Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Αβέρκιος, Αβερκία, Ρούφος, Ευλάλιος, Ευλαλία
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Τρίτη 22 Οκτωβρίου, είναι του Οσίου Αβερκίου επισκόπου Ιεραπόλεως.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Αβέρκιος, Αβερκία, Ρούφος, Ευλάλιος, Ευλαλία.
Οι Άγιοι:
Όσιος Αβέρκιος ο Ισαπόστολος και θαυματουργός επίσκοπος Ιεράπολης
Δοὺς Ἀβέρκιος χοῦν χοῒ θνητῶν νόμῳ, Θεὸς Θεῷ πρόσεισι, τῷ φύσει,θέσει. Εἰκάδι δευτερίῃ Ἀβέρκιος ᾤχετο γαίης.
Ο Όσιος Αβέρκιος έζησε στα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ. Η άμεπτη ζωή του και η καρποφορία της διδασκαλίας του, παρακίνησαν το ποίμνιο να τον αναγκάσει να γίνει επίσκοπος Ιεραπόλεως στη Φρυγία. Το αξίωμα δε μείωσε το ζήλο του Αβερκίου. Έλεγε, μάλιστα, ότι δεν αρκεί κάποιος να φαίνεται άρχων, αλλά και να είναι πραγματικά. Δηλαδή να αυξάνει τη διακονία και τους κόπους του. Διότι κατά το Ευαγγέλιο, «εἰ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων διάκονος» (Ευαγγέλιο Μάρκου, θ’ 35), που σημαίνει, αν κανείς θέλει να είναι πρώτος κατά την τιμή, οφείλει με την ταπείνωση του απέναντι στους άλλους, να γίνει τελευταίος από όλους και υπηρέτης όλων με την άσκηση της αγάπης. Και ο Αβέρκιος την εντολή αυτή έκανε πράξη στη ζωή του. Γι’ αυτό και ο Θεός του έδωσε το χάρισμα να κάνει πολλά θαύματα. Θεράπευσε την κόρη του βασιλιά της Ρώμης, από πονηρό δαιμόνιο. Θερμά νερά από τη γη εξέβαλε και άλλα πολλά θαύματα έκανε. Επίσης, ο Αβέρκιος κήρυξε σε όλες τις πόλεις της Συρίας και Μεσοποταμίας. Έπειτα πήγε στη Λυκαονία, την Πισιδία και στην επαρχία των Φρυγών. Ονομάστηκε ισαπόστολος, διότι περιόδευσε και κήρυξε όπως οι κορυφαίοι Απόστολοι του Χριστού. Πέθανε ειρηνικά, 72 χρονών.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’ Ἀποστόλων τὸν ζῆλον ἐκμιμησάμενος, τὴ Ἐκκλησία ἐκλάμπεις ὡς ἑωσφόρος ἀστήρ, τὴν θεόσδοτον ἰσχὺν φαίνων τοὶς ἔργοις σοί, σὺ γὰρ θαυμάτων ἱερῶν, τᾶς δυνάμεις ἐνεργῶν, Ἀβέρκιε Ἱεράρχα, πρὸς εὐσέβειας εἰσόδους, τοὺς πλανωμένους καθωδήγησας.
Άγιος Ευλάλιος
Για τον Άγιο Ευλάλιο πληροφορίες μας δίνουν οι χρονικογράφοι Λεόντιος Μαχαιράς και Φλώριος Βουστρώνιος. Για τον βίο και τη δράση του ως επισκόπου δεν μας αναφέρεται τίποτα. Άγνωστα μας είναι και τα χρόνια που ήκμασε. Ότι εκθέτουμε εδώ, είναι ότι μας λένε δύο τοπικές παραδόσεις και ότι κατορθώσαμε να βρούμε στην ακολουθία του, που δημοσίευσε για πρώτη φορά ο Βυζαντινολόγος ερευνητής κ. Κ. Χατζηψάλτης, στον Θ’ τόμο του Δελτίου της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών. Σε μια τοπική παράδοση πολύ διαδεδομένη αναφέρεται, πως ο άγιος αυτός ποιμένας ήταν επίσκοπος στην Έδεσσα της Συρίας. Στην πόλη αυτή φυλασσόταν με πολύ σεβασμό η εικόνα του Αγίου Μανδηλίου, της οποίας η ιστορία έχει περίπου ως εξής: Κατά την εποχή που στην Παλαιστίνη ζούσε και θαυματουργούσε ο Κύριος, στην Έδεσσα ήταν ένας βασιλιάς που λεγόταν Αύγαρος.
Κάποια μέρα ο βασιλιάς αρρώστησε από λέπρα. Οι γιατροί που τον επισκέφθηκαν στάθηκαν ανίκανοι να του προσφέρουν και την πιο μικρή βοήθεια. Η λύπη του άρχοντα ήταν μεγάλη. Σ’ αυτή την κατάσταση την απελπιστική μια αχτίνα ελπίδας χύθηκε στην καρδιά του, σαν έμαθε πως στη γειτονική χώρα, την Παλαιστίνη, ήταν ένας άνδρας, πρότυπο αρετής και καλοσύνης, που γιάτρευε όλες τις αρρώστιες. Ακόμα ανάσταινε και νεκρούς μ’ ένα και μόνο λόγο του. Να μπορούσε να πάει ως εκεί, θα εύρισκε οπωσδήποτε την υγεία του. Η απόσταση όμως ήταν τόσο μακρινή κι η αρρώστια του τόσο βαριά κι οδυνηρή, που του ήταν αδύνατο ν’ αναλάβει ένα τέτοιο ταξίδι. Τι να κάμει λοιπόν; Κάθισε και σκέφθηκε κι αποφάσισε. Έγραψε μια επιστολή και την έδωσε σε μερικούς ανθρώπους δικούς του, να την πάνε στην Παλαιστίνη και να την δώσουνε προσωπικά στον μεγάλο θεραπευτή. Σ’ αυτή του μιλούσε με πόνο για τη δοκιμασία του και τον παρακαλούσε να πάει ο ίδιος στην Έδεσσα, να τον δει και να τον γιατρέψει. Οι απεσταλμένοι έκαναν όπως τους διέταξε ο βασιλιάς τους. Πήγαν στην γειτονική κι ευλογημένη χώρα, βρήκαν τον θείο Θεραπευτή και Δάσκαλο, τον Ιησού και του επέδωσαν την επιστολή. Κι Αυτός αντί να σηκωθεί να πάει στην Έδεσσα, όπως του ζητούσε ο άρρωστος βασιλιάς Αύγαρος, πήρε ένα μαντήλι και μ’ αυτό σπόγγισε τον ίδρωτα από το άγιο πρόσωπο Του. Την ίδια στιγμή στο μαντήλι απάνω αποτυπώθηκε η θεϊκή μορφή Του. Δείχνοντας στους ανθρώπους του βασιλιά την Αχειροποίητη εκείνη εικόνα του, τους έδωσε το μαντήλι και τους είπε να το πάνε στον άρχοντα τους, κι αυτός μόλις θα ‘βλεπε την εικόνα Του, θα γινόταν αμέσως καλά. Κι έτσι πράγματι έγινε. Τούτο το Μανδήλιο, με την Αχειροποίητο εικόνα του Κυρίου Ιησού, φυλασσόταν για πολλά χρόνια στην Έδεσσα μέσα στο βασιλικό παλάτι. Μετά τον θάνατο όμως του βασιλιά ένας από τους διαδόχους του, φανατικός ειδωλολάτρης αποφάσισε να καταστρέψει το ιερό τούτο κειμήλιο. Την ανίερη απόφαση του έκαμε γνωστή στον τότε επίσκοπο της Έδεσσας Ευλάλιο. Κι αυτός για να σώσει την Αχειροποίητη εικόνα, χωρίς να χάσει καιρό παρέλαβε τη νύχτα κρυφά το Άγιο Μανδήλιο, κι έφυγε απ’ την Έδεσσα. Περπάτησε όλη νύχτα. Την άλλη μέρα έφτασε στην ακρογιαλιά. Εκεί βρήκε ένα καράβι, το οποίο ταξίδευε για την Κύπρο, κι ανέβηκε πάνω σ’ αυτό. Όταν όμως πλησίαζε στην Κύπρο, σηκώθηκε δυνατή τρικυμία. Τα κύματα βουνά πελώρια απειλούσαν να το βουλιάξουν. Οι επιβάτες τρομαγμένοι έτρεχαν εδώ κι εκεί μη ξέροντας τι να κάμουν. Κάποια στιγμή ο επίσκοπος Ευλάλιος βγάζοντας από τον κόρφο τον πολύτιμο θησαυρό του, έκαμε το σημείο του σταυρού, άνοιξε με ιερή ευλάβεια το Άγιο Μανδήλιο, το άπλωσε στη φουρτουνιασμένη θάλασσα και κάθισε απάνω του. Την ίδια ώρα η θάλασσα γαλήνεψε και τα κύματα έφεραν τον επίσκοπο στη Λάμπουσα. Σαν έφτασε και βγήκε στη στεριά, ο Ευλάλιος φρόντισε κι έκτισε εκεί ένα μοναστήρι, στο όποιο κι αφιέρωσε το Άγιο Μανδήλιο με την Αχειροποίητη εικόνα του Χριστού. Γι’ αυτό και το μοναστήρι κλήθηκε Μονή της Αχειροποιήτου, μια κι η εικόνα του Χριστού που ήταν αποτυπωμένη σ’ αυτό, δεν είχε γίνει από χέρια ανθρώπου. Μια άλλη όμως και πάλι Κυπριακή παράδοση μας λέγει, πως ο Ευλάλιος ο επίσκοπος της Λάμπουσας δεν έχει καμιά σχέση με τον ιερό Ευλάλιο τον επίσκοπο της Έδεσσας. Πρόκειται για ένα άλλο άσχετο πρόσωπο, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λάμπουσα. Ο άγιος αυτός από μικρό παιδί υπήρξε άνθρωπος του Θεού. Γεννήθηκε από θεοσεβείς γονείς, οι όποιοι και του φύτεψαν στην ψυχή από αυτή την παιδική ηλικία την αγάπη προς τα ιερά Γράμματα και την αρετή. Και τα αποτελέσματα αυτής της ανατροφής δεν άργησαν να φανούν. Νέος ακόμη ο Ευλάλιος άρχισε να διακρίνεται μέσα στην κοινότητα της Λάμπουσας τόσο για την αγία και παραδειγματική ζωή του, όσο και για την αρετή του. Όταν τέλειωσε τις σπουδές του, οι πιστοί χριστιανοί της πόλεως που θαύμαζαν το σεμνό ήθος και την όλη του προσεκτική και ζηλευτή συμπεριφορά, ζήτησαν από τον τότε επίσκοπο τους να προωθήσει τον πιστό νέο σε διάκονο και πρεσβύτερο. Χειροτονείται διάκονος και μετά ιερέας αλλά σχεδόν αμέσως κοιμάτε ο γέροντας επισκόπος της πόλεως του. Κληρικοί και λαϊκοί με μια φωνή καλούν τον φιλόθεο ιερέα να αποδεχθεί το υψηλότατο στην εκκλησία υπούργημα, το του επισκόπου. Με ταπείνωση και φόβο Θεού ο ευλαβής κληρικός κύπτει τον αυχένα και μ’ ευγνωμοσύνη αποδέχεται το θείο χάρισμα του αρχιερέα. Το δέχεται και το καλλιεργεί με όλη τη δύναμη και τη φλόγα της αγνής ψυχής του. Αφού διέπρεψε σαν επίσκοπος, σε αρκετά προχωρημένη ηλικία ο μακάριος ποιμήν της Εκκλησίας του Χριστού, έλαια κατάκαρπος, έκλινε την κεφαλή μπροστά στη θεία βουλή και απεδήμησε για τη βασιλεία του Θεού. Ο θάνατος του σήμανε συγκλονισμό σε όλη την περιφέρεια και θλίψη σε ολόκληρη τη νήσο. Οι άνθρωποι, που ευεργετήθηκαν από την αγάπη και την καλωσύνη του, έτρεξαν από όλα τα μέρη για να τον ιδούν έστω και νεκρό ακόμη μια φορά, και να τον ασπασθούν και να πάρουν την ευλογία του. Αργότερα η ευλάβεια των κατοίκων της δοξασμένης πόλεως έκτισε κοντά στη θάλασσα και σε μικρή απόσταση από την ιερά Μονή της Αχειροποιήτου ένα ναό στ’ όνομα του. Ο ναός αυτός με τον καιρό, και τις τόσες επιδρομές που δοκίμασε η πλούσια πόλη καταστράφηκε. Πάνω στα ερείπια του πρώτου ναού ξανακτίστηκε τον δέκατο έκτο αιώνα άλλος ναός, που διατηρείται εξωτερικά σε πολύ καλή κατάσταση. Τον ναό έκτισε σε ρυθμό Φραγκοβυζαντινό «ὁ Νεόφυτος τῆς Λευκωσίας Ποιμήν» και «νεύσει θείας χάριτος», για να λάβει με τις πρεσβείες του αγίου «λύτρωσιν συμφορῶν τὲ καὶ θλίψεως». Ο ναός ήταν ένα όμορφο μνημείο ακέραιο και πολύ καλά διατηρημένο, μέχρι την τούρκικη εισβολή. Το εσωτερικό του μόνο ήταν γυμνό, χωρίς πάτωμα, χωρίς τοιχογραφίες και φορητές εικόνες, και μ’ ένα τέμπλο φθαρμένο.
Άγιοι Αλέξανδρος ο Επίσκοπος, Ηράκλειος, Άννα, Ελισάβετ, Θεοδότη και Γλυκερία
Eις τον Aλέξανδρον. Τμηθεὶς ὁ σεπτός, Ἀλέξανδρος αὐχένα, Καὶ Μάρτυς ἐστίν, οὐ θύτης Χριστοῦ μόνον. Eις την Θεοδότην και Γλυκερίαν. Θεοδότην ἄγχουσι καὶ Γλυκερίαν, Θεοῦ γλυκείας ἠγαπηκυίας δόσεις. Eις την Άνναν και Eλισάβετ. «Στῶμεν καλῶς, καὶ θῶμεν αὐχένας ξίφει», Ἀθληφόροι λέγουσιν ἀλλήλαις δύο.
Ο Άγιος Αλέξανδρος ήταν επίσκοπος και κήρυττε με μεγάλο ζήλο το Ευαγγέλιο στα πλήθη των ειδωλολατρών. Τα κηρύγματά του προσέλκυσαν πλήθος ειδωλολατρών στην Χριστιανική πίστη. Το γεγονός αυτό εξόργισε τον άρχοντα του τόπου. Έτσι λοιπόν διέταξε να συλλάβουν τον Άγιο και να τον υποβάλλουν σε βασανιστήρια, για να τον αναγκάσουν να θυσιάσει στα είδωλα. Εκείνος όμως δεν πείστηκε. Ένας στρατιώτης, ονόματι Ηράκλειος, βλέποντας την καρτερία του Αλεξάνδρου πίστεψε στον Χριστό. Ο Ηράκλειος υποβλήθηκε σε πολλά βασανιστήρια και τελικά αποκεφαλίστηκε. Ο Άγιος Αλέξανδρος με τη χάρη του Θεού, θεραπεύτηκε από τις πληγές των βασανιστηρίων. Διετέλεσε και κάποιο θαύμα, έτσι προσέλκυσε στην πίστη του Χριστού τέσσερις γυναίκες, την Θεοδότη, τη Γλυκερία, την Άννα και Ελισάβετ. Οι γυναίκες αυτές ομολόγησαν την πίστη τους μπροστά στον άρχοντα και οδηγήθηκαν γι’ αυτό κάτω από το σπαθί του δήμιου. Ύστερα από όλους αποκεφαλίστηκε με ξίφος και ο Άγιος Αλέξανδρος.
Άγιος Ζαχαρίας ο Μάρτυρας
Θείον γε κυβιστήρα τον Ζαχαρίαν, Ένδον κυβιστήσαντα του βυθού κάλει.
Ο Άγιος Ζαχαρίας μαρτύρησε δια πνιγμού μέσα στη θάλασσα. Να σημειώσουμε εδώ, ότι ο Άγιος Ζαχαρίας που εορτάζει σήμερα δεν είναι ο ίδιος με αυτόν της 21ης Οκτωβρίου, διότι αφ’ ενός έχουν διαφορετικό δίστιχο και αφ’ ετέρου ο ένας επιγράφεται σαν Οσιομάρτυρας και ο άλλος σαν μάρτυρας.
Όσιος Ρούφος
Ήδιστα Pούφος γης απήλθε και βίου. Hγείτο και γαρ, και βίον και γην όναρ.
Ο Όσιος Ρούφος σοφός ασκητής της ερήμου, που απεβίωσε ειρηνικά. Αποφθέγματά του υπάρχουν στον «Παράδεισο των Πατέρων». Γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Σημείωσαι, ότι περί του Oσίου τούτου Pούφου γράφεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων, πως ερωτήθη από ένα· «Tί εστιν ησυχία; και τίς η ωφέλεια αυτής;» O δε Γέρων απεκρίθη αυτώ. Hσυχία εστί το καθεσθήναι εν τω κελλίω μετά γνώσεως και φόβου Θεού, απεχόμενον μνησικακίας και υψηλοφροσύνης. H τοιαύτη ησυχία, γεννήτρια ούσα πασών των αρετών, φυλάσσει τον Mοναχόν από των πεπυρωμένων βελών του εχθρού, μη εώσα αυτόν τιτρώσκεσθαι υπ’ αυτού. Nαι αδελφέ, ταύτην κτήσαι, μνημονεύων της εξόδου του θανάτου σου. Eίπε πάλιν ούτος ο Pούφος, ότι ο καθήμενος εν υποταγή πατρός πνευματικού, περισσότερον μισθόν έχει από εκείνον οπού κάθηται εις την έρημον και ησυχάζει μόνος. Eδιηγήθη γαρ ένας από τους Πατέρας, ότι είδε τέσσαρα τάγματα εις τον ουρανόν. Tο πρώτον τάγμα, ήτον ο άνθρωπος εκείνος οπού ασθενεί και ευχαριστεί εις τον Θεόν. Tο δεύτερον τάγμα, ήτον εκείνος οπού δέχεται τους ξένους και στέκεται και τους υπηρετεί. Tο τρίτον τάγμα, ήτον εκείνος οπού ησυχάζει εις την έρημον και δεν βλέπει άνθρωπον. Tο δε τέταρτον ήτον εκείνος οπού ευρίσκεται υποκάτω εις υπακοήν Γέροντος και υποτάσσεται αυτώ διά τον Θεόν. O δε υποτακτικός είχε δόξαν περισσοτέραν. Όθεν ο βλέπων την οπτασίαν ταύτην, ερώτησε τον Άγγελον οπού τον ωδήγει, διατί αυτός είχε περισσοτέραν δόξαν από τους άλλους; Kαι απεκρίθη ο Άγγελος, ότι οι μεν άλλοι, ήτοι ο φιλοξενών και ο ησυχάζων, έχουσι το εδικόν τους θέλημα. O δε υποτασσόμενος, αφήσας όλα τα εδικά του θελήματα, κρέμεται από μόνον το θέλημα του Γέροντός του».
Όσιος Λωτ
O της νέας Λωτ και νέος Λωτ τον τρόπον, Tω Λωτ συνοικεί της παλαιάς αξίως.
Ο Όσιος Λωτ ήταν ένας σοφός ασκητής της ερήμου, που απεβίωσε ειρηνικά. Αποφθέγματα του υπάρχουν στον «Παράδεισο των Πατέρων». Γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Περί του Oσίου τούτου Λωτ γράφεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων, ότι είπεν εις τον Aββάν Iωσήφ ταύτα. «Αββά, εγώ κατά την δύναμίν μου κάμνω την ολίγην μου προσευχήν. Kαι την ολίγην μου νηστείαν, και την μελέτην, και την ησυχίαν. Kαι κατά την δύναμίν μου φυλάττω τον νουν μου καθαρόν από κακούς λογισμούς. Όθεν τι άλλο να κάμω;» Tότε ο Iωσήφ εσηκώθη επάνω, και άπλωσε τα χέριά του εις τον ουρανόν. Kαι, ω του θαύματος! οι δέκα δάκτυλοι των χειρών του, έγιναν ωσάν δέκα λαμπάδες αναμμέναις, και λέγει εις τον Λωτ. Eάν θέλης, αγωνίσου, διά να γένης όλος ωσάν φωτία, εν τη προσευχή».
Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Μεθώνης, εθνοιερομάρτυρας
Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1770 μ.Χ. στο χωριό Άλβαινα της Ολυμπίας. Επίσκοπος Μεθώνης Ναυαρίνου και Νεοκάστρου (1816 – 1825 μ.Χ.) χειροτονήθηκε επί πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου ΣΤ’ (1813 – 1818 μ.Χ.). Το 1817 μ.Χ. ταξίδεψε στη Ρωσία και παρουσιάστηκε ενώπιον του τσάρου στον όποιο, με σπάνια ευγλωττία, εξέθεσε τις κακουργίες των Τούρκων κατακτητών και την οικτρή κατάσταση των υπόδουλων Ελλήνων, και από τον όποιο ζήτησε συμπαράσταση και βοήθεια για το δούλο Γένος. Στη Μεθώνη επέστρεψε το 1818 μ.Χ. με ρωσικό πολεμικό πλοίο. Τότε μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αναγνωσταρά Παπαγεωργίου. Είναι ο πρώτος από τους αρχιερείς της Πελοποννήσου που μυήθηκε σ’ αυτήν, η δε είσοδος του χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Από την έναρξη της Επανάστασης του 1821 μ.Χ., ο Γρηγόριος αναπτύσσει πολεμική δράση και πρωτοστατεί, μαζί με τους οπλαρχηγούς Παπατσώρα, Γρηγοριάδη, Παπατσώνη, Ντούφα, Παπαζαφειρόπουλο, Κων. Πετρ. Μαυρομιχάλη κ.ά. στην πολιορκία των κάστρων της Μεθώνης και του Νεοκάστρου. Μετά εξάμηνη πολιορκία του Νεοκάστρου οι Τούρκοι παραδόθηκαν και τη συμφωνία παραδόσεως υπέγραψε ο Γρηγόριος (7 Αυγούστου 1821 μ.Χ.). Η απόβαση του Ιμπραήμ στη Μεθώνη και Κορώνη βρίσκει τον Γρηγόριο στην πρώτη γραμμή και υπερασπίζεται το Παλαιόκαστρο. Μετά την πτώση της Σφακτηρίας, τα χαράματα της 30ης Απριλίου 1825 μ.Χ., ο Γρηγόριος και οι υπερασπιστές του Παλαιοκάστρου αποφάσισαν ηρωική έξοδο. Ο Γρηγόριος τραυματίστηκε και συνελήφθη αιχμάλωτος. Αρνήθηκε να εξισλαμιστεί και να «προσκυνήσει», φυλακίστηκε στο Μπούρτζι της Μεθώνης οπού υποβλήθηκε σε φρικτά μαρτύρια με αποτέλεσμα να πεθάνει στις 22 Οκτωβρίου 1825 μ.Χ.