Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Φίλιππος, Φιλίππα, Ευφημιανός, Στάχυς
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Πέμπτη 14 Νοεμβρίου, είναι του Γρηγορίου του Παλαμά αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, του Φιλίππου του Αποστόλου.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Φίλιππος, Φίλιππας, Φιλιππής, Φιλιππάκης, Φιλίππα, Ευφημιανός, Στάχυς.
Οι Άγιοι:
Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο Θαυματουργός
Φωτός λαμπρόν κήρυκα νυν όντως μέγαν, Πηγή φάους άδυτον άγει προς φέγγος.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν δεινός θεολόγος και διαπρεπέστατος ρήτορας και φιλόσοφος. Δεν γνωρίζουμε το χρόνο και τον τόπο της γέννησής του. (Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, στο αγιολόγιο του, αναφέρει ότι ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1296 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, από τον Κωνσταντίνο τον Συγκλητικό και την ευσεβέστατη Καλλονή). Ξέρουμε όμως, ότι κατά το πρώτο μισό του 14ου αιώνα μ.Χ. ήταν στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης, απ’ όπου και αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος χάρη ησυχότερης ζωής, και αφιερώθηκε στην ηθική του τελειοποίηση και σε διάφορες μελέτες. Το 1335 μ.Χ. με τους δύο αποδεικτικούς λόγους του «Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος», ήλθε σε σύγκρουση με τον Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος δίδασκε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει τον Θεό κι ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να ενωθεί μαζί Του. Κατά τα λεγόμενα του Βαρλαάμ, ο Θεός είναι «κλειστός στον εαυτό του» και δεν μπορεί να ενωθεί με τους ανθρώπους. Επομένως, οι «ησυχαστές», οι μοναχοί δηλαδή εκείνοι που έλεγαν ότι μπορεί ο άνθρωπος, αν έχει καθαρή καρδιά και αν συγκεντρωθεί στην «καρδιακή προσευχή» (το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με»), να ενωθεί με το Θεό και να φωτισθεί και να δει το Άκτιστο φως, ασχέτως της μόρφωσής του, δεν ήταν Ορθόδοξοι αλλά ήταν «μεσσαλιανιστές» και ακόμα «ομφαλόψυχοι». Μετά από αυτές τις τοποθετήσεις του Βαρλαάμ, ο Παλαμάς εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη από όπου και άρχισε τον αγώνα «υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων», δηλ. αυτών που ασκούσαν τον ησυχασμό, συγγράφοντας μάλιστα και τους ομώνυμους λόγους του. Το ζητούμενο της πάλης αυτής ήταν κυρίως το μεθεκτικόν ή αμέθεκτον της θείας ουσίας. Ο Γρηγόριος λοιπόν, οπλισμένος με μεγάλη πολυμάθεια και ισχυρή κριτική για θέματα αγίων Γραφών, διέκρινε μεταξύ θείας ουσίας αμεθέκτου και θείας ενεργείας μεθεκτής. Και αυτό το στήριξε σύμφωνα με το πνεύμα των Πατέρων και η Εκκλησία επικύρωσε την ερμηνεία του με τέσσερις Συνόδους. Στην τελευταία, που έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 1351 μ.Χ., ήταν και ο ίδιος ο Παλαμάς. Αλλά ο Γρηγόριος έγραψε πολλά και διάφορα θεολογικά έργα, περίπου 60. Αργότερα ο Πατριάρχης Ισίδωρος, τον εξέλεξε αρχικά επίσκοπο Θεσσαλονίκης. Λόγω όμως των τότε ζητημάτων, αποχώρησε πρόσκαιρα στη Λήμνο. Αλλά κατόπιν ανέλαβε τα καθήκοντα του. Πέθανε το 1360 μ.Χ. και τιμήθηκε αμέσως σαν Άγιος. Ο Πατριάρχης Φιλόθεος, έγραψε το 1376 μ.Χ. εγκωμιαστικό λόγο στον Γρηγόριο Παλαμά, μαζί και ακολουθία και όρισε την εκκλησιαστική μνήμη του στη Β’ Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Το τίμιο σώμα του, μετά από την εκταφή, υπήρξε άφθαρτο, δηλαδή δέν σάπισε, αλλά ευωδίαζε και θαυματουργούσε. Στούς λατίνους όμως, τους υποτελείς του Πάπα, ήταν χονδρό αγκάθι η ενθύμιση του Αγίου και μάλιστα ολόσωμου. Γι αυτό πολλες φορές τον συκοφαντούσαν λέγοντας, πως για τα αμαρτήματά του έμεινε «άλυωτος», δέν δέχθηκε από απέχθεια η γη να τον διαλύσει «στα εξ ων συνετέθη»! Τον 19ο αιώνα μ.Χ. ο ναός του Αγίου καταστράφηκε από φωτιά και το τίμιο σκήνωμά του κάηκε αφήνοντας μόνον τα οστά ανέπαφα! Τόσο πολύ γινάτι κράτησαν οι καθολικοί που όταν τυπώνονταν οι εκκλησιαστικές μας ακολουθίες στην Βενετία – κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας – ο Δόγης έδινε την άδειά του για την έκδοση, μόνον εφόσον δέν υπήρχε σχετική αναφορά στον Αγιο. Έτσι για αρκετά χρόνια που κυκλοφορούσαν τα έντυπα από την Βενετία, η γιορτή του είχε σχεδόν ξεχαστεί. Περί τα μέσα και τέλη του 20ου αιώνα, επανήλθε η μνήμη των ενδόξων αγώνων του και έλαβε την πρέπουσα θέση στον χώρο των Ορθόδοξων ναών.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’
Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε θαυματουργέ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Άγιος Φίλιππος ο Απόστολος
Ἀρθεὶς Φίλιππος ἐκ ποδῶν ἐπὶ ξύλου, Τὰ τῶν ποδῶν σοι νίπτρα Σῶτερ ἐκτίνει.
Ἤρθης κἀκκεφαλῆς δεκάτῃ Φίλιππε τετάρτῃ.
Ο Άγιος Φίλιππος ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Κυρίου. Καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, απ’ όπου και ο Ανδρέας με τον Πέτρο. Τον κάλεσε μαθητή Του ο ίδιος ο Κύριος, και κατόπιν ο Φίλιππος έφερε στον Κύριο το Ναθαναήλ. Παραθέτουμε ορισμένα χωρία της Καινής Διαθήκης, στα οποία ο άναγνώστης μπορεί να μάθει περισσότερα για το Φίλιππο, σχετικά με τη ζωή του κοντά στο Χριστό: Ματθ. ι’ -3, Μάρκ. γ’ -18, Λουκ. στ’ -14, Ιωάν. α’ 44-49, Ιωάν. ιβ’ 20-23, Πράξ. α’ 13. Αξίζει, όμως, να αναφέρουμε ένα διάλογο ( Ευαγγέλιο Ιωάννου, ιδ’) που είχε ο Φίλιππος με τον Κύριο, όπου δίνει αφορμή στον Κύριο να φανερώσει ο ίδιος ότι είναι ομοούσιος με τον Πατέρα Θεό. Είπε λοιπόν ο Φίλιππος: «Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν» (Κύριε, αποκάλυψε μας, δείξε μας τον Πατέρα, και αυτό μας αρκεί). Και ο Κύριος μεταξύ άλλων του απάντησε: «Οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ᾿ ἑμαυτοῦ οὐ λαλῶ· ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα» (Δεν πιστεύεις, Φίλιππε, ότι εγώ είμαι αχώριστα συνδεδεμένος με τον Πατέρα, ώστε εγώ να είμαι και να μένω μέσα στον Πατέρα και ο Πατέρας να είναι και να μένει μέσα μου; Είμαι δε τόσο πολύ ενωμένος, ώστε αυτά πού σας διδάσκω δεν είναι από τον εαυτό μου. Αλλά ο Πατέρας μου πού μένει μέσα μου, αυτός ενεργεί τα υπερφυσικά έργα). Η παράδοση αναφέρει ότι ο Φίλιππος κήρυξε το Ευαγγέλιο στους Πάρθους και πέθανε μαρτυρικά στην Ιεράπολη της Συρίας. Το σεπτό σκήνωμα του αποστόλου για πολλά χρόνια στόλισε τον ιερό ναό που είχε κτισθεί στην Ιεράπολη προς τιμή του αγίου. Η δε αγία κάρα του τιμήθηκε από διάφορους αυτοκράτορες, όπως τον Θεοδόσιο, τον Ηράκλειο και άλλους με τις βασιλικές σφραγίδες τους. Μετά την άλωση της Βασιλίδος των πόλεων από τους Λατίνους κατά το 1204 μ.Χ. το σεπτό λείψανο μεταφέρθηκε στην Κύπρο και για πολλά χρόνια φυλασσόταν στο χωριό Άρσος (Αρσινόη της Πάφου) στον ιερό ναό που κτίστηκε εκεί προς τιμή του αποστόλου. Αργότερα ένα μέρος των λειψάνων για ευλογία διανεμήθηκε σε διάφορα μέρη. Η θήκη δε με την ιερή κάρα προ του 1788 μ.Χ. για μεγαλύτερη ασφάλεια μετακομίσθηκε στην Ιερά Μονή του Σταυρού στο Όμοδος και εκεί φυλάσσεται μέχρι σήμερα.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’
Θείαν ἔλλαμψιν, τοῦ Παρακλήτου, εἰσδεξάμενος, πυρὸς ἐν εἴδει, παγκοσμίως ὡς ἀστὴρ ἀνατέταλκας, καὶ τῆς ἀγνοίας τὸν ζόφον διέλυσας, τῇ θείᾳ αἴγλῃ Ἀπόστολε Φίλιππε. Ὅθεν πρέσβευε, Χριστῷ τῷ Θεῷ δεόμεθα, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Άγιος Κωνσταντίνος ο Υδραίος Νεομάρτυρας
Ύδρα ανύδρω νυν ρέει ύδωρ ξένον, Tων ιαμάτων εκ σορού Kωνσταντίνου.
Ο Άγιος Κωνσταντίνος γεννήθηκε στην Ύδρα και ο πατέρας του ονομαζόταν Μιχαήλ, η δε μητέρα του Μαρίνα. Δεκαοκτώ χρονών έφυγε από την Ύδρα και πήγε στη Ρόδο, κοντά στον Τούρκο ηγεμόνα Χασάν Καπετάν. Εκεί ο Κωνσταντίνος παρασύρθηκε και έξισλαμίστηκε, με το όνομα Χασάν και για τρία χρόνια απολάμβανε μεγάλες τιμές. Αργότερα όμως, συναισθάνθηκε το ολίσθημα του και άρχισε να μετανοεί. Έκανε ελεημοσύνες και έκλαψε πικρά. Τελικά, για να εξιλεωθεί αποφάσισε να μαρτυρήσει. Βρήκε λοιπόν κάποιο πνευματικό, εξομολογήθηκε και ζήτησε την ευχή του να μαρτυρήσει. Ο πνευματικός του όμως τον απέτρεψε, διότι φοβήθηκε το νεαρό της ηλικίας του. Ο Κωνσταντίνος έκανε υπακοή, εγκατέλειψε τη Ρόδο και πήγε στην πόλη Κρίμι, κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη και από ‘κει στο Άγιον Όρος. Στην Μονή Ιβήρων, προετοιμάστηκε για το μαρτύριο και αφού πήρε την ευχή των πατέρων ήλθε στη Ρόδο. Εκεί, παρουσιάστηκε στον ηγεμόνα και με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό. Τα βασανιστήρια που ακολούθησαν ήταν φρικτά. Τελικά τον απαγχόνισαν στις 14 Νοεμβρίου 1800 μ.Χ. Σήμερα, στη γενέτειρα του την Ύδρα, υπάρχει λαμπρότατος Ναός στο όνομα του, όπου βρίσκεται και το ιερό του λείψανο.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’
Τὸν λαμπρὸν γόνον Ὕδρας καὶ τῆς Ῥόδου τὸ καύχημα, καὶ Νεομαρτύρων τὸ κλέος, Κωνσταντῖνoν τιμήσωμεν, ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, τὴν μνήμην ἐκτελοῦντες τὴν αὐτοῦ, ἵνα λάβωμεν πλουσίαν τὴν ἀμοιβήν, παρὰ Θεοῦ κραυγάζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἐνισχύσαντι, καὶ ἐν ὑστέροις καιροῖς σε στεφανώσαντι.
Άγιος Στάχυς επίσκοπος Ιεραπόλεως
Στον Συναξαριστή του Άγιου Νικόδημου και στη βιογραφία του Αποστόλου Φιλίππου (βλέπε ίδια ημέρα), αναφέρεται ότι μετά τον θάνατο αυτού, ο συνοδεύων αυτόν απόστολος Βαρθολομαίος, έκανε τον Στάχυν επίσκοπο Ιεραπόλεως. Σ’ άλλους όμως Συναξαριστές, το γεγονός αυτό δεν αναφέρεται.
Άγιος Παντελεήμων ο Νεομάρτυρας, εν Κρήτη
Ο Άγιος Παντελεήμων καταγόταν από τις Σπέτσες και μαρτύρησε στην Κρήτη το 1848 μ.Χ.
Άγιος Ευφημιανός ο θαυματουργός
Ο Άγιος Ευφημιανός ήταν ακόμη ένας αθλητής του μεγάλου και δύσκολου αγώνα, που είναι γνωστός ως «αγώνας της ερήμου». Το κήρυγμα των ανθρώπων του πάπα στα μέσα περί που του 12ου αιώνα μ.Χ., που καλούσε τους χριστιανούς σε εκστρατεία για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τα χέρια των μωαμεθανών, συγκινούσε πολλών τις καρδιές. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν κι ο Ευφημιανός, που με πολλούς άλλους Έλληνες ξεσηκώθηκαν, αφήκαν τις δουλειές τους και στρατεύθηκαν για τον ιερό εκείνο αγώνα. Τούτη η εκστρατεία που είναι γνωστή σαν Β’ Σταυροφορία 1147 – 1149 μ.Χ. διαλύθηκε προτού ακόμη φθάσει στην Παλαιστίνη. Οι Έλληνες, που ήσαν στη στρατιά αυτή με αρχηγό κάποιο Αυξέντιο, τον γνωστό άγιο Αυξέντιο, αποφάσισαν να συνεχίσουν μόνοι τους την πορεία προς τα Ιεροσόλυμα, που τα κρατούσαν ακόμη χριστιανοί Ευρωπαίοι. Ποθούσαν να πάνε εκεί για να προσκυνήσουν στα άγια μέρη που περπάτησε, δίδαξε, θαυματούργησε κι απέθανε ο Κύριος μας. Και το έκαμαν. Ύστερα από την πραγματοποίηση του ιερού τούτου πόθου τους οι αθλητές αποφάσισαν να σκορπισθούν εκεί στα έρημα του Ιορδάνου και να ασκητέψουν. Επειδή όμως οι μωαμεθανοί, όπως κι οι Λατίνοι που ήσαν εκεί τους ενοχλούσαν διαρκώς, μια μέρα μαζεύτηκαν όλοι και πήραν την απόφαση να φύγουν. Κατέβηκαν στην παραλία, βρήκαν ένα καράβι που έφευγε για την Κύπρο και μπήκαν σ’ αυτό. Το καράβι όμως, όταν έφτασε στην Πάφο, εξ αιτίας δυνατής τρικυμίας συνετρίβη πάνω στους βράχους. Ευτυχώς οι επιβαίνοντες σώθηκαν όλοι, καθισμένοι πάνω σε κομμάτια ξύλα του καραβιού και μ’ αυτά βγήκαν στα Παφιακά ακρογιάλια. Από εκεί αφού συνεσκέφθηκαν τι να κάμουν, κατέληξαν στην απόφαση να διασκορπιστούν στο νησί και να ασκητέψει ο καθένας όπου βρει κατάλληλο μέρος. Και το πραγματοποίησαν. Ο Άγιος Ευφημιανός μαζί με τον Άγιο Ιωνά προχώρησαν κι έφτασαν, ο μεν άγιος Ιωνάς στο Πέργαμο, ο δε άγιος Ευφημιανός ολίγο παρακάτω ανάμεσα στα χωριά Λύση και Τρούλλοι. Εκεί σε μια σπηλιά βολεύτηκε κι άρχισε την άσκηση του. Εκεί στο ερημητήριό του, τη σπηλιά του περνούσε καθημερινά τη ζωή του, ανάμεσα σε νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές. Το αποτέλεσμα της άσκησης του αυτής υπήρξε άμεσο. Η θεία χάρη, που θεραπεύει τα ασθενή και αναπληροί τα ελλείποντα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα επισκίασε πλούσια τον όσιο. Οι ιερές του προσπάθειες καθαγιάζονται. Ο νους και η καρδία φωτίζονται. Και ο αθλητής αναδεικνύεται «παρά τω Θεώ εκλεκτός, έντιμος» και «άγιος τω Κυρίω». Η φήμη της αγιωσύνης του μέρα με τη μέρα διαδίδεται παντού. Πολλοί χριστιανοί από τα γύρω μέρη έρχονται να τον γνωρίσουν και να τον ακούσουν. Να ακούσουν τα λόγια του τα «αλάτι ηρτυμένα» και να φωτισθούν. Να διδαχθούν. Να ενισχυθούν. Να παρηγορηθούν ψυχικά. Κάτι περισσότερο. Να λάβουν ακόμη τη θαυματουργική του χάρη με την οποία πλούσια τον ετίμησε ο Θεός. Ο Άγιος Ευφημιανός έζησε θεάρεστα μέχρι τα βαθιά του γηρατειά και οι πιστοί με δάκρυα κήδευσαν το άγιο σκήνωμα του εκεί στη σπηλιά του, κι αργότερα έκτισαν μια μικρή εκκλησία στ’ όνομα του, που στέκει ως τα σήμερα. Προτού ο Αττίλας βεβηλώσει την Κύπρο με τον ερχομό του, κάθε χρόνο στη μνήμη του χιλιάδες χριστιανοί από παν ού έτρεχαν εκεί στο εκκλησάκι του, για να ασπασθούν την άγια εικόνα του και να ζητήσουν τη μεσιτεία του. Το εκκλησάκι του αγίου μέχρι την τουρκική εισβολή βρισκόταν σε πολύ καλή κατάσταση.
Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδος του ιερού περιλαμβανόταν και τούτη η επιγραφή: ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΘΕΜΟΝΙΑΝΟΥ ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΚΑΙ ΕΚ ΠΟΛΛΟΥ ΠΟΘΟΥ ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΟΥ ΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ.
Η επιγραφή αυτή μας δημιουργεί τα εξής τρία ερωτήματα.
α) Ποιο το πραγματικό όνομα του Αγίου;
β) Ποιος έκτισε το εκκλησάκι;
γ) Που βρισκόταν το μοναστήρι του αγίου Ανδρονίκου;
Στα ερωτήματα αυτά απαντάμε:
α) Το πραγματικό όνομα του αγίου είναι εκείνο, που αναφέρεται στη χειρόγραφη ακολουθία του. Αυτό το όνομα αναγράφει κι ο Μαχαιράς στον κατάλογο, που μας έχει αφήσει. Σ’ αυτόν αναφέρει τα ονόματα μόνον 67 από τους Αλαμανούς αγίους. Ανάμεσα σ’ αυτά είναι και το όνομα Ευφημιανός. Αυτό που αναφέρεται στην επιγραφή του ναού «Θεμονιανός», καθώς και τα άλλα που προφέρονται από τους κατοίκους «Φηνιανός, Θυμιανός, Θωμιανός» δεν είναι παρά παραμόρφωση του πραγματικού ονόματος.
β) Το εκκλησάκι έκτισε κάποιος Λαυρέντιος, που ήταν ηγούμενος του μοναστηριού του αγίου Ανδρόνικου.
γ) Τούτο το μοναστήρι σύμφωνα με προφορική παράδοση Λυσιωτών βρισκόταν στο χωριό Άρσος της επαρχίας Λάρνακος.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’
Τῶν ὁσίων φωστῆρα καὶ τῆς Λύσης τὸ καύχημα, Εὐφημιανὸν τὸν θεόπνουν, εὐφημήσωμεν ᾄσμασι, τῷ πίστει ἀναλώσαντι αὐτόν, ἀσκήσει καὶ συντόνῳ προσευχῇ, καὶ πτερώσαντι ἐκθύμως, τὸν νοῦν πρὸς δόμους δόξης ἐκβοήσωμεν. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πιστὸς ἰάματα.