Ο βασιλέας Βασίλειος Α’ (867 – 886 μ.Χ.) τον ανοικοδόμησε εκ βάθρων, διότι είχε πέσει.
Οσία Ματρώνα εκ Ρωσίας
Η Οσία Ματρώνα γεννήθηκε το 1881 μ.Χ. στο χωριό Σέμπινο Επιφανίσκαγια του νομού της Τούλα, που σήμερα ονομάζεται Κομίφσκι, από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Δημήτριο και τη Ναταλία. Η Οσία είχε ακόμη τρία αδέλφια, τον Ιβάν, τον Μιχαήλ και την Μαρία. Οι γονείς της, επειδή ήταν φτωχοί, σκέφθηκαν να δώσουν το παιδί που περίμεναν στο ορφανοτροφείο του Γκολίτσιν. Όμως η μητέρα της Ματρώνας είδε, πριν την γέννησή της στο όνειρό της ότι ήλθε και κάθισε πάνω στο δεξί της χέρι ένα πουλί με ανθρώπινη μορφή αλλά χωρίς μάτια. Τότε θεώρησε το όνειρό της ως σημείο προς τον Θεό, ότι το παιδί που θα φέρει στον κόσμο θα είναι σκεύος εκλογής και έτσι αποφάσισαν να μην το δώσουν στο ορφανοτροφείο. Η Οσία γεννήθηκε τυφλή. Στη βάπτισή της, που έγινε από τον ιερέα Βασίλειο, ευλαβή και προορατικό, σχηματίσθηκε πάνω από την κολυμβήθρα ένα ανάλαφρο σύννεφο που ανέδιδε ευωδία. Ήταν και αυτό σημείο που φανέρωνε την πνευματική πρόοδο που θα είχε η Αγία. Το μόνο μέρος που πήγαινε συνέχεια, επειδή ήταν τυφλή, ήταν η εκκλησία. Όταν η μητέρα της δεν την εύρισκε στο σπίτι, ήξερε ότι η Ματρώνα ήταν στην εκκλησία. Από την παιδική της ηλικία ακόμη, της είχε δοθεί το προορατικό και διορατικό χάρισμα. Γνώριζε τις ασθένειες των ανθρώπων, τα προβλήματά τους, τις αστοχίες τους και έτσι τους προειδοποιούσε και τους συμβούλευε. Η Οσία επισκέφθηκε πολλά προσκυνήματα της Ρωσίας. Σε ένα από τα προσκυνήματά της βρέθηκε μπροστά στον Άγιο Ιωάννη της Κροστάνδης, που τότε ζούσε ακόμα. Χωρίς να δει την Οσία, είπε να ανοίξουν χώρο και φώναζε: «Ματρώνα, έλα εδώ», χωρίς να την γνωρίζει. Και συνέχισε ο Άγιος Ιωάννης: «Αυτή θα είναι η διάδοχός μου. Αυτή είναι ο όγδοος στύλος της Ρωσίας». Η Αγία ήταν τότε δεκατεσσάρων ετών. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών η Ματρώνα όχι μόνο δεν έβλεπε, αλλά σταμάτησε και να περπατάει. Έζησε έτσι παράλυτη πενήντα χρόνια. Παρόλα αυτά, ποτέ δεν παραπονέθηκε και έλεγε ότι είναι πνευματική η αιτία για όλα αυτά που της συνέβαιναν και μόνο ο Θεός γνωρίζει τις αιτίες. Έλεγε σε εκείνους που την επισκέπτονταν: «Θα έλθει ο καιρός που θα σας βάλουν μπροστά σας ψωμί και σταυρό, για να διαλέξετε. Θα περάσουμε δύσκολους καιρούς και εμείς οι Χριστιανοί πρέπει να διαλέξουμε τον σταυρό». Τον κόσμο που την επισκεπτόταν τον ευλογούσε, έβαζε τα χέρια της πάνω στην κεφαλή τους και τους διάβαζε προσευχές. Στο μέτωπό της, από τους πολλούς σταυρούς που έκανε, σχηματίσθηκε λακουβίτσα. Ο Θεός την αξίωσε και με το χάρισμα της θαυματουργίας και έτσι πολλούς θεράπευσε και ωφέλησε πνευματικά. Ο Άγιος Θεός της αποκάλυψε πως πλησίαζε η ημέρα της εξόδου της από τον μάταιο τούτο κόσμο. Τρεις ημέρες πριν την κοίμησή της, έδωσε οδηγίες για την εξόδιο ακολουθία της και τον ενταφιασμό της. Η Οσία Ματρώνα κοιμήθηκε με ειρήνη το 1952 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε στο κοιμητήριο της μονής του Δανιήλ.