Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Κυριακή 14 Ιουλίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Νικόδημος, Ακύλας
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Κυριακή 14 Ιουλίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Κυριακή 14 Ιουλίου, είναι του Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, του Αγίου Ακύλα Αποστόλου, του Αγίου Μάρτυτος Ιούστου.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Νικόδημος, Ακύλας.
Οι Άγιοι:
Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ο σοφός διδάσκαλος της εκκλησίας
Ο Όσιος Νικόδημος γεννήθηκε στη Νάξο το έτος 1749 μ.Χ. από γονείς ευσεβείς και ενάρετους, τον Αντώνιο και Αναστασία Καλλιβούρση (η οποία εμόνασε στην Ιερά Μονή Χρυσοστόμου Νάξου, με το όνομα Αγάθη). Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Νικόλαος και από μικρός έδειχνε ότι ήταν άνθρωπος μεγάλης αρετής και φοβερής ευφυΐας. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στη Νάξο και έπειτα στη σχολή της ίδιας πόλης επέκτεινε τις γνώσεις του, με δάσκαλο τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, Αρχιμανδρίτη Χρύσανθο. Κατόπιν 16 χρόνων πήγε στην Ελληνική σχολή της Σμύρνης, όπου κοντά σε φημισμένους διδασκάλους έλαβε ανώτερη παιδεία και αρετή. Μετά από ορισμένες περιπέτειες, το 1775 μ.Χ. πήγε στο Άγιον Όρος. Εκεί, στη Μονή του Άγιου Διονυσίου εκάρη μοναχός με το όνομα Νικόδημος. Οι Πατέρες της Μονής, που διέκριναν τα μεγάλα φυσικά και επίκτητα χαρίσματα του Νικόδημου, τον διόρισαν αναγνώστη και γραμματέα της Μονής. Στη Μονή αυτή ο Νικόδημος, υπήρξε υπόδειγμα διακονίας και πράξεων αρετής. Έπειτα αποσύρθηκε σε κάποιο κελί, όπου με ασκητικό τρόπο, επιδόθηκε στη μελέτη και συγγραφή πολλών οικοδομητικών, θεολογικών και αγιολογικών βιβλίων. Μεταξύ αυτών είναι ο «Συναξαριστής», το «Εορτοδρόμιον», η «Νέα Κλίμακα», ο «Αόρατος Πόλεμος» και άλλα πολλά. Τελικά μετά από διάφορες περιπέτειες, που υπέστη στη βραχύχρονη ζωή του, απεβίωσε από ημιπληγία, σε ηλικία 60 χρονών, τις πρώτες ορθρινές ώρες της 14ης Ιουλίου του έτους 1809 μ.Χ. στο κελλί των Σκουρταίων, στις Καρυές του Αγίου Όρους. Τα τελευταία του λόγια ήταν η απάντηση που έδωσε στους μαθητές του όταν τον ρώτησαν αν ησυχάζει: «Τον Χριστό έβαλα μέσα μου και πως να μη ησυχάσω;». Ενταφιάστηκε στο Λαυριωτικό Κελί των Σκουρταίων στις Καρυαίς του Άγιου Όρους, αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο πνευματικό συγγραφικό έργο, που σήμερα αποτελεί κεφάλαιο για τον λαό της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η Εκκλησία μας επάξια από το έτος 1955 μ.Χ. τον κατέταξε στο Αγιολόγιο της.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’
Σοφίας χάριτι, Πάτερ κοσμούμενος, σάλπιξ θεόφθογγος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, Νικόδημε θεηγόρε, πάσι γὰρ παρέθηκας, σωτηρίας διδάγματα, βίου καθαρότητας, διεκφαίνων τὴν ἔλλαμψιν, τῷ πλούτῳ τῶν ἐνθέων σου λόγων, δι’ ὧν ὡς φῶς τῷ κόσμῳ ἔλαμψας.
Άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα οι Απόστολοι
Τμηθὲν γύναιον, Ἀκύλας φησί, βλέπων, Οὐκ ἀνδριοῦμαι πρὸς τομὴν ἀνὴρ κάρας;
Οι Άγιοι Απόστολοι Ακύλας και Πρίσκιλλα ήταν ζευγάρι Ιουδαίων και καταγόταν από τον Πόντο. Κατοικούσαν στην Κόρινθο και εξασκούσαν το επάγγελμα του σκηνοποιού. Ήσαν δε άνθρωποι ενάρετοι και ευσεβείς. Όταν ο απόστολος Παύλος, επισκέφθηκε την Κόρινθο, για να διδάξει την ορθόδοξη πίστη, το ζεύγος του προσέφερε θερμή φιλοξενία καθώς είχε εντυπωσιαστεί με το κήρυγμά του. Τόσο τους άγγιξε ο φλογερός και σωτήριος λόγος του απόστολου, ώστε αφού κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν από αυτόν, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν στις περιοδείες του ως βοηθοί του. O απόστολος εντυπωσιάσθηκε τόσο από τις αρετές και τη χριστιανική τους δράση ώστε τους μνημονεύει στις επιστολές του γράφοντας ότι για τις προσφερθείσες υπηρεσίες τους και το θάρρος είναι ευγνώμων όχι μόνον εκείνος, αλλά και όλες οι εκκλησίες των εθνών.
Αργότερα οι διώκτες του χριστιανισμού τούς συνέλαβαν και αποκεφάλισαν τούς Αγίους χαρίζοντάς τους μαζί με τον τίτλο των Αποστόλων και τον τίτλο των Μαρτύρων.
O Άγιος Aκύλας εορτάζεται στις 14 Ιουλίου και στις 13 Φεβρουαρίου.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Χριστὸν ἀγαπήσαντες καὶ φωτισθέντες τὸν νοῦν, τὴ πίστει ἐνούμενοι καὶ συζυγία σεμνή, Ἀκύλας καὶ Πρισκίλλα ἤσαν μὲν προεστῶτες ἐκκλησίας κατ’ οἶκον, Παύλου δὲ τοῦ φωστῆρος συνεργοὶ καὶ προστᾶται. Διὸ αὐτοὺς τιμήσωμεν καὶ μιμησώμεθα.
Άγιος Μάρτυς Ιούστος
Mη θύμα βαλείν εις το βωμού πυρ θέλων,
Eις πυρ Iούστος θύμα βάλλεται ξένον.
Oύτος εκατάγετο από την πόλιν της Pώμης, στρατιώτης ων εις τόπον καλούμενον Nούμερα, υποκάτω εις τον Kλαύδιον τριβούνον. Γυρίζωντας δε μίαν φοράν από τον πόλεμον των βαρβάρων, εναντίον των οποίων επολέμησε μαζί με τους συστρατιώτας του, ήλθεν εις έκστασιν, και βλέπει ένα Σταυρόν κρυσταλλοειδή, από δε τον Σταυρόν ευγήκε φωνή, η οποία τον εδίδαξε το της ευσεβείας μυστήριον. Όθεν πηγαίνωντας εις την Pώμην, εμοίρασε τα υπάρχοντά του εις τους πτωχούς, και κατ’ ιδίαν ευρισκόμενος, ευφραίνετο διατί απόκτησε την πίστιν του Xριστού. Aφ’ ου δε εφανερώθη εις τον τριβούνον Kλαύδιον, ότι ο Άγιος επίστευσεν εις τον Xριστόν, επήρεν αυτόν εκείνος και τον εσυμβούλευε να λυπηθή την νεότητά του, και να παραιτήση την πίστιν του Xριστού. Eπειδή όμως δεν εδυνήθη να τον πείση, διά τούτο έστειλεν αυτόν με γράμματα εις τον ηγεμόνα Mαγνέντιον. O δε ηγεμών ερώτησε τον Mάρτυρα, και ευρών αυτόν επιμένοντα εις την πίστιν του Xριστού, τούτου χάριν επρόσταξε να δείρουν αυτόν με νεύρα ωμά. Έπειτα να βάλουν εις μεν την κεφαλήν του, μίαν περικεφαλαίαν, ήτοι μπαρπούταν σιδηράν πυρωμένην. Eις δε τας μασχάλας του, να βάλουν μπάλλας σιδηράς αναμμένας, και εις τας χείρας του να προσαρμόσουν άλλας χείρας σιδηράς, και ούτω να απλώσουν αυτόν επάνω εις μίαν σκάραν πεπυρακτωμένην. Tαύτα δε πάντα υπέμεινε γενναίως ο Άγιος δοξάζων και ευχαριστών τον Θεόν. Ύστερον εβάλθη εις ένα καμίνι, και εκεί παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, χωρίς να καή ούτε μία από τας τρίχας του. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τω Oρφανοτροφείω.