«Τέλος» το Woke στις ΗΠΑ
«Κούρασαν οι ομάδες που τα βλέπουν όλα άσπρο-μαύρο»
Κάποτε ήταν ένας όρος που υποδήλωνε την εγρήγορση απέναντι σε φυλετικές προκαταλήψεις και διακρίσεις, σε κάθε είδους ρατσισμό. Για χρόνια είχε θετικό πρόσημο και θετική έκφραση στην κοινωνία. Ήταν συνώνυμο της ευαισθητοποίησης σε σειρά κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων. Έως ότου εξελίχθηκε για πολλούς σε μία… τυραννία.
Ο λόγος για τη λεγόμενη woke κουλτούρα και ατζέντα. Από ένα μέσο προστασίας των ευάλωτων ομάδων και εκείνων που έπεφταν θύματα διακρίσεων έφτασε να εξελιχθεί σε κάτι που πολλοί είχαν την αίσθηση πως επιβάλλει μία ακραία, στρεβλή μορφή της πολιτικής ορθότητας και επιχειρεί να φιμώσει, να κάνει “cancel” όσους διαφωνούν. Ακόμη και στο εσωτερικό των επιχειρήσεων άρχισε ως μία θετική δύναμη ανανέωσης και φάνηκε να εξελίσσεται σε… βάρος.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Economist το woke …αφύπνισε τους Αμερικανούς, αλλά πια τους έχει κουράσει και εκείνοι του γυρίζουν την πλάτη.
Οι Ρεπουμπλικάνοι αγαπούν να αποδίδουν όλα όσα θεωρούν λάθος στην Αμερική σε μια «επιδημία woke», με την οποία τείνουν να εννοούν οτιδήποτε μυρίζει πολιτική ορθότητα. Να θυμίσουμε ότι ακόμη και η Μυστική Υπηρεσία κατηγορήθηκε για «woke» κριτήρια στη στελέχωσή της, μετά την παταγώδη αποτυχία της στην πρώτη απόπειρα δολοφονιας κατά του Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Economist προσπάθησε να ποσοτικοποιήσει την εξέχουσα θέση των ιδεών woke σε τέσσερις τομείς:
- την κοινή γνώμη,
- τα μέσα ενημέρωσης,
- την τριτοβάθμια εκπαίδευση
- και τις επιχειρήσεις.
Σχεδόν παντού εμφανίστηκε μια παρόμοια τάση: απότομη αύξηση το 2015, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή, περαιτέρω εξάπλωση κατά την επακόλουθη άνθηση του #MeToo και του Black Lives Matter, κορύφωση το 2021-22 και στη συνέχεια υποχώρηση. Η μόνη εξαίρεση είναι η εταιρική εγρήγορση, η οποία απογειώθηκε μόνο μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από αστυνομικούς (ήταν σε χαμηλά επίπεδα έως τότε), αλλά έχει επίσης υποχωρήσει τα τελευταία δύο χρόνια.
Ο όρος woke (που παραπέμπει στην αφύπνιση) χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τους αριστερούς για να περιγράψει άτομα που είναι σε εγρήγορση στον ρατσισμό. Αργότερα έφτασε να συμπεριλάβει εκείνους που ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν κάθε μορφή προκατάληψης. Ήταν προφανώς κάτι καλό.
Αλλά σήμερα οι Δημοκρατικοί, ακόμη και στην αριστερή πτέρυγα του κόμματος, σπάνια χρησιμοποιούν πλέον τη λέξη, γιατί έχει συνδεθεί με τους πιο σκληρούς ακτιβιστές, που τείνουν να χωρίζουν τον κόσμο σε θύματα και καταπιεστές, να τα βλέπουν όλα άσπρο – μαύρο.
Αυτή η λογική χρησιμοποιείται στη συνέχεια για να δικαιολογήσει ανελεύθερα μέσα για τη διόρθωση παγιωμένων αδικιών, όπως είναι οι αντίστροφες διακρίσεις, η αστυνόμευση του λόγου και οι δολοφονίες χαρακτήρων. Είναι αυτό το είδος του «woke πολεμιστή» που οι Ρεπουμπλικάνοι λατρεύουν να βάζουν στο στόχαστρο και που πλέον ακόμη και οι Δημοκρατικοί απορρίπτουν.
Οι δημοσκοπήσεις και ο Τύπος
Ο απλούστερος τρόπος για να μετρήσει κανείς την εξάπλωση των woke προβολών είναι μέσω των δημοσκοπήσεων. O Economist εξέτασε τις απαντήσεις τα τελευταία 25 χρόνια σε δημοσκοπήσεις που διεξήγαγαν οι Gallup, General Social Survey (GSS), Pew και YouGov. Οι απόψεις για τις φυλετικές διακρίσεις άρχισαν να αυξάνονται γύρω στο 2015 και κορυφώθηκαν γύρω στο 2021. Στα πιο πρόσφατα στοιχεία της Gallup, από τις αρχές του τρέχοντος έτους, το 35% των ανθρώπων δήλωσε ότι ανησυχεί «πολύ» για τις φυλετικές διακρίσεις, με το ποσοστό να είναι αισθητά μειωμένο σε σχέση με το 2021 (48%).
Σύμφωνα με τον Pew, το ποσοστό των Αμερικανών που συμφωνούν ότι οι λευκοί απολαμβάνουν πλεονεκτήματα στη ζωή που δεν έχουν οι μαύροι («λευκό προνόμιο», στην ορολογία) κορυφώθηκε το 2020. Η δημοσκόπηση σχετικά με τις διακρίσεις στη βάση του φύλου αποκαλύπτει ένα παρόμοιο μοτίβο, αν και με προγενέστερη αιχμή από τις ανησυχίες για τη φυλή.
Το ποσοστό των Αμερικανών που θεωρούν τον σεξισμό ένα σοβαρό πρόβλημα κορυφώθηκε στο 70% το 2018, μετά το #MeToo. Το ποσοστό που πιστεύει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν εμπόδια που δυσκολεύουν την εξέλιξή τους κορυφώθηκε το 2019, στο 57%.
Η απήχηση των woke θέσεων για τα πολλαπλά φύλα επίσης είναι σε πτώση. Η Pew διαπιστώνει ότι το ποσοστό των ανθρώπων που πιστεύουν ότι κάποιος μπορεί να είναι διαφορετικό φύλο από αυτό της γέννησής του μειώνεται σταθερά από το 2017, όταν έθεσε για πρώτη φορά την ερώτηση. Η αντίθεση στους τρανς μαθητές που παίζουν σε αθλητικές ομάδες που ταιριάζουν με το κοινωνικά επιλεγμένο φύλο και όχι με το βιολογικό τους φύλο έχει αυξηθεί από 53% το 2022 σε 61% το 2024, σύμφωνα με το YouGov.
Για να επιβεβαιώσει την τάση που αποκαλύφθηκε από τις δημοσκοπήσεις, ο Economist μέτρησε πόσο συχνά τα μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιούν woke όρους όπως «μικροεπιθετικότητα», «καταπίεση», «προνόμιο των λευκών» και «τρανσφοβία». O David Rozado, ακαδημαϊκός με έδρα τη Νέα Ζηλανδία, μέτρησε τη συχνότητα 154 τέτοιων λέξεων σε έξι εφημερίδες—τους Los Angeles Times, New York Times, New York Post, Wall Street Journal, Washington Post και Washington Times—μεταξύ 1970 και 2023. Σε όλες, εκτός από τους Los Angeles Times, η συχνότητα αυτών των όρων κορυφώθηκε μεταξύ 2019 και 2021 και έκτοτε μειώθηκε.
Από την τηλεόραση έως τα πανεπιστήμια
Διαπιστώθηκε σε μεγάλο βαθμό η ίδια τάση στην τηλεόραση, εφαρμόζοντας την ίδια μέθοδο μέτρησης λέξεων σε μεταγραφές από το ABC, το MSNBC και το Fox News από το 2010 και το 2023, καθώς και σε βιβλία, χρησιμοποιώντας τους τίτλους των 30 βιβλίων με τις μεγαλύτερες πωλήσεις κάθε εβδομάδα από το 2012 έως τη μέση του τρέχοντος έτους. Η χρήση woke ορολογίας στην τηλεόραση κορυφώθηκε το 2021. Στα δημοφιλή βιβλία η κορύφωση ήρθε αργότερα, το 2022, με μικρή μόνο πτώση το 2023, ακολουθούμενη από πολύ μεγαλύτερη πτώση μέχρι στιγμής το 2024.
Στον ακαδημαϊκό χώρο, που συχνά θεωρείται ως η βασική εστία της woke ατζέντας, η τάση είναι σχεδόν η ίδια. Οι εκκλήσεις για πειθαρχία στους ακαδημαϊκούς για τις απόψεις τους, όπως τεκμηριώνεται από το Ίδρυμα για τα Ατομικά Δικαιώματα και την Έκφραση, κορυφώθηκαν το 2021 με συνολικά 222 αναφερόμενα περιστατικά. Μια παρόμοια βάση δεδομένων, που συντάχθηκε από την College Fix, μια συντηρητική φοιτητική εφημερίδα, διαπιστώνει ότι το 2020 είχαμε κορύφωση των εκκλήσεων για λογοκρισία ή ακύρωση των μελετητών στο όνομα της πολιτικής ορθότητας. Έκτοτε βρίσκονται σε σταθερή υποχώρηση.
Πηγή: Naftemporiki, Economist
Διαβάστε επίσης: