Τέλος επιτηδεύματος: Ποιοι δικαιούνται απαλλαγή - Έως 28 Ιουλίου οι ενστάσεις
Οι προϋποθέσεις
Τη δυνατότητα υποβολής ένστασης έως 28 Ιουλίου θα έχουν όσοι δικαιούνται απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος για το φορολογικό έτος 2022, λόγω αύξησης των θέσεων εργασίας και δεν έχουν λάβει ειδοποίηση από την ΑΑΔΕ έως τις 7 Ιουλίου.
Σύμφωνα με κοινή υπουργική απόφαση των υπηρεσιακών υπουργών Οικονομικών και Εργασίας η οποία δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ «ειδικά για το φορολογικό έτος 2022, η ΑΑΔΕ ενημερώνει με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τις επιχειρήσεις με φορολογικό έτος που λήγει έως τις 31.1.2023, οι οποίες πληρούν την προϋπόθεση της παρ. 2 του άρθρου 2 της παρούσας, μέχρι τις 7 Ιουλίου 2023. Οι επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου που δεν λαμβάνουν το ηλεκτρονικό μήνυμα, λόγω μη διακρίβωσης της πλήρωσης των προϋποθέσεων του προηγούμενου άρθρου, δικαιούνται να υποβάλλουν ένσταση μέχρι τις 28 Ιουλίου 2023».
Τι ισχύει με τις ενστάσεις
Η ένσταση υποβάλλεται με τη συμπλήρωση σχετικού εντύπου εντός του περιβάλλοντος του Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ. Οι ενστάσεις εξετάζονται από Επιτροπή, που θα συσταθεί από τον Γενικό Γραμματέα Εργασιακών Σχέσεων. Οι επιχειρήσεις υποχρεούνται, επί ποινή απαραδέκτου της ένστασης, να συνυποβάλλουν με το ως άνω έντυπο, σε ηλεκτρονική μορφή, όλα τα απαραίτητα κατά περίπτωση δικαιολογητικά και στοιχεία για την τεκμηρίωση της ένστασης. Η απόφαση που εκδίδεται από την Επιτροπή Ενστάσεων κοινοποιείται στην επιχείρηση και γνωστοποιείται στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ, το οποίο αποστέλλει για τις περιπτώσεις αυτές επικαιροποιημένα στοιχεία στην ΑΑΔΕ. Η ΑΑΔΕ αποστέλλει μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις επιχειρήσεις των οποίων η ένσταση γίνεται αποδεκτή. Εάν κατά τον χρόνο λήψης του ηλεκτρονικού μηνύματος από την ΑΑΔΕ, οι δικαιούχοι έχουν ήδη υποβάλει τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου έτους, υποβάλλουν τροποποιητική δήλωση προκειμένου να εξαιρεθούν από την υποχρέωση καταβολής του τέλους επιτηδεύματος για το έτος αυτό.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις νόμου, δικαιούχοι της εξαίρεσης από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος είναι φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των βιβλίων τους (απλογραφικά ή διπλογραφικά), των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα κατά το φορολογικό έτος για το οποίο χορηγείται η εξαίρεση δεν υπερβαίνουν τα δύο εκατομμύρια ευρώ.
Οι προϋποθέσεις
Για την εξαίρεση τους από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος ενός φορολογικού έτους θα πρέπει κατά το ίδιο φορολογικό έτος να έχουν προβεί σε αύξηση των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης κατά τουλάχιστον τρία δωδέκατα (3/12) σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
1. Για τον υπολογισμό της αύξησης κατά τουλάχιστον τρία δωδέκατα (ή 25%) του μέσου αριθμού των εργαζομένων των δικαιούχων επιχειρήσεων με σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος του αριθμού των απασχολούμενων κατά το κρινόμενο (για την εξαίρεση από το τέλος επιτηδεύματος) έτος, ο οποίος συγκρίνεται με τον μέσο όρο των απασχολούμενων του προηγούμενου φορολογικού έτους. Βάση υπολογισμού του μέσου αριθμού των εργαζομένων είναι ο αριθμός των απασχολούμενων από την 1/1 έως και την 31/12 του προηγούμενου φορολογικού έτους, σε συνάρτηση με τον αριθμό των απασχολούμενων από την 1/1 έως και την 31/12 κατά το κρινόμενο έτος.
Ο μέσος αριθμός εργαζομένων πλήρους απασχόλησης της επιχείρησης υπολογίζεται ανά μήνα από το σύνολο των εργαζομένων που απασχολούνται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης, αορίστου ή ορισμένου χρόνου για το σύνολο του έτους.
Στους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης συμπεριλαμβάνονται οι εποχικοί απασχολούμενοι. Ειδικά σε περίπτωση συγχώνευσης επιχειρήσεων, ο μέσος όρος των εργαζομένων στην προερχόμενη από τη συγχώνευση εταιρεία θα προκύπτει από το άθροισμα των μέσων όρων των εργαζομένων που απασχολήθηκαν σε κάθε μία από τις συγχωνευόμενες επιχειρήσεις για το χρονικό διάστημα της τελευταίας διαχειριστικής χρήσης τους.
Εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης, ο οποίος απασχολείται στην επιχείρηση τουλάχιστον κατά μία ημέρα πλέον του μισού ημερολογιακού μήνα, δηλαδή πλέον των 15 ημερών ανά μήνα, υπολογίζεται σε ετήσια βάση ως ένα δωδέκατο (1/12) ενώ κατά τον υπολογισμό του μέσου όρου απασχολούμενων, ποσοστά μικρότερα του 0,5 στρογγυλοποιούνται προς τα κάτω και ποσοστά μεγαλύτερα ή ίσα του 0,5 στρογγυλοποιούνται προς τα πάνω.
Για τον έλεγχο της προϋπόθεσης ακαθάριστων εσόδων έως 2 εκατ. ευρώ το ποσό των ακαθαρίστων εσόδων αντλείται από την κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (έντυπο Ε3) και συγκεκριμένα, από τον κωδικό (047) του εντύπου του εκάστοτε φορολογικού έτους.
Ο μέσος αριθμός εργαζομένων πλήρους απασχόλησης της επιχείρησης υπολογίζεται από το Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ανά μήνα από το σύνολο των εργαζομένων που απασχολούνται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης, για το σύνολο του έτους. Τα εξαχθέντα στοιχεία διαβιβάζονται αρμοδίως από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων στην ΑΑΔΕ.