Τη δραματική μείωση των τραπεζοϋπαλλήλων τα τελευταία 11 έτη κατά 51,1%, σε συνδυασμό με τον ψηφιακό τραπεζικό αποκλεισμό που συντελείται, λόγω της συρρίκνωσης του δικτύου των Τραπεζών, επιχειρεί να αναδείξει η ΟΤΟΕ.
Η Ομοσπονδία με συγκεκριμένες ερωτήσεις – απαντήσεις, σημειώνει ότι οι υπάλληλοι του κλάδου υποχώρησαν στους 30.998 το 2021, όταν ήταν 63.408 το 2010.
Επίσης, φαίνεται ότι τα καταστήματα περιορίστηκαν σε μόλις 1.560 πανελλαδικά το 2021 όταν ήταν 4.005 το 2010 (μείωση 61%).
Σε όλα τα παραπάνω, έρχεται να προστεθεί και η πολύ περιορισμένη χρήση διαδικτύου που κάνουν στην Ελλάδα συγκεκριμένες ομάδες πολιτών, για να αναδειχθεί το πρόβλημα του τραπεζικού αποκλεισμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η ΟΤΟΕ, φαίνεται ότι το 31,95% των κατοίκων της χώρας ηλικίας 55 – 64 ετών, δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο, όταν είναι μόλις 10% το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ.
Πράγματι, σε ολόκληρη την Ε.Ε. σημειώθηκαν μειώσεις στο δίκτυο καταστημάτων και στην απασχόληση στις Τράπεζες την τελευταία δεκαετία. Όμως, στην Ελλάδα έχουμε υπερβολική συρρίκνωση και υποστελέχωση του κλάδου, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Μια Ευρώπη αναμφισβήτητα πιο αναπτυγμένη, από άποψη ψηφιακής Τραπεζικής και συναλλακτικών συνηθειών.
Η υπερβολική συρρίκνωση στην χώρα μας δεν οφείλεται τόσο στην τεχνολογική πρόοδο, με την οποία δεν είμαστε αντίθετοι, οφείλεται κυρίως σε ακραίες επιλογές συρρίκνωσης του εγχώριου Τραπεζικού Συστήματος, με κύριο στόχο την περικοπή κόστους και όχι την καλύτερη εξυπηρέτηση της πελατείας. Οι πολιτικές αυτές ενισχύθηκαν μέσα στην πανδημία και συνεχίζονται μέχρι σήμερα.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι Τράπεζες συνέχισαν και συνεχίζουν να κλείνουν καταστήματα και να οδηγούν στην έξοδο εργαζόμενους, ως δήθεν «πλεονάζον προσωπικό».
Αντί να επενδύσουν σε σχέδια ανάπτυξης, που είναι προϋπόθεση για να παίξουν υπεύθυνα τον ρόλο τους στην απαραίτητη στήριξη της οικονομίας, οι Διοικήσεις των Τραπεζών συνεχίζουν να είναι προσδεδεμένες σε αδιέξοδες λογικές συρρίκνωσης. Σε ένα κοντόφθαλμο «κυνήγι» δεικτών κόστους, που ήδη είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρωζώνη. «Μπαλώνουν» τις πάγιες ελλείψεις με εξωτερικές αναθέσεις και πρόσκαιρο προσωπικό. Έτσι αυξάνουν στο έπακρο τον φόρτο εργασίας των τραπεζοϋπαλλήλων στα εναπομένοντα καταστήματα δικτύου, με συνέπεια να δημιουργούνται προβλήματα και εντάσεις στην εξυπηρέτηση της πελατείας.
Από το «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο» πριν την κρίση, περάσαμε σήμερα στο άλλο άκρο «δεν μας ενδιαφέρουν όλοι οι πελάτες».
Οι συγκρίσεις, με βάση τα δεδομένα που δημοσιοποιεί περιοδικά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε συνδυασμό με δεδομένα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι συντριπτικές.
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στους παρακάτω Πίνακες είναι αποκαλυπτικά για το τι συνέβη την 10ετία μεταξύ 2010-2021:
Ευρωζώνη | Μεταβολή | Ελλάδα | Μεταβολή | |||
2010 | 2021 | 2010 | 2021 | |||
Αρ. καταστημάτων | 182.478 | 114.180 | -37,4% | 4.005 | 1.560 | -61,0% |
Αρ. ΑΤΜ | 320.970 | 288.200 | -10,2% | 8.550 | 5.700 | -33,3% |
Αρ. Προσωπικού | 2.138.750 | 1.740.579 | -18,6% | 63.408 | 30.998 | -51,1% |
Πηγή: ΕΚΤ |
2010 | 2021 | 2010 | 2021 | |||
Κάτοικοι ανά τραπεζοϋπάλληλο | 149 | 197 | -32,2% | 175 | 344 | -96,6% |
Κάτοικοι ανά κατάστημα | 1813 | 3000 | -65,5% | 2777 | 6845 | -146,5% |
Αρ. καταστημάτων ανά 100.000 | 68,66 | 41,71 | -39,3% | 44,98 | 18,22 | -59,5% |
Αρ. ΑΤΜ ανά 100.000 | 110,6 | 105,2 | -4,9% | 80,43 | 63,87 | -20,6% |
Αρ. καταστημάτων ανά 1000 km2 | 66,28 | 41,47 | -37,4% | 30,35 | 11,82 | -61,1% |
Αρ. ΑΤΜ ανά 1000 km2 | 109,69 | 104,68 | -4,6% | 57,43 | 45,85 | -20,2% |
Όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δημοσιοποιεί τα αντίστοιχα συγκριτικά στοιχεία, δεν τα σταθμίζει με το ΑΕΠ, ούτε με το μέγεθος της εγχώριας αγοράς. Στόχος, άλλωστε, των Τραπεζών δεν πρέπει να είναι μόνο τα υπέρ- κέρδη, αλλά η κάλυψη των αναγκών της πελατείας, της οικονομίας και της κοινωνίας.
Την 10ετία 2010-2020 οι Τράπεζες έφερναν ώς επιχείρημα την επιβάρυνση από τα κόκκινα δάνεια και έτσι δικαιολογούσαν τις επιλογές «νοικοκυρέματος και συρρίκνωσης». Τώρα που απαλλάχθηκαν σε μεγάλο βαθμό από αυτά, επικαλούνται το περιορισμένο ΑΕΠ και τα μεγέθη της αγοράς. Χώρες, όμως, με συγκρίσιμο ΑΕΠ, όπως η Πορτογαλία, έχουν δείκτες απασχόλησης και καταστημάτων εγγύτερα στον μέσο όρο της Ευρωζώνης, σε σχέση με τη χώρα μας.
Είναι παράδοξο να επικαλούνται ένα τόσο στατικό επιχείρημα σήμερα που έχει λυθεί το ζήτημα των κόκκινων δανείων, που υπάρχει αναπτυξιακή δυναμική στην οικονομία για τα επόμενα χρόνια, δυναμική που θα ενισχύσουν και οι ίδιες, μοχλεύοντας σημαντικά ποσά και ενισχύσεις από το Ταμείο Ανασυγκρότησης και από πόρους της Ε.Ε.
Σε κάθε περίπτωση, ειδικά στην Ελλάδα οι Τράπεζες οφείλουν να λάβουν σοβαρά υπόψη, τις οικονομικοκοινωνικές ιδιαιτερότητες, τη γεωμορφολογία, τη νησιωτικότητα, τα εθνικά ζητήματα αλλά και τις ιδιαίτερες ανάγκες του αγροκτηνοτροφικού τομέα και του τουρισμού, ο οποίος προσθέτει εκατομμύρια επισκέπτες και συναλλασσόμενους κάθε χρόνο.
Οι Διοικήσεις των Τραπεζών παραβλέπουν: ότι οι πρόσφατες «αλματώδεις αυξήσεις» των ψηφιακών συναλλαγών πηγάζουν από ιδιαίτερα χαμηλά μεγέθη εκκίνησης.
Παραβλέπουν, επίσης, ότι οι συναλλακτικές συμπεριφορές της πελατείας ανατράπηκαν βίαια κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Οι πελάτες υποχρεώθηκαν στη χρήση ψηφιακών συναλλαγών, αφού λόγω της πανδημίας απαγορεύτηκαν:
Παράλληλα, ενισχύθηκε η χρήση πιστωτικών και χρεωστικών καρτών για αγορές. Όμως, οι συναλλακτικές συμπεριφορές που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας, είναι δεδομένο ότι θα διαφοροποιηθούν σε συνθήκες «κανονικότητας» που έχει ήδη ξεκινήσει.
Απόδειξη για τα παραπάνω είναι ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:
Ειδικότερα για την ηλικιακή κατηγορία 55-64 ετών το ποσοστό στη χώρα μας ανέρχεται στο 31,95% με το μέσο όρο στις χώρες της Ευρωζώνης να ανέρχεται μόνο στο 10%, ενώ για την κατηγορία 65-74 ετών το ποσοστό εκτοξεύεται στο 62,5% στη χώρα μας έναντι 25% στην Ευρωζώνη.
Ποσοστό πληθυσμού ηλικίας 55-64 ετών που δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο | |
Ελλάδα | 31,95 |
Πορτογαλία | 26,01 |
Μάλτα | 25,40 |
Κύπρος | 18,58 |
Ρουμανία | 17,87 |
Ιταλία | 14,15 |
Σλοβενία | 13,20 |
Σλοβακία | 13,14 |
Ευρωζώνη | 10 |
Εσθονία | 10,29 |
Αυστρία | 7,90 |
Γερμανία | 7,79 |
Ισπανία | 6,70 |
Γαλλία | 6,39 |
Βέλγιο | 5,98 |
Ολλανδία | 3,59 |
Φινλανδία | 1,67 |
Σουηδία | 1,08 |
Δανία | 0,70 |
Ιρλανδία | 0,00 |
Ποσοστό πληθυσμού ηλικίας 65-74 ετών που δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο | |
Ελλάδα | 62,5 |
Πορτογαλία | 47,9 |
Μάλτα | 42,0 |
Ρουμανία | 41,4 |
Κύπρος | 39,5 |
Ιταλία | 35,4 |
Σλοβενία | 31,2 |
Αυστρία | 29,5 |
Ευρωζώνη | 25 |
Εσθονία | 27,3 |
Σλοβακία | 26,7 |
Ισπανία | 23,6 |
Γερμανία | 20,9 |
Γαλλία | 18,1 |
Βέλγιο | 18,0 |
Φινλανδία | 9,6 |
Ολλανδία | 7,1 |
Σουηδία | 6,6 |
Λουξεμβούργο | 4,9 |
Δανία | 3,1 |
Ιρλανδία | 0,4 |
Ποσοστό του πληθυσμού 16-74 ετών που χρησιμοποίησε τη διαδικτυακή τραπεζική το 2021 | |
Φινλανδία | 96 |
Ολλανδία | 96 |
Δανία | 96 |
Εσθονία | 90 |
Σουηδία | 86 |
Λιθουανία | 83 |
Βέλγιο | 81 |
Γαλλία | 78 |
Ιρλανδία | 78 |
Αυστρία | 77 |
Μάλτα | 72 |
Κύπρος | 71 |
Ισπανία | 69 |
Κροατία | 68 |
Ευρωπαϊκή Ένωση | 66 |
Σλοβακία | 65 |
Πορτογαλία | 64 |
Σλοβενία | 64 |
Ιταλία | 55 |
Γερμανία | 55 |
Ελλάδα | 54 |
Ρουμανία | 19 |
Ποσοστό του πληθυσμού 55-64 ετών που χρησιμοποίησε τη διαδικτυακή τραπεζική το 2021 | |
Φινλανδία | 97 |
Δανία | 95 |
Ολλανδία | 94 |
Σουηδία | 91 |
Εσθονία | 84 |
Λετονία | 79 |
Τσεχία | 79 |
Βέλγιο | 78 |
Γαλλία | 74 |
Λιθουανία | 74 |
Ιρλανδία | 72 |
Ισπανία | 68 |
Αυστρία | 65 |
Ευρωπαϊκή Ένωση | 61 |
Κύπρος | 58 |
Σλοβενία | 56 |
Μάλτα | 55 |
Σλοβακία | 55 |
Ιταλία | 53 |
Πορτογαλία | 52 |
Γερμανία | 48 |
Ελλάδα | 47 |
Ρουμανία | 11 |
Ποσοστό του πληθυσμού 65-74 ετών που χρησιμοποίησε τη διαδικτυακή τραπεζική το 2021 | |
Φινλανδία | 95 |
Δανία | 93 |
Ολλανδία | 92 |
Σουηδία | 86 |
Βέλγιο | 76 |
Εσθονία | 74 |
Γαλλία | 71 |
Ιρλανδία | 69 |
Λιθουανία | 56 |
Ευρωπαϊκή Ένωση | 55 |
Αυστρία | 53 |
Ισπανία | 52 |
Ιταλία | 46 |
Σλοβακία | 44 |
Σλοβενία | 44 |
Κύπρος | 42 |
Πορτογαλία | 40 |
Γερμανία | 40 |
Μάλτα | 40 |
Ελλάδα | 37 |
Ρουμανία | 4 |
Θεωρούμε εξαιρετικά αρνητικό να αποκλείονται κατ’ αυτό τον τρόπο ολόκληρες κατηγορίες της πελατείας των Τραπεζών, ή να επιβαρύνονται αυτές δυσανάλογα, προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε βασικές τραπεζικές υπηρεσίες και συναλλαγές. Ακόμα πιο αρνητικό είναι να αποκλείονται ολόκληρες τοπικές κοινωνίες, η ελληνική ύπαιθρος, που αργά ή γρήγορα καταδικάζονται σε οικονομικό μαρασμό.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας αναδείχθηκε:
Θέση της ΟΤΟΕ είναι πως τα καταστήματα δικτύου και το προσωπικό τους είναι το αναντικατάστατο πρόσωπο και ο σύνδεσμος εμπιστοσύνης της κάθε Τράπεζας με την πελατεία στις γειτονιές και στις τοπικές κοινωνίες. Γιατί οι τράπεζες δεν πωλούν οποιοδήποτε προϊόν.
Πωλούν πρώτιστα πίστη, εμπιστοσύνη. Αυτά δεν χτίζονται ούτε διατηρούνται χωρίς την απαραίτητη και αναντικατάστατη διαπροσωπική επαφή, είτε σε έκτακτες συνθήκες πανδημίας είτε σε συνθήκες κανονικότητας που σταδιακά επανερχόμαστε.
Ο τραπεζικός αποκλεισμός, δηλαδή η αδυναμία πρόσβασης του κάθε πολίτη, νοικοκυριού ή επιχείρησης σε βασικές τραπεζικές υπηρεσίες που να βρίσκονται σε λογική απόσταση από τον τόπο της κατοικίας ή της δραστηριότητάς του, έχει πολλαπλά προβληματίσει τους διεθνείς οργανισμούς και την ίδια την Ε.Ε.
Ο ψηφιακός τραπεζικός αποκλεισμός, που είναι αλληλένδετος με τη συντελούμενη μετάβαση στην ψηφιακή Τραπεζική και με την δραστική συρρίκνωση του δικτύου τραπεζικών καταστημάτων, συνδέεται κατά κανόνα με 4 παράγοντες:
Σήμερα, η ψηφιοποίηση των τραπεζικών εργασιών, σε συνδυασμό με τη συρρίκνωση του δικτύου καταστημάτων αλλά και των ΑΤΜ, προκαλεί σοβαρά προβλήματα και επιβαρύνσεις στους συνταξιούχους, στους αγρότες, στους μικρομεσαίους και στους επαγγελματίες, όχι απαραίτητα μεγάλης ηλικίας, που αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν τα εναλλακτικά διαδικτυακά κανάλια συναλλαγών.
Κατά συνέπεια όλοι αυτοί θα πρέπει να διαθέσουν χρόνο και χρήμα για μετακινήσεις προκειμένου να εξυπηρετηθούν από το πλησιέστερο εναπομείναν κατάστημα ή ΑΤΜ (που δεν είναι απαραίτητα της Τράπεζας που είχαν επιλέξει, ούτε βρίσκεται σε εύλογα προσιτή απόσταση).
Σε επίπεδο τοπικών κοινωνιών, η απόσυρση των Τραπεζών από αυτές (σε αρκετές περιπτώσεις εναρμονισμένη με τις επιλογές ανταγωνιστριών Τραπεζών) συνδέεται με απομόνωση, υποβάθμιση και εν τέλει με οικονομικό μαρασμό, ειδικά στις δραστηριότητες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του τόσο κρίσιμου, στις σημερινές συνθήκες, αγροτοκτηνοτροφικού τομέα, λόγω απόσυρσης των καταθέσεων, μη ομαλής-πρόσβασης των αγροτών και των μικρομεσαίων σε επιχειρηματικές συμβουλές και δανεισμό. Όλα τα παραπάνω ισχύουν πολύ περισσότερο για το κλείσιμο των καταστημάτων δικτύου στις νησιωτικές περιοχές.
Ο ψηφιακός τραπεζικός αποκλεισμός σημαντικού μέρους της πελατείας και των τοπικών κοινωνιών είναι ένα πρόβλημα που ήδη απασχολεί έντονα τους εργαζόμενους στις Τράπεζες, τις τοπικές κοινωνίες και τους τοπικούς φορείς.
Οφείλει να απασχολήσει εξίσου τις Διοικήσεις των Τραπεζών αλλά και - ως μείζον οικονομικό και κοινωνικό ζήτημα - την ίδια την Πολιτεία.
Κατ’ αρχήν υποτίθεται ότι οι εποπτικές αρχές στις περισσότερες χώρες Ε.Ε. υποχρεώνουν τις Τράπεζες να διασφαλίζουν κατάλληλη και ομαλή πρόσβαση για κάθε πολίτη, χωρίς διακρίσεις, σε βασικές τραπεζικές υπηρεσίες (καταθέσεις, αναλήψεις, δάνεια, λοιπές συναλλαγές κ.λπ.).
Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες της Ε.Ε, από το 2010 επιβλήθηκαν στους πολίτες οι συναλλαγές μέσω Τράπεζας για την είσπραξη μισθών-συντάξεων, (λογαριασμοί μισθοδοσίας), οι επαγγελματικοί λογαριασμοί για τις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, καθώς και η απαγόρευση συναλλαγών με μετρητά για ποσά άνω των 1.500 ευρώ, με στόχο τη διαφάνεια και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Από την 1/1/2013 το όριο συναλλαγών σε ρευστά μειώθηκε στα 500 ευρώ.
Από το 2014 η πληρωμή των ενοικίων ορίστηκε να γίνεται υποχρεωτικά μέσω Τράπεζας. Από το 2015 και ως συνέπεια των capital controls, επεκτάθηκαν και έγιναν υποχρεωτικές οι ηλεκτρονικές συναλλαγές και οι συναλλαγές με κάρτες, μέσω και του «κτισίματος του αφορολόγητου» .
Όπως ήδη αναφέρθηκε, με την έναρξη της πανδημίας επιβλήθηκε σειρά νέων περιορισμών στη χρήση μετρητών και στις συναλλαγές στα φυσικά καταστήματα των Τραπεζών, για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, ενω επεκτάθηκαν περαιτέρω οι συναλλαγές με κάρτες.
Με αυτά τα δεδομένα και λαμβάνοντας υπόψη ότι
Η πρόσβαση κάθε πολίτη και κάθε τοπικής κοινωνίας σε προσιτές και κατάλληλες για τις ανάγκες τους χ/π υπηρεσίες δεν είναι ιδιωτική υπόθεση των Τραπεζών.
Είναι ένα μείζον οικονομικό, κοινωνικό, άρα και πολιτικό πρόβλημα και οφείλει άμεσα να αντιμετωπιστεί ώς τέτοιο, με το να μπουν τίτλοι τέλους στο κλείσιμο των καταστημάτων δικτύου και στη συνεχή συρρίκνωση της απασχόλησης στις τράπεζες, λαμβάνοντας υπ’ όψη και την νέα Κλαδικής ΣΣΕ.
Με βάση τα όσα αναπτύξαμε και τεκμηριώσαμε παραπάνω, όχι μόνο δεν πλεονάζει, αλλά λείπει προσωπικό (όπως και καταστήματα στο δίκτυο των Τραπεζών).
Άλλωστε, για τη διαπίστωση της ύπαρξης πλεονάζοντος προσωπικού οφείλει να λαμβάνεται υπόψη η Τράπεζα στο σύνολό της, με όλα τα υποκαταστήματά της. Το προσωπικό έχει άλλωστε ως εργοδότη την Τράπεζα και όχι συγκεκριμένο κατάστημά της. Με άλλα λόγια, δεν ερευνάται μόνο τι συμβαίνει σε ένα ή σε μερικά υποκαταστήματα, δεδομένου ότι αυτά δεν έχουν επιχειρηματική αυτοτέλεια, δεν αποτελούν χωριστές επιχειρήσεις.
Σήμερα, οι Τράπεζες έχουν κυριολεκτικά γυρίσει σελίδα, αφήνοντας πίσω τις εποχές της κρίσης, κάτι που προκύπτει από όλες τις επίσημες ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων τους, επομένως το να επικαλούνται κινδύνους για περαιτέρω μείωση του λειτουργικού τους κόστους σε βάρος της απασχόλησης, τη στιγμή μάλιστα που αυτό είναι απολύτως ανταγωνιστικό σε σχέση με τα δεδομένα των Ευρωπαϊκών Τραπεζών, είναι τουλάχιστον αβάσιμη και, από νομική άποψη, καταχρηστική.