Υποχρεωτική η προσωρινή σύνταξη - Τι ποσά δικαιούνται οι ασφαλισμένοι
Όσα ισχύουν για ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες
Υποχρεωτική θα είναι από εδώ και στο εξής η χορήγηση προσωρινής σύνταξης, για όσους ασφαλισμένους την δικαιούνται. Στην τροπολογία που κατέθεσε το υπουργείο Εργασίας στη Βουλή, ορίζεται στο άρθρο 7 ότι η συγκεκριμένη διαδικασία θα εφαρμόζεται ανεξάρτητα εάν ο ασφαλισμένος υπέβαλλε σχετικό αίτημα ή όχι, όπως γινόταν δηλαδή έως σήμερα.
Υπενθυμίζεται ότι η προσωρινή σύνταξη κυμαίνεται από 70 – 80% του μέσου όρου του μισθού του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, ανάλογα εάν πρόκειται για μη μισθωτό ή δημόσιο υπάλληλο, αντίστοιχα. Στο 70% υπολογίζεται η προσωρινή σύνταξη, αν πρόκειται για συντάξεις θανάτου. Προσαρμογές υπάρχουν και για περιπτώσεις όπου η χορήγηση σύνταξης γήρατος είναι μειωμένη ή για περιπτώσεις χορήγησης σύνταξης αναπηρίας.
Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατά 30% μειωμένη για όσους επίδοξους συνταξιούχους συνεχίζουν να εργάζονται.
Ειδικά για τους αγρότες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 384 ευρώ, δηλαδή να μην υπολείπεται της εθνικής σύνταξης με 20 έτη ασφάλισης. Δεν μπορεί όμως να υπερβαίνει και το διπλάσιο αυτής δηλαδή τα 768 ευρώ.
Για αυτοτελώς απασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες ισχύει το κατώτατο όριο των 384 ευρώ. Όμως στο ανώτατο επίπεδο, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της εθνικής με 20 έτη ασφάλισης, επί δυόμιση φορές δηλαδή τα 960 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση το ποσό της προσωρινής σύνταξης, θα συμψηφιστεί με εκείνο της οριστικής, όταν η τελευταία εκδοθεί.
Ειδική αναφορά γίνεται στη ρύθμιση για τις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης, όπου η
χορήγηση προσωρινής σύνταξης είναι πιο δύσκολη. Τονίζονται επίσης όλες οι περιπτώσεις όπου
δεν χορηγείται.
Η έγκριση ή η απόρριψη της χορήγησης προσωρινής σύνταξης, λαμβάνεται από τα αρμόδια όργανα του e-ΕΦΚΑ εντός δύο μηνών από την υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών ή από την έγκριση της υγειονομικής επιτροπής, εάν επιβάλλεται να υπάρξει. Ειδικά για όσους υποβάλλουν ηλεκτρονικά αίτηση συνταξιοδότησης, η προσωρινή σύνταξη πρέπει να απονέμεται τον επόμενο μήνα από εκείνο που υποβλήθηκε η σχετική αίτηση.
Για άτομα με αναπηρία ή για γονείς που προστατεύουν άτομα με αναπηρία, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα.
Πιο αναλυτικά, η τροπολογία ορίζεται τα ακόλουθα για την προσωρινή σύνταξη:
Άρθρο 7
Υποχρεωτικότητα προσωρινής σύνταξης – Τροποποίηση άρθρων 29 και 29 Α ν. 4387/2016
1. Στο άρθρο 29 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) τροποποιούνται οι παρ. 1, 6 και 8 ως προς την
υποχρεωτικότητα της προσωρινής σύνταξης, στην παρ. 7 καταργείται η περ. α) και το άρθρο
διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Στους ασφαλισμένους οι οποίοι έχουν υποβάλει στον e-Ε.Φ.Κ.Α. από τις 13.5.2016 έντυπη
αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, χορηγείται προσωρινή σύνταξη μέχρι την έκδοση της
οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, το ύψος της οποίας υπολογίζεται ως εξής:
α) Για τους μισθωτούς το 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου
κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης
συνταξιοδότησης.
Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων
αποδοχών, οποτεδήποτε και αν καταβλήθηκαν, διά του δώδεκα (12).
β) Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους
ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40, το 70% του μέσου
μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της
υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ως μέσο μηνιαίο εισόδημα νοείται αυτό το οποίο
προκύπτει από το πηλίκο του συνόλου των τρεχουσών εισφορών κύριας ασφάλισης που
καταβλήθηκαν κατά τους μήνες αυτούς, διαιρούμενου δια του 20% και διά του δώδεκα (12).
γ) Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης και
έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από τη δημοσίευση του νόμου εργασία και δικαιούνται
σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής
μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την
ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή.
δ) Η μείωση της περ. γ) εφαρμόζεται και επί των ποσών που προκύπτουν από τις παρ. 2 και 3.
2. Για τους μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α. η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί
να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης
και να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε
φορά.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή
σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε
είκοσι (20) έτη ασφάλισης και μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής
σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.
3. Τα ανωτέρω ισχύουν στις περιπτώσεις αίτησης για πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος. Σε
περιπτώσεις αίτησης για μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος το ποσό της προσωρινής σύνταξης
μειώνεται κατά ποσοστό 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του ορίου
ηλικίας που προβλέπεται για την πλήρη σύνταξη.
4. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης σύνταξης λόγω αναπηρίας, το ποσό της προσωρινής
σύνταξης, στο ύψος που διαμορφώνεται κατά τα ανωτέρω, μειώνεται αντίστοιχα κατά τα
ποσοστά που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 27. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης
συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω
διατάξεις, χορηγείται στους δικαιούχους σε ποσοστό 70%. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται
μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης.
5. Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο με την προσωρινή σύνταξη
συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που προκύπτει μετά την έκδοση της οριστικής πράξης
απονομής της σύνταξης.
6. Στην περίπτωση ασφαλισμένου με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον
e-Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, η προσωρινή σύνταξη εξετάζεται και
χορηγείται από τον e-ΕΦΚΑ, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον παρόντα για την
επαγγελματική δραστηριότητα στην οποία υπαγόταν ο ασφαλισμένος κατά την τελευταία
χρονική περίοδο πριν από την αίτησή του. Αν για τον υπολογισμό του ποσού της προσωρινής
σύνταξης, ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης της παρ. 1 δεν επαρκεί, λόγω αλλαγής
επαγγελματικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου, λαμβάνεται υπόψη και διαδοχικά διανυθείς
χρόνος ασφάλισης και καταβάλλεται ποσό προσωρινής σύνταξης, όπως προβλέπεται στο παρόν.
Το ανωτέρω ισχύει και στις περιπτώσεις διαδοχικά ασφαλισμένων που έχουν οφειλή μέχρι του
ποσού που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις.
7. Η διάταξη για την έκδοση της προσωρινής σύνταξης δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες
περιπτώσεις:
α) καταργείται
β) Όταν δεν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.
γ) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό
των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του
Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας,
καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που
θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό
ασφαλιστικό φορέα.
δ) Όταν δεν έχουν κατατεθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά.
ε) Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη κύρια σύνταξη για την ίδια αιτία.
στ) Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση
συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο λόγος θεωρείται ότι εκλείπει εφόσον,
μετά από την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση
αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με
παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου.
ζ) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές ποσού που υπερβαίνει τα προβλεπόμενα
από τις σχετικές διατάξεις ποσά.
η) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης
σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.
Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ζ) και η) προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από
την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.
8. Η προσωρινή σύνταξη χορηγείται ή απορρίπτεται με απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού
οργάνου, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών ή από την
ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της
σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου.
Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή.
9. Η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατ` απόλυτη προτεραιότητα στους δικαιούχους που
είναι άτομα με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και στους γονείς και νόμιμους κηδεμόνες που
προστατεύουν άτομα με αναπηρία ή για όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν.
612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, ή με
βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περ. α` της παρ. 1
των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε
αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά.
10. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και σε περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν
υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης από τη 13η.5.2016 και εφεξής και τους έχει ήδη χορηγηθεί
προσωρινή σύνταξη, εφόσον δεν έχει χορηγηθεί οριστική, καθώς και σε απασχολούμενους
συνταξιούχους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν από την έναρξη εφαρμογής του
παρόντος.
Η καταβολή της διαφοράς από την εφαρμογή των διατάξεων των περ. α) και β) της παρ. 1,
καθώς και των παρ. 3 και παρ. 4, καταβάλλεται αναδρομικά στους δικαιούχους.
11. Εάν, μετά από τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης
απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι
τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι
ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις
ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.
12. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η
διαδικασία, ο τρόπος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της διαφοράς στις ήδη
χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση
συνταξιοδότησης, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την
ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης, καθώς και
κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος.».
2. Στο άρθρο 29 Α του ν. 4387/2016 τροποποιούνται οι παρ. 1 και 3 ως προς την
υποχρεωτικότητα της προσωρινής σύνταξης ως εξής:
«1. Στους ασφαλισμένους οι οποίοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά στο πληροφοριακό σύστημα του
e-Ε.Φ.Κ.Α., μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (ΕΨΠ-gov.gr) αίτηση
συνταξιοδότησης, χορηγείται προσωρινή σύνταξη από την πρώτη του επόμενου της
ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, μέχρι το τέλος του μήνα έκδοσης
της οριστικής απόφασης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις επόμενες παραγράφους.
3. H προσωρινή σύνταξη χορηγείται ή απορρίπτεται με απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού
οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών της παρ. 4 ή
και από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η
χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου.
Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή.».
Διαβάστε επίσης: