Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Νεφέλη, Ευνίκη, Φεβρωνία, Αφρικανός, Διομήδης, Σάρβηλος, Νίτας, Ιέραξ, Θεόδουλος
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Δευτέρα 28 Οκτωβρίου, είναι η Εθνική Εορτή, της Αγίας Σκέπης, των Αγίων Βήλης και Ευνίκης.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Νεφέλη, Βήλη, Βίλια, Ευνίκη, Ευνίκα, Φεβρωνία, Σκέπη, Νεονίλλη, Αφρικανός, Φιρμιλιανός, Διομήδης, Σάρβηλος, Νίτας, Ιέραξ, Θεόδουλος.
Οι Άγιοι:
Αγία Σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχερνώ και επέτειος του «ΟΧΙ»
Σκέπη σου, Ἁγνή, σκέπεις καὶ περιθάλπεις Τοὺς πίστει ἀφορῶντας πρὸς σέ, Παρθένε.
Μητρὸς Θεοῖο Σκέπη Ἑλλάδα θειόφρονα καλύπτει.
Η Αγία Σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχερνώ εορτάζει την 1η Οκτωβρίου όπου και το βιογραφικό σημείωμα. Η Εκκλησία της Ελλάδος όμως, την έχει μεταθέσει στις 28 Οκτωβρίου, όπου η Ελλάδα γιορτάζει το μεγάλο γεγονός της διασώσεως και απελευθερώσεως της από τον Ιταλογερμανικό ζυγό. Την Ακολουθία που ψάλλεται αυτή την ημέρα την έγραψε ο Αγιορείτης Μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης και εγκρίθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 21 Οκτωβρίου 1952 μ.Χ. όπου και αποφασίστηκε ο συνεορτασμός της εορτής της Αγίας Σκέπης και της Εθνικής επετείου του «ΟΧΙ» (Συνοδικές Εγκύκλιοι, Τόμος Β’, Αθήνα 1956, σελ. 649).
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’
Τῆς Σκέπης σου Παρθένε, ἀvuμνοῦμεν τάς χάριτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην, ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς. Σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι· Δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ Σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου, προμηθείᾳ Ἄχραντε.
Όσιος Στέφανος ο Σαββαΐτης
Ἐπώνυμος Στέφανος οὐ φορεῖ στέφους, Ὃ πρακτικὴ χεὶρ ἀρετῆς πλέκειν.
Λόγιος μοναχός ο όσιος Στέφανος στη Λαύρα του αγίου Σάββα, έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ. Η ασκητική του ζωή, συνοδευόταν από μεγάλη αγάπη στη μελέτη και από την αξιόλογη επιδεξιότητα της Ιερής ποίησης. Αγαπούσε τους αγώνες για την ορθόδοξη αλήθεια, και πρόθυμα μετείχε στον πόλεμο κατά των αιρέσεων. Συχνά απέφευγε κάθε λογής ανθρώπινης επικοινωνίας και ζούσε εντελώς μόνος σε διάφορα ερημικά μέρη. Εκεί αγαπούσε να παρατηρεί τη φύση και να μεταρσιώνεται με την προσευχή. Επίσης χάιδευε τα ελάφια, που τον πλησίαζαν συναισθανόμενα και αυτά την αγαθότητα και την παιδική αφέλεια της ψυχής του. Τέλος ο ερημοπολίτης Στέφανος ο Σαββαΐτης, βάσταξε και τα βάρη του επισκόπου, μετά από επίμονες παρακλήσεις. Πέθανε διδάσκοντας και οικοδομώντας το λαό με το χρηστό, άμεμπτο και φιλάνθρωπο παράδειγμα του. (βλέπε και στις 13 Ιουλίου όπου επαναλαμβάνεται η μνήμη του).
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’
Στέφος εἴληφας, τῆς εὐδοκίας, στέφος γεγονός, τῆς Ἐκκλησίας, ἐπωνύμως παναοίδιμε Στέφανε, σὺ γὰρ ἐνθέοις στεφόμενος χάρισι, δι’ εὐσέβειας ποικίλως διέπρεψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Άγιοι Τερέντιος και Νεονίλλη οι σύζυγοι και τα παιδιά τους Σάρβηλος, Νίτας, Ιέραξ, Θεόδουλος, Φώτιος, Βήλη και Ευνίκη
Σὺν ἑπτὰ τέκνοις ἡ δυὰς τῶν συζύγων Τιμὴν τομὴν ἡγεῖτο τὴν ἐκ τοῦ ξίφους. Δειρὴν ὀγδοάτῃ γε Τερέντιος εἰκάδι κάρθη.
Ήταν μια πραγματική «κατ᾿ οἶκον ἐκκλησία» (επιστολή Α’ προς Κορινθίους ιστ’ 19.). Οικογένεια αληθινά χριστιανική, με μια ψυχή, με μια καρδιά και το ίδιο φρόνημα. Όταν άρχισε ο διωγμός κατά των χριστιανών, ειδοποίησαν τους δύο συζύγους ότι κινδυνεύουν να συλληφθούν. Τότε ο Τερέντιος και η Νεονίλλη αναρωτήθηκαν να φύγουν μακριά, προκειμένου να προστατέψουν τα παιδιά τους, ή να μείνουν και να περιμένουν με γενναιότητα οποιοδήποτε μαρτύριο; Οι πέντε γιοι και οι δύο θυγατέρες τους έδωσαν αποφασιστική απάντηση. Γιατί να φύγουν; Ο διωγμός είχε εξαπλωθεί παντού. Έπειτα, η αναχώρησή τους θα ενέσπειρε τον πανικό στους εκεί χριστιανούς. Και το σπουδαιότερο, η Εκκλησία δεν ενισχύεται από φυγάδες, αλλά από μάρτυρες και αθλητές. Έτσι, όλη η οικογένεια αποφάσισε να μείνει σταθερή στην απόφαση της. Και όλοι μαζί, αφού ομολόγησαν το Χριστό, πέθαναν με αποκεφαλισμό.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’
Νόμω φύσεως, συνδεδεμένοι, κράτος πίστεως, ἐνδεδυμένοι, μαρτυρίου τὴν ὁδὸν διηνύσατε, σὺν Νεονίλλη θεόφρον Τερέντιε, καὶ ἡ τῶν Παίδων ὑμῶν ἑπτὰς ἔνθεος. Καὶ νῦν ἄφεσιν, αἰτήσασθε παμμακάριστοι, τοὶς μέλπουσιν ὑμῶν τὴν θείαν ἄθλησιν.
Άγιοι Αφρικανός, Μάξιμος, Πομπήιος, Τερέντιος και άλλοι τεσσαράκοντα ακόμη Μάρτυρες
Eις τον Tερέντιον.
Τέμνουσι Τερέντιον, ὃς βλύσας γάλα, Ἐδειξε καινὸν καὶ τετμημένος τέρας.
Eις τον Aφρικανόν, Mάξιμον, και Πομπήιον.
Kτείνουσι φαύλοι προσκυνηταί δαιμόνων, Tρεις προσκυνητάς Tριάδος διά ξίφους.
Eις τους τριακονταέξ.
Άνδρας συνάθλους έξ ομού και τρις δέκα,Oμού συναθλήσαντας έγνων εκ ξίφους.
Η εορτή τους επαναλαμβάνεται και στις 10 Απριλίου.
Όσιοι Φιρμιλιανός Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας και Μελχίων Πρεσβύτερος Αντιοχείας
Εἰρηνικῶς θνῄσκουσιν εἰρήνης τέκνα, Φιρμιλιανὸς καὶ σὺν αὐτῷ Μελχίων.
Και οι δύο Όσιοι αγωνίστηκαν κατά των αιρετικών. Τον Φιρμιλιανό αναφέρει με στοργή ο Μέγας Βασίλειος. Σε Σύνοδο, που ο Αρχιεπίσκοπος αυτός συγκάλεσε στο Ικόνιο, αποφασίστηκε να βαπτίζονται οι Nαυατιανοί και γενικώς όλοι οι αιρετικοί, που ήθελαν να προσέλθουν στην αληθινή Εκκλησία.
Αγία Φεβρωνία
Tην Bασιλείαν Oυρανών Φευρωνία, Tης πατρικής σου προκρίνεις ως αγχίνους.
Η Αγία Φεβρωνία ήταν κόρη του βασιλιά του Βυζαντίου Ηρακλείου (610 – 641 μ.Χ.). Αφού έζησε με πνεύμα Θεού, απεβίωσε ειρηνικά.
Άγιος Κυριάκος ο Ιερομάρτυρας
Μίξας ἐλαίῳ, Κυριακὲ παμμάκαρ, Σὸν αἷμα σεπτόν, μῖγμα καινὸν εἰργάσω.
Ο Άγιος αυτός αφού φανέρωσε τον Τίμιο Σταυρό στην Αγία Ελένη, κατόπιν αναδείχτηκε επίσκοπος Ιεροσολύμων.
Όταν το 361 μ.Χ. ο Ιουλιανός ο Παραβάτης εκστράτευσε κατά των Περσών και πέρασε από την Ιερουσαλήμ, έμαθε για τον Κυριάκο και αφού τον κράτησε τον ανάγκαζε να θυσιάσει στα είδωλα. Αλλά ο Κυριάκος, όχι μόνο δεν θυσίασε αλλά και ήλεγξε τον Ιουλιανό. Τότε αυτός του έκοψε το δεξί χέρι. Κατόπιν έχυσε καυτό μολύβι στο στόμα του και τον έβαλε να πλαγιάσει σε χάλκινο πυρακτωμένο κρεβάτι. Έπειτα τον έβαλαν μέσα σ’ ένα καζάνι, που ήταν γεμάτο με βραστό λάδι. Εκεί τον κάρφωσαν με ακόντιο και έτσι μαρτυρικά, αλλά ένδοξα παρέδωσε το πνεύμα του.
Αγία Άννα μητέρα του Αγίου Κυριάκου
Φλεχθεῖσα σάρκα Μάρτυς Ἄννα λαμπάσιν, Ἀειφανὴς ὑπῆρξε λαμπὰς Κυρίου.
Η Αγία Άννα, μητέρα του Αγίου Κυριακού, όταν έμαθε τα μαρτύρια του γιου της, έτρεξε να τον δει και να τον ενθαρρύνει. Τότε συνελήφθη και αυτή, και αφού την κρέμασαν από τις τρίχες της κεφαλής της, την έκαψαν ζωντανή με αναμμένες λαμπάδες.
Όσιος Αθανάσιος Α’ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Αθανάσιε τίς σε ου μη δοξάσει, Ον Tριάς αυτή πανταχού εδόξασεν;
Ο Όσιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Αδριανούπολη της Θράκης (ή κατά άλλες πηγές στην Ανδρούσα της Μεσσηνίας περί το 1235 μ.Χ.), από τους ευσεβείς γονείς Γεώργιο και Ευφροσύνη. Το πρώτο του όνομα ήταν Αλέξιος και ήταν άνθρωπος μεγάλης εγκράτειας και σωφροσύνης. Ασπάσθηκε τον μοναχισμό σε νεαρή ηλικία και ασκήτευσε στο Άγιο Όρος και στο μοναστήρι του Γάνου της Θράκης.
Ο Όσιος Αθανάσιος διακρίθηκε για την αυστηρότητα των αντιλήψεων του, όχι μόνο στον μοναχικό βίο αλλά και στην ποιμαντική δραστηριότητα του κλήρου και ιδιαιτέρως των επισκόπων. Η προσπάθεια του να επιβάλει την τάξη στους απείθαρχους και περιφερόμενους μοναχούς, όπως και η επιμονή του για την επιστροφή των επισκόπων που έμεναν στης Κωνσταντινούπολη στις επαρχίες τους προκάλεσε οξύτατες αντιδράσεις. Οι θαρραλέες προσπάθειές του, που θα έδιναν ριζικές λύσεις στα σοβαρά προβλήματα της Εκκλησίας, δυστυχώς δεν τελεσφόρησαν, διότι ήρθαν σε αντίθεση με τις γενικότερες τάσεις της εποχής του. Στον διορατικό αυτόν Πατριάρχη οφείλονται οι σχετικές «Νεαραί», που εξεδόθηκαν από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β´ τον Παλαιολόγο (1282 – 1328 μ.Χ.), όπως φαίνεται από τις αξιολογότατες επιστολές του Πατριάρχη προς τον αυτοκράτορα. Οι θιγόμενοι από αυτά τα αυστηρά μέτρα επίσκοποι και μοναχοί έγιναν προσωπικοί του αντίπαλοι και επιδόθηκαν στην κατασυκοφάντηση του Πατριάρχη, και τον ανάγκασαν να παραιτηθεί δύο φορές. Την πρώτη φορά διαδέχτηκε τον Γρηγόριο, τον Κύπριο (1289 – 1293 μ.Χ.) και τη δεύτερη φορά (1304 – 1311 μ.Χ.) τον Ιωάννη IB’. Κατόπιν αποσύρθηκε του θρόνου και μόνασε σε κάποια Μονή (πιθανότατα στο μοναστήρι του Ξηρολόφου, που ίδρυσε ο ίδιος), όπου απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 100 χρονών (περί το 1323 μ.Χ.). Την βιογραφία του συνέγραψε ο Ιωάννης Καλόθετος, σύγχρονος του Γρηγορίου Παλαμά και η μεταγλώττιση αυτής έγινε από τον Αγάπιο Λάνδο στον «Νέο Παράδεισο». Το Λείψανο του Αγίου Αθανασίου Α’ μεταφέρθηκε στη Βενετία από την Κωνσταντινούπολη το 1455 μ.Χ., μετά την Άλωση της Πόλεως από τους Τούρκους, από τον Βενετό πλοιοκτήτη Δομήνικο Zottarello, ως λείψανο του Αγίου Αθανασίου του Μεγάλου Αρχιεπισκόπου Αλεξάνδρειας και ως τέτοιο τιμάται μέχρι σήμερα από τους Βενετούς. Το 1705 μ.Χ. η Κάρα του Λειψάνου καταστράφηκε από πυρκαγιά και αντικαταστάθηκε από επιχρυσωμένη κεφαλή. Το 1807 μ.Χ. το Λείψανο μεταφέρθηκε στη Μονή του Αγίου Ζαχαρία, όπου και σήμερα φυλάσσεται.
Άγιος Αρσένιος ο Αυτωρειανός Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Ο Άγιος Αρσένιος ο επονομαζόμενος Αυτωρειανός, γεννήθηκε και ανατράφηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γόνος σημαντικής οικογενείας και ο πατέρας του μάλιστα είχε τιμηθεί με το αξίωμα του «Κριτοῦ τοῦ δρόμου». Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος, αλλά μετονομάσθηκε Γεννάδιος, όταν ασπάστηκε τον μοναχικό βίο στην Ιερά Μονή της Πόλεως και ύστερα της Βιθυνίας. Έχαιρε της εμπιστοσύνης του βασιλέως της Νίκαιας Θεόδωρου Β´ του Λάσκαρη (1254 – 1258 μ.Χ.), με απαίτηση του οποίου εξελέχθη το 1254 μ.Χ. Πατριάρχης, παρά το γεγονός ότι οι αρχιερείς επιθυμούσαν την εκλογή του Νικηφόρου Βλεμμύδη. Μετά τον θάνατο του Θεοδώρου (1258 μ.Χ.) ανέλαβε την επιτροπεία του ανήλικου υιού του, Ιωάννου Β´, τον οποίο προσπάθησε να προστατεύσει από την άκρατο φιλοδοξία του Μιχαήλ Παλαιολόγου.
Ο Μιχαήλ ο Παλαιολόγος τύφλωσε τον νόμιμο διάδοχο και σφετερίσθηκε τον θρόνο. Επειδή ο Πατριάρχης Αρσένιος αντέδρασε σθεναρώς, εξορίσθηκε στην Προκόνησο, όπου και κοιμήθηκε το 1273 μ.Χ.. Οι αντιδράσαντες στο έγκλημα του Μιχαήλ Παλαιολόγου ακολούθησαν τον Αρσένιο και δημιούργησαν έτσι το σχίσμα των Αρσενιατών. Η Εκκλησία ανακήρυξε τον Αρσένιο Άγιο και τον τιμά την 28η Οκτωβρίου, η δε διαθήκη του Πατριάρχη, το μόνο σωζόμενο αυθεντικό του έργο, θεωρείται αξιόλογη πηγή (ΡG 140, 947-958).
Άγιοι Νεομάρτυρες Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος και Νικόλαος «ἐκ Μελάμπων Κρήτης»
Όλοι γεννήθηκαν στο χωριό Μέλαμπες Ρεθύμνου Κρήτης, από γονείς ευσεβείς χριστιανούς. Ο Αγγελής και ο Μανουήλ ήταν γνήσια αδέλφια, γιοι του Ιωάννη Ρετζέπη. Ο Γεώργιος ήταν γιος του Κωνσταντίνου Ρετζέπη. Ο Νικόλαος ήταν γιος κάποιου άλλου Ιωάννη Ρετζέπη. Όλοι δηλαδή ήταν από την ίδια οικογένεια, πλούσιοι, διακεκριμένοι για την ανδρεία τους, έγγαμοι με παιδιά και απολάμβαναν όλα τα προνόμια των Μωαμεθανών, διότι υποκρίνονταν τους Τούρκους. Το 1821 μ.Χ. όμως, συντάχθηκαν με τους χριστιανούς και πολέμησαν γενναία για την ελευθερία της Πατρίδας. Όταν επέστρεψαν στη γενέτειρα τους και πήγαν να πληρώσουν τους καθιερωμένους φόρους στους εντεταλμένους Τούρκους, τους κατάγγειλαν σαν αποστάτες του Μουσουλμανισμού στον Μεχμέτ Πασά του Ρεθύμνου. Συλλήφθηκαν και οδηγήθηκαν δεμένοι στην πόλη αυτή. Επειδή όμως δεν υπέκυψαν στις κολακείες των τυράννων και έμειναν σταθεροί στην πίστη, βασανίστηκαν με τον πιο φρικτό τρόπο. Τελικά στις 28 Οκτωβρίου 1824 μ.Χ. τους αποκεφάλισαν μπροστά στη «Μεγάλη Πόρτα» του Ρεθύμνου. Οι τρεις κάρες απ’ αυτούς τους Νεομάρτυρες, φυλάσσονται στον Ναό των τεσσάρων μαρτύρων στο Ρέθυμνο.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Τῆς Κρήτης γεννήματα καὶ Λάμπῃς θρέμματα, τοὺς τετραρίθμους Νεομάρτυρας ἀνευφημήσωμεν, Γεώργιον, Ἀγγελήν, Μανουὴλ καὶ Νικόλαον, οὗτοι γὰρ διὰ πίστιν τοῦ Κυρίου σφαγέντες, τὸ αἷμα αὐτῶν ἐθελουσίως ἐν τὴ Ρεθύμνη ἐξέχεαν, διὸ καὶ παρρησίαν ἔχοντες πρὸς Χριστόν, πρεσβεύουσιν ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Άγιος Αβράμιος επίσκοπος Εφέσου
Ο Άγιος Αβράμιος ακολούθησε τον μοναχικό βίο και έγινε Μητροπολίτης Εφέσου μετά το 533 μ.Χ. Ταυτίζεται με τον ομώνυμο Αββά, που αναφέρεται από τον Ιωάννη Μόσχο (P.G. 87, 2956), των Μονών Αβρααμιτών (Κωνσταντινούπολη) και Βυζαντίων (Ιεροσόλυμα). Με το όνομα του σώθηκαν δύο ομιλίες, «εἰς τὸν Εὐαγγελισμόν» και «εἰς τὴν Ὑπαπαντήν» που εκδόθηκαν το 1913 μ.Χ. από τους Μ. Kraschaninnikov και Μ. Jugie και έχουν μεγάλη σπουδαιότητα για τις πατρολογικές σπουδές.
Άγιος Ιερομάρτυρας Θεόφιλος, της Λαύρας των Σπηλαίων Κιέβου
Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Θεόφιλος, της Λαύρας των Σπηλαίων Κιέβου έζησε σαν Δια Χριστόν σαλός. Δεν έχουμε άλλες λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.
Αγία Lioba
Η οσία Λαϊόβα ήταν ανιψιά του αγίου Βονιφατίου (βλέπε 5 Ιουνίου) και πήγε στη Γερμανία μαζί με τριάντα ακόμη Βρετανίδες μοναχές, σταλμένες από την πριγκίπισσα Τέλτα, ηγουμένη της μονής του Βίνμπουρν για να βοηθήσει στην εξάπλωση της χριστιανικής πίστεως στα γερμανικά φύλα. Η Οσία Λαϊοβα κοιμήθηκε το 782 μ.Χ.
Όσιος Διομήδης
Ο Όσιος Διομήδης γεννήθηκε στην Κύπρο αλλά που ακριβώς και ποίοι ήταν οι γονείς του δεν ξέρουμε. Εκείνο που μας λέει ο άγιος Νεόφυτος, που τον εγκωμιάζει, είναι πως ο θεσπέσιος αθλητής Διομήδης «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» δόθηκε στον Χριστό. Τούτο προϋποθέτει γονείς όχι μονάχα χριστιανούς άλλα και βαθιά πιστούς. Σε κάποια ευκαιρία η Θεία Πρόνοια, που όλα τα παρακολουθεί και όλα τα φροντίζει, έφερε έτσι τα πράγματα, ώστε ο μεγάλος της Λευκουπόλεως (Λευκωσίας) επίσκοπος Τριφύλλιος, να συναντήσει και να γνωρίσει το παιδί. Η εκτίμηση του αγίου από την πρώτη στιγμή υπήρξε τόση, ώστε χωρίς κανένα ενδοιασμό τον κάλεσε κοντά του κι ανέλαβε αυτός μαζί με τον δάσκαλο του, τον επίσκοπο της Τριμυθούντος, τον άγιο και θαυματουργό Σπυρίδωνα, τη συνέχιση του έργου των ευσεβών γονιών. Κοντά στους δύο αυτούς κολοσσούς της αρετής και ξεχωριστούς της Εκκλησίας εργάτες, ο φλογερός νέος μεγαλώνει και συνεχίζει με αδιάπτωτο ενδιαφέρον τον αγώνα του και με τη χάρη του Θεού κατορθώνει να γίνει πιστό αντίγραφο τους. Πόσα χρόνια έζησε ο όσιος που μελετούμε δεν γνωρίζουμε. Ο άγιος Νεόφυτος μας λέγει μονάχα πως όλη η ζωή του φλογερού ασκητή υπήρξε μια ζωή αρετής και καλοσύνης και προσφοράς για τη δόξα του Χριστού. Όταν πέθανε, οι πιστοί που τον ακολουθούσαν μαζί με τους μαθητές του – κι ήσαν αυτοί πολλοί – κήδεψαν με δάκρυα το σώμα του πνευματικού τους πατέρα εκεί στη σπηλιά κι απάνω από αυτήν έκτισαν αργότερα μια εκκλησία και γύρω πολλά δωμάτια. Σ’ αυτά ένας μεγάλος αριθμός από εκλεκτές ψυχές είχε μαζευτεί και ζούσε μ’ ευλάβεια και φόβο Θεού την αγγελική ζωή. Ο πόθος των ασκητών να έχουν μια εικόνα, που να τους θυμίζει τον δάσκαλο τους, τους οδήγησε ύστερα από μερικά χρόνια να στείλουν στην Κωνσταντινούπολη ένα αδελφό της Μονής, για να βρει κάποιο ζωγράφο, που να τους φτιάξει μια τέτοια εικόνα. Ο μοναχός πήγε στην Πόλη. Βρήκε πράγματι ένα εξαίρετο ζωγράφο και του ανακοίνωσε τον σκοπό της επίσκεψης του. Ο ζωγράφος σαν άκουσε τον μοναχό είπε με απορία: «Μάρτυρα Διομήδη, ἐπίσταμαι. Ὅσιον Διομήδη ὅμως οὔτε γινώσκω, οὔτε ἰστορῆσαι ἰκανῶ». (Μάρτυρα Διομήδη γνωρίζω. Όσιο Διομήδη όμως ούτε ξέρω ούτε μπορώ να ζωγραφίσω).
Με πόνο ο μοναχός άκουσε την άρνηση του ζωγράφου σε όλα τα παρακάλια του. Λυπημένος έφυγε για το δωμάτιο του. Στην προσευχή η θεοφιλής εκείνη ψυχή, τη θερμή κι επίμονη, ζητάει την παρηγοριά της. Τα λόγια του Κυρίου «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμίν, ζητεῖτε, καὶ εὐρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμὶν πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται». (Ματθ. ζ’ 7-8) προβάλλουν συνέχεια στη σκέψη του. Μ’ όλη του την καρδιά ποθεί να μη γυρίσει στην Κύπρο με αδειανά τα χέρια. Θέλει να βρει μια εικόνα του προστάτη της Μονής του Αγίου. Γι’ αυτό προσεύχεται. Όλη νύχτα προσεύχεται και ζητάει τη βοήθεια του Θεού. Κι η βοήθεια προσφέρεται. Την ίδια νύχτα στον ύπνο του ζωγράφου παρουσιάζεται ο άγιος Διομήδης και του λέει: «Γιὰ ἰδές, ζωγράφε, αὐτόν, ποὺ λέγεις πὼς δὲν ξέρεις. Ἄκουσε τὸν μοναχὸ καὶ ζωγράφισέ του αὐτὸν ποὺ σοῦ ζητεῖ». Μόλις τα είπε αυτά χάθηκε από μπροστά του εκείνος που του μιλούσε. Ο ζωγράφος, που ξύπνησε, σηκώθηκε αμέσως από το κρεβάτι, κι αφού έκανε την προσευχή του και ζήτησε από τον άγιο Διομήδη συγχώρηση για την προηγούμενη άρνηση του, κάθισε κι άρχισε να ζωγραφίζει. Σαν τέλειωσε την εικόνα, την πήρε και την τοποθέτησε στο δωμάτιο, που είχε και τις άλλες τελειωμένες εικόνες. Ύστερα από λίγες μέρες ξαναήρθε και πάλι ο γνωστός μοναχός κι άρχισε να τον παρακαλεί να του κάμει τη χάρη να του φτιάξει την εικόνα που του ζητούσε. Στην παράκληση του ο ζωγράφος τον έστειλε στο δωμάτιο και του είπε να μαζέψει τις εικόνες. Εκείνος μόλις μπήκε κι είδε την εικόνα του οσίου, την αναγνώρισε και γεμάτος χαρά την πήρε και την έφερε στον ζωγράφο, βεβαιώνοντας τον πως η εικόνα που έφτιαξε απέδιδε θαυμάσια τη μορφή του οσίου. Ο ζωγράφος τότε απεκάλυψε στον μοναχό το όνειρο του και με δάκρυα κι οι δύο τους δοξολόγησαν τον Θεό για τη χάρη που δίνει στους εκλεκτούς του.
Πολλά θαύματα έκανε ο Όσιος Διομήδης. Και σε παλαιότερες εποχές, μα και στην εποχή του αγίου Νεοφύτου που τον εγκωμιάζει. Η περιγραφή αυτή της ζωής του αγίου Διομήδη, όπως μας δίνεται από τον άγιο Νεόφυτο τον Έγκλειστο, παρουσιάζει μερικά ερωτηματικά σχετικά με το πότε έζησε ο όσιος. Σαν λάβουμε υπόψη ότι οι αραβικές επιδρομές στο νησί της Κύπρου άρχισαν περί τα μέσα του έβδομου αιώνα μ.Χ. και κράτησαν μέχρι τα μέσα του δέκατου μ.Χ., τότε γίνεται φανερό, πως ο όσιος μας δεν είναι δυνατό να υπήρξε μαθητής του αγίου Τριφυλλιού, ο οποίος έζησε πολύ ενωρίτερα, τον πέμπτο περίπου αιώνα μ.Χ. Εκείνο που συνδέει τους δύο αγίους, Τριφύλλιο και Διομήδη, είναι αυτό που αναφέρει κάποιος άλλος χρονογράφος, που μας λέγει πως σε μια από τις αραβικές επιδρομές, οι Σαρακηνοί ανέσκαψαν και τον τάφο του αγίου Τριφυλλίου, που βρισκόταν στο κοιμητήριο που ήταν κοντά στο ναό της Οδηγήτριας με την ελπίδα να βρουν κάποιο θησαυρό κι έβγαλαν από μέσα ακέραιο κι ευωδιάζον το ιερό λείψανο. Γεμάτοι αγριότητα απέκοψαν το κεφάλι και, ω του θαύματος! Από τον λαιμό έτρεξε άφθονο αίμα, που κατατρόμαξε τα ανθρωπόμορφα εκείνα τέρατα. Την σκηνή αυτή παρακολουθούσε κάποιος ασκητής που ασκήτευε σε μια σπηλιά κοντά στο προάστιο της Λευκωσίας, τον Λευκομιάτη, ο άγιος Διομήδης. Εκμεταλλευόμενος ο ασκητής τη σύγχυση των τυμβωρύχων, άρπαξε την ιερά κεφαλή του αγίου Τριφυλλίου κι έτρεξε να τη μεταφέρει στο ασκητήριό του. Κάποιος όμως τον αντελήφθη και τον πρόδωσε και 500 Σαρακηνοί περίπου τον καταδίωξαν. Αυτό το περιστατικό είναι ότι συνδέει τους δυο αγίους Τριφύλλιο και Διομήδη.
Ο Παρισινός Κώδικας 1589 φ. 91α αναφέρει την μνήμη του Οσίου Διομήδη στις 29 Οκτωβρίου ως εξής: «Τῇ αὑτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Διομήδους, μαθητοῦ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Τριφυλλίου ἐπισκόπου Λευκωσίας».
Άγιος Δημήτριος Μητροπολίτης Ροστόφ
Ο Άγιος Δημήτριος του Ροστόφ, γιος του αξιωματικού Σάββα Τουπτάλα, γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1651 μ.Χ. στην κωμόπολη Μακάρωφ, κοντά στο Κίεβο. Το βαπτιστικό του όνομα Λίαν Δανιήλ. Ανατράφηκε και διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα μέσα σε μια βαθύτατα ευσεβή οικογένεια. Από το 1662 μ.Χ. μέχρι το 1665 μ.Χ. ο Δανιήλ φοιτησε στο κολλέγιο Κιεβο-Μογγιλιάνσκυ, όπου για πρώτη φορά εκδηλώθηκαν τα σπάνια χαρίσματα και οι εξαιρετικές διανοητικές ικανότητες του. Πολύ γρήγορα έμαθε την ελληνική και λατινική γλώσσα και σπούδασε κλασσικές επιστήμες. Στις 9 Ιουλίου του 1668 μ.Χ. εκάρη μοναχός στη μονή του Αγίου Κυρίλλου και πήρε το όνομα Δημήτριος, προς τιμήν του μεγαλομάρτυρας αγίου Δημητρίου του Θεσσαλονικέως (βλέπε 26 Οκτωβρίου). Στις 25 Μαρτίου του 1669 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος, από τον μητροπολίτη Κιέβου Ιωσήφ, και στις 23 Μαΐου του 1675 μ.Χ. πρεσβύτερος, από τον αρχιεπίσκοπο Τσερνιγκώφ Λάζαρο. Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας και ηγούμενος σε διάφορες μονές της Ουκρανίας, Λιθουανίας και Λευκορωσίας. Γύρω στα 1684 μ.Χ. άρχισε να συγγράφη, στη Λαύρα του Κιέβου, το μεγάλο έργο του, τον Συναξαριστή («Τσέτμινέϊ»), δηλαδή τους βίους των αγίων ολοκλήρου του εκκλησιαστικού έτους. Ο προϊστάμενος της Λαύρας αρχιμανδρίτης Βαρλαάμ (Γιασίνσκυ), γνωρίζοντας καλά το υψηλό διανοητικό επίπεδο, τη μόρφωση, τη φιλοπονία και το λογοτεχνικό χάρισμα του μαθητού του, τον προέτρεψε επίμονα ν’ ασχοληθή μ’ αυτή τη σπουδαία εργασία. Από τότε ολόκληρη η ζωή του Αγίου Δημητρίου αφιερώθηκε στη σύνταξη του Συναξαριστού. Το 1688 μ.Χ. εκτυπώθηκε ο πρώτος τόμος (Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Νοέμβριος), το 1695 μ.Χ. ο δεύτερος (Δεκέμβριος, Ιανουάριος, Φεβρουάριος) και το 1700 μ.Χ. ο τρίτος (Μάρτιος, Απρίλιος, Μάιος). Εν τω μεταξύ, το κηρυκτικό χάρισμα και το συγγραφικό έργο του ιερομόναχου Δημητρίου προκάλεσαν την προσοχή του πατριάρχου Αδριανού (+ 1700 μ.Χ.) και άλλων εκκλησιαστικών αξιωματούχων, οι όποιοι εκτίμησαν βαθιά τα πνευματικά προσόντα, τις αρετές και τον ένθεο ζήλο του. Έτσι, στις 23 Μαρτίου 1701 μ.Χ. χειροτονείται στον ναό της Κοιμήσεως του Κρεμλίνου μητροπολίτης Τομπόλσκ και Σιβηρίας. Επειδή όμως, λόγω της εύθραυστης υγείας του, ήταν αδύνατη η παραμονή του στη Σιβηρία, στις 4 Ιανουαρίου 1702 μ.Χ. εκλέγεται μητροπολίτης Ροστόφ και Γιαροσλάβ. Μόλις έφθασε στην έδρα του, την 1η Μαρτίου του 1702 μ.Χ., άρχισε ένα ευρύ έργο για την πνευματική και υλική ανόρθωση της επαρχίας και του ποιμνίου του. Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι οραματισμοί του έμειναν ανεκπλήρωτοι ή ημιτελείς, λόγω ελλείψεως οικονομικών μέσων: Ήταν η εποχή που η πολιτεία επιζητούσε με όλα τα μέσα να περιορίση τις δυνατότητες της Εκκλησίας, πλήττοντας πρωτίστως την οικονομική ευρωστία της. Ο Άγιος Δημήτριος αγωνίσθηκε σθεναρά και για την ενότητα της Ρωσικής Εκκλησίας, πού υπέστη βαρύτατο πλήγμα με το σχίσμα των παλαιοπίστων [Παλαιόπισιοι ή ρασκόλνηκοι (ρασκόλ = σχίσμα): Ρώσοι σχισματικοί, οι οποίοι τον 17ο-18ο αι μ.Χ., χωρίσθηκαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία, επειδή η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας, με πρωτοβουλία του πατριάρχου Μόσχας Νίκωνος, έκανε ορισμένες διορθώσεις και βελτιώσεις στα βιβλία της λατρείας]. Έκτος από πολυάριθμα κηρύγματα, αφιέρωσε στη μελέτη και την κριτική της σχισματικής διδασκαλίας και το έργο «Έρευνα περί της πίστεως του Μπρύνσκ» (Μπρύνσκ ήταν η περιοχή πού ζούσαν οι πιο πολλοί σχισματικοί). Το 1709 μ.Χ., τελευταίο έτος της επιγείου ζωής του, ο άγιος Δημήτριος τελείωσε και τον τέταρτο τόμο του Συναξαριστού (Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος), ενώ συγχρόνως αναθεώρησε και τους προηγουμένους τρεις τόμους. Στις 28 Οκτωβρίου του 1709 μ.Χ., κατά τη διάρκεια νυκτερινής προσευχής, ο άγιος ιεράρχης αναπαύθηκε εν Κυρίω ζώντας μέσα σε απόλυτη πτώχεια. Εκτός από βιβλία και χειρόγραφα, δεν βρέθηκε κανένα άλλο περιουσιακό του στοιχείο. Τούτο μαρτυρεί και η συγκινητική διαθήκη του. Ετάφη στη μονή του αγίου Ιακώβου του Ροστώφ, σε μια γωνιά του Καθολικού πού ο ίδιος είχε επιλέξει, στις 25 Νοεμβρίου του 1709 μ.Χ.
Η εύρεση του ιερού σκηνώματος του έγινε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1752 μ.Χ. Το δρύινο φέρετρο και τα χειρόγραφα, που υπήρχαν μέσα σ’ αυτό, είχαν σχεδόν καταστραφή από την υγρασία του τόπου, αλλά το σώμα του αγίου ιεράρχου βρέθηκε άφθορο, καθώς επίσης και η αρχιερατική ενδυμασία και το μεταξωτό κομποσχοίνι του. Το χαριτόβρυτο σκήνος του, μετά την ανεύρεση του, άρχισε να χαρίζη τη θεραπεία σε πολλούς ασθενείς και να επιτελή ποικίλα θαύματα. Γι’ αυτό η λαϊκή εκκλησιαστική συνείδησης του έδωσε την προσωνυμία του θαυματουργού.
Όταν η Ιερά Σύνοδος πληροφορήθηκε τα γεγονότα, απέστειλε επιτροπή, από τον μητροπολίτη Σουζντάλ Σίλβεστρο και τον αρχιμανδρίτη της μονής Σιμωνώφ Γαβριήλ, για να εξέταση το σκήνωμα του ιεράρχου Δημητρίου και να πιστοποίηση τις επιτελούμενες απ’ αυτό θαυματουργικές θεραπείες. Μετά από εισήγηση της επιτροπής, στις 29 Απριλίου του 1757 μ.Χ. η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ρωσίας συγκατέλεξε με πράξη της τον αοίδιμο μητροπολίτη Ροστόφ και Γιαροσλάβ Δημήτριο, κατά κόσμον Δανιήλ Σάββιτς Τουπταλα, στη χορεία των αγίων.
Σύναξη της Παναγίας Ελευθερώτριας στην Αθήνα
Το Ιερό Προσκύνημα και Καθίδρυμα Παναγία η Ελευθερώτρια βρίσκετε στην Πολιτεία (Κοκκιναράς) και πανηγυρίζει τη 28η Οκτωβρίου.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’.
Εἰκόνα σου ἁγίαν, Ἐλευθερώτριαν Ἄχραντε, νῦν πανευλαβῶς προσκυνοῦντες, γεραίρομεν, Παρθένε· ἐπέστη γὰρ σκέπη πρὸς ἡμᾶς, βραβεύουσα θαυμάτων προχοήν. Ἐκ παντοίων κινδύνων, καὶ νόσων ἡμᾶς ἀπαλλάττουσα εὐχαρίστως βοῶμεν. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ μεγαλύναντι, δόξα τῷ ἐλευθερώσαντι ἡμᾶς διὰ τοῦ τόκου σου.
Σύναξη της Παναγίας Ελευθερώτριας στo Διδυμότειχο
Το πλάτος του Ιερού Ναού Παναγίας Ελευθερώτριας στο Διδυμότειχο είναι 28μ., το μήκος 42μ. και το ύψος 35μ ενώ το κωδωνοστάσιο έχει 33 μέτρα ύψος. Ο ναός είναι βυζαντινού ρυθμού και την σχεδίαση έκανε ο καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου κ. Νικόλαος Μουτσόπουλος ενώ την επίβλεψη των έργων έκανε ο πολιτικός μηχανικός και μετέπειτα δήμαρχος της πόλης κ. Χρήστος Τοκαμανης. Το επιχρυσωμένο τέμπλο του Ναού, μοναδικό στην Ελλάδα, έχει μήκος 30 μ. και ύψος 5.5μ. Οι τοιχογραφίες έγιναν δια χειρός Ιωάννου Σαρσακη και των βοηθών αυτού, Γεωργίας Νταλαγιώργου, Ιωάννου Καμπασάκη και Χρήστου Σαρσακη. Τα ψηφιδωτά στον τρούλο από τον Παύλο Σαρφατη ενώ οι ψηφίδες είναι από το Μουράνο της Ιταλίας. Το τέμπλο κατασκεύασε ο Παντελεήμων Αμανατίδης ενώ η χρύσωση έγινε από ειδικούς τεχνίτες από το Ιάσιο της Ρουμανίας, το φύλλο χρυσού αγοράστηκε από την Νυρεμβέργη της Γερμανίας και είναι 22 καρατίων. Να σημειωθεί επίσης και η μεγάλη βοήθεια της 16ης Μεραρχίας στην επιχωμάτωση των θεμελίων. Σημαντική ήταν η συμπαράσταση του τότε δημάρχου της πόλης κ. Ευάγγελου Παπατσαρούχα για την παραχώρηση του οικοπέδου και στην τελετή εγκαινίων ο μακαριστός Μητροπολίτης κ .Νικηφόρος ο Β’ τον κάλεσε κοντά του και του είπε: «Ἐμείς οι δυο θα φωνάξουμε! Όλοι είναι άξιοι συγχαρητηρίων και τους εὐχαριστούμε… Όμως εμείς περάσαμε τις δυσκολίες… Και από το μικρόφωνο μαζί θα φωνάξουμε: Νενίκηκά σε, Βαγιαζήτ»!
Ο Ναός πανηγυρίζει στις 28 Οκτωβρίου .
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’
Εἰκόνα σου ἁγίαν, Ἐλευθερώτριαν Ἄχραντε, νῦν πανευλαβῶς προσκυνοῦντες, γεραίρομεν, Παρθένε· ἐπέστη γὰρ σκέπη πρὸς ἡμᾶς, βραβεύουσα θαυμάτων προχοήν. Ἐκ παντοίων κινδύνων, καὶ νόσων ἡμᾶς ἀπαλλάττουσα εὐχαρίστως βοῶμεν. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ μεγαλύναντι, δόξα τῷ ἐλευθερώσαντι ἡμᾶς διὰ τοῦ τόκου σου.
Σύναξη της Παναγίας Πονολύτριας στις Σέρρες
Η θαυμαστή μαρμαρόγλυφη εικόνα της Θεοτόκου με την σπάνια προσωνυμία της «Πονολύτριας», ήταν εντοιχισμένη στην εξωτερική πλευρά του δυτικού τοίχου της εκκλησίας των Αγίων Θεοδώρων. H Θεοτόκος εικονίζεται κατά μέτωπο, με υψωμένα τα χέρια της σε στάση δεήσεως. H εικόνα αυτή, που δεν ήταν η μοναδική στην εικονιστική γλυπτική στην περιοχή των Σερρών, χρονολογείται από τούς περισσότερους μελετητές ως έργο του 11ου μ.Χ. αιώνα. H θέση στην οποία καταγράφηκε η εικόνα από διάφορους μελετητές στα νεότερα χρόνια δεν ήταν η αρχική της. O δυτικός τοίχος της παλαιάς Μητροπόλεως, που σήμερα ορίζει την αρχή του νάρθηκά της, καο στον οποίο ήταν εντοιχισμένη η εικόνα, είναι έργο του 1602 μ.Χ., όπως μαρτυρά ο παπά-Συναδινός: «(1601-1602) Eγίνην νέος αρχιερεύς Σερρῶν ο κύρ Θεοφάνης είς τήν Kοσίνιτζα, άνδρας θεωριτικός…ευλαβής, φιλοκκλήσιος, είς τόν λόγον του στέρεος. Kαί ἒκαμεν… τόν τοῖχον του νάρθηκα εκ βάθρων καί τό σκέπος ὃλο τοῦ νάρθηκα και ἐχώρισε καί τόν γυναικίτην…». H εντοίχιση της γλυπτής εικόνας της Θεομήτορος στο δυτικό τοίχο, προφανώς έγινε το 1602 μ.Χ., εποχή της οικοδομήσεώς του από τον επίσκοπο Θεοφάνη (1601 – 1613 μ.Χ.). Η εντοίχιση ιερών συμβόλων και εικόνων απηχεί πανάρχαιες δοξασίες, σύμφωνα με τις οποίες τα εντοιχισμένα σύμβολα λειτουργούν προστατευτικά για το όποιο ανθρώπινο έργο. Έτσι και στην περίπτωση του ναού των Αγίων Θεοδώρων, η εντοίχιση της εικόνας της Θεοτόκου έγινε το 1602 μ.Χ., με την ακλόνητη προσδοκία πως η Παναγία με την ακεραιότητα και αγιότητα της υπάρξεώς της, η Θεοτόκος η Πονολύτρεα, «τό ἱερόν παλλάδιον τῶν Σερρῶν», θα προστάτευε το ναό από κάθε κακό όπως αυτό π.χ. της λεηλασίας του από τούς Τούρκους πριν από τριάντα χρόνια (1571 μ.Χ.). Η εικόνα της Θεοτόκου της Πονολύτρεας σπασμένη στη μέση κατά την οριζόντια διάστασή της, παρέμεινε στη θέση της στο δυτικό τοίχο των Αγίων Θεοδώρων έως και τις αρχές του 1917 μ.Χ. οπότε, μετά τον θάνατο του Μητροπολίτη Σερρών Απόστολου Χριστοδούλου, γεγονός που συνέβη στις 14 – 27 Ιανουαρίου του 1917 μ.Χ., οι Βούλγαροι την αποτοίχισαν και την αποθήκευσαν, μαζί με άλλα κλοπιμαία από τις εκκλησίες της πόλης των Σερρών, σε παρακείμενη οικία που χρησιμοποιούσαν τα στρατεύματα κατοχής για αποθήκη επισιτισμού, προφανώς, για να την μεταφέρουν στη Βουλγαρία, πράγμα που δεν πραγματοποιήθηκε εξαιτίας της εσπευσμένης τους φυγής. Το 1919 μ.Χ. η εικόνα, που θεωρούνταν χαμένη, εντοπίστηκε και μεταφέρθηκε στον Μητροπολιτικό ναό των Ταξιαρχών, απ’ όπου, κατά τη διάρκεια της τρίτης Βουλγαρικής κατοχής, τον Οκτώβριο του 1941 μ.Χ., οι βούλγαροι την αφαίρεσαν. Εντοπίστηκε τα νεότερα χρόνια στη Δράμα. Που βρισκόταν λοιπόν το «…μαρμάρινον ἀνάγλυφον τῆς Θεομήτορος ευλογούσης», πριν από τη θέση που την κατέγραψαν οι μελετητές του μνημείου; Στους βυζαντινούς χρόνους και σχεδόν έως το τέλος του 15ου μΧ. αιώνα, οι μαρμάρινες εικόνες που απεικόνιζαν τον Χριστό και την Παναγία σε στάση Δεομένης ή Οδηγήτριας, προορίζονταν αποκλειστικά για προσκύνηση και τοποθετούνταν στο εσωτερικό του ναού, μέσα σε πλαίσιο, στις παραστάδες του Ιερού Βήματος. Στο ναό των Αγίων Θεοδώρων το 1602 μ.Χ., ο Μητροπολίτης Σερρών Θεοφάνης, κατά τη μαρτυρία του παπα-Συναδινοῦ, αντικατέστησε το μαρμάρινο τέμπλο με ξυλόγλυπτο: «Eγίνην νέος αρχιερεύς Σερρῶν ο κύρ Θεοφάνης… Kαί ἒκαμεν τον τέμπλον τῆς μητρόπολης…». Tο νέο τέμπλο ή σωστότερα εικονοστάσιο, που ήταν ένα από τα πρώτα πού κατασκευάστηκαν στις εκκλησίες της Βορείου Ελλάδος, για να εντάξει οργανικά στον χώρο του Ιερού Βήματος το Διακονικό και την Πρόθεση, χωρίς να διακόπτεται από τους πεσσούς, όπως γινόταν με το μαρμάρινο τέμπλο, στηρίχθηκε σε βάσεις πριν από το θριαμβευτικό τόξο καλύπτοντας έτσι τις ανατολικές παραστάδες, οπότε, η εικόνα της Θεοτόκου της Πονολύτρεας αφαιρέθηκε από τη θέση της και τοποθετήθηκε στον δυτικό τοίχο της Εκκλησίας των Αγίων Θεοδώρων. Εν κατακλείδι, η ανάγλυφη εικόνα της Θεοτόκου της Πονολύτριας, ηταν λατρευτική εικόνα και ως τέτοια, ήταν τοποθετημένη στις ανατολικές παραστάδες του ναού των Αγίων Θεοδώρων . Μετά τον εντοπισμό της εικόνας της Θεοτόκου της Πονολύτρεας και την επιστροφή της, με τις ενέργειες του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Θεολόγου και την ευγενική συνδρομή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας κ. Παύλου στον πάνσεπτο χώρο πού η παρουσία της καθαγίαζε, η ιερά εικόνα τοποθετήθηκε και πάλι στην αριστερή, προς ανατολάς παραστάδα του Ιερού Βήματος του ναού των Αγίων Θεοδώρων όπου, ως λατρευτική εικόνα βρισκόταν έως και το 1602 μ.Χ. Καθιερώθηκε μάλιστα ο επίσημος και πάνδημος εορτασμός της την 28η Οκτωβρίου εκάστου έτους (Αγίας Σκέπης).