Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Στυλιανός, Στέργιος, Στέλιος, Στεργιανή, Στυλιανή, Στέλλα, Νίκων, Χαιρέμων, Σίλος
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Τρίτη 26 Νοεμβρίου, είναι του Στυλιανού Παφλαγώνος, και του Νίκωνος προστάτη Λακωνίας.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Στυλιανός, Στέργιος, Στέλιος, Στελής, Τέλης, Τέλιος, Στέλα, Στεργιανή, Στεργιούλα, Στυλιανή, Στέλλα, Τέλα, Τελία, Τελίτσα, Στελίνα, Νίκων, Χαιρέμων, Σίλος.
Οι Άγιοι:
Όσιος Στυλιανός ο Παφλαγόνας
Ἀσκήσεως πέπτωκεν ὁ στερρὸς στῦλος. Στυλιανὸς γὰρ τὸν βίον καταστρέφει.
Ο Όσιος Στυλιανός ήταν γιος πλουσίων γονέων (που μάλλον γεννήθηκε στην Παφλαγονία, χωρίς αυτό να είναι σίγουρο, διότι εκεί φυλασσόταν και ιερό λείψανο του), διδάχτηκε νωρίς απ’ αυτούς να είναι εγκρατής και να θεωρεί το χρήμα μέσο για την ανακούφιση και περίθαλψη των φτωχών και των αρρώστων. Αφού έτσι ανατράφηκε, και οι γονείς του πέθαναν, διαμοίρασε όλη την κληρονομιά του και πήγε σαν ασκητής στην έρημο. Εκεί γνωρίστηκε με άλλους ασκητές, που ζούσε μαζί τους με αδελφική αγάπη, χριστιανική συγκατάβαση και επιείκεια. Δεν λύπησε ποτέ κανένα, μεγάλη του χαρά μάλιστα, ήταν να επαναφέρει τη γαλήνη στις ταραγμένες ψυχές. Η φήμη της θαυμαστής ασκητικής του ζωής έφθασε μέχρι τις πόλεις, και πολλοί έτρεχαν να τον βρουν για να ζητήσουν απ’ αυτόν τις πνευματικές του οδηγίες. Ο όσιος Στυλιανός, παρά την ερημική ζωή του, έτρεφε στοργή και συμπάθεια προς τα παιδιά, που τόσο αγαπούσε και ο Κύριος. Αν, έλεγε, η ταπεινοφροσύνη αποτελεί θεμέλιο των αρετών, η παιδική ηλικία από τη φύση της είναι περισσότερο ενάρετη, απ’ ότι οι μεγαλύτεροι των φιλοσόφων. Πολλές φορές οι γονείς έφερναν προς αυτόν τα παιδιά τους, και τότε η αγαλλίαση του οσίου ήταν πολύ μεγάλη. Ο Θεός βραβεύοντας το Ιερό αυτό αίσθημα του, προίκισε τον όσιο με το χάρισμα να θεραπεύει τα άρρωστα παιδιά και να καθιστά εύτεκνους άτεκνες γυναίκες.
Ο Όσιος Στυλιανός κοιμήθηκε πλήρης ήμερων αλλά και αρετών.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’
Στήλη ἔμψυχος τῆς ἐγκρατείας, στῦλος ἄσειστος τῆς Ἐκκλησίας Στυλιανὲ ἀνεδείχθης μακάριε· ἀνατεθεὶς γὰρ Θεῷ ἐκ νεότητος κατοικητήριον ὤφθης τοῦ Πνεύματος. Πάτερ ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρίσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Όσιος Αλύπιος ο Κιονίτης
Ἀνεῖχεν Ἀλύπιον ὄρθιος κίων, Πρὸς οὐρανοὺς ζητοῦντα βαίνειν, οὗ μένει.
Εἰκάδι ἕκτῃ ἄλυπον, Ἀλύπιε, βῆς ἐπὶ οἶκον.
Ο Όσιος Αλύπιος ήταν από την Αδριανούπολη της Παφλαγονίας και έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. Η παράδοση αναφέρει ότι, όταν θα γεννιόταν ο Αλύπιος, η μητέρα του είδε σε όνειρο να κρατάει ένα λευκό αρνί που στα κέρατά του ήταν τρεις αναμμένες λαμπάδες, που σήμαινε τις αρετές που θα είχε το παιδί που θα γεννιόταν. Οι γονείς του έδωσαν στον Αλύπιο χριστιανική ανατροφή, που στο πρόσωπο του επέφερε καρπούς εκατονταπλασίονας. Είχε μεγάλη περιουσία, την οποία δαπάνησε στους φτωχούς και πάσχοντες της περιοχής του. Διότι ευχαρίστηση του ήταν να εκπληρώνει το νόμο του Θεού, που προτρέπει τους χριστιανούς να είναι «συμπαθεῖς, φιλάδελφοι, εὔσπλαχνοι, φιλόφρονες» (Α’ επιστολή Πέτρου, γ’ 8). Δηλαδή να συμπαθούν και να συμμετέχουν στις λύπες των αδελφών τους, να αγαπούν σαν αδελφούς τους συνανθρώπους τους, να έχουν πονετική και τρυφερή καρδιά και να είναι περιποιητικοί και ευγενείς. Ο Αλύπιος, αφού έμεινε πάμφτωχος, αποσύρθηκε στην έρημο, όπου έκανε ασκητική ζωή. Πληροφορίες αναφέρουν ότι έμεινε πάνω σ’ ένα στύλο 50 (κατ’ άλλους 53 ή 66) χρόνια για λόγους άσκησης και κάτω από διάφορες καιρικές συνθήκες. Η φήμη της αρετής του έφερε κοντά στον Αλύπιο και άλλες ψυχές, που ζητούσαν ειρηνικό καταφύγιο. Στους ανθρώπους αυτούς υπήρξε φιλόστοργος πνευματικός πατέρας, και τους καθοδηγούσε με τις συμβουλές του και τους στήριζε με το παράδειγμα του. Πέθανε ειρηνικά το έτος 608 μ.Χ., αφού έζησε 100 χρόνια, κατ’ άλλους 120. Τελείται δε η Σύναξις αυτού «ἐν τῇ μονῇ αὐτοῦ τῇ οὔσῃ πλησίον τοῦ Ἱπποδρομίου», κατά τον Παρισινό Κώδικα 1594.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’
Ὑπομονῆς στῦλος γέγονας, ζηλώσας τοὺς Προπάτορας Ὅσιε, τὸν Ἰὼβ ἐν τοῖς πάθεσι, τὸν Ἰωσὴφ ἐν τοῖς πειρασμοῖς, καὶ τὴν τῶν Ἀσωμάτων πολιτείαν, ὑπάρχων ἐν σώματι, Ἀλύπιε Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Όσιος Νίκων ο «Μετανοεῖτε»
Οἱ Λακεδαίμων, οὐδαμῶς Δαίμων λάκοι. Σοβεῖ γὰρ αὐτὸν τοῖς τεραστίοις Νίκων.
Ο Όσιος Νίκων γεννήθηκε μεταξύ των ετών 920 – 925 μ.Χ. Καταγόταν από τον Πολεμωνιακό Πόντο και ήταν γιος μεγιστάνα. Νέος ακόμα, άφησε το πατρικό του σπίτι και πήγε να μονάσει. Επειδή δε, τον διέκρινε Ιερός ζήλος και μεγάλο χάρισμα διδακτικότητας, γύρισε ολόκληρη την Ανατολή σαν απεσταλμένος της Μονής του, κηρύττοντας το Ευαγγέλιο και επαναλάμβανε την φωνή, που αντήχησε πρώτα στην έρημο της Ιουδαίας και κοντά στις όχθες του Ιορδάνη: «Μετανοεῖτε». Κατόπιν ο όσιος Νίκων πήγε στην Κρήτη, όπου παρέμεινε διδάσκοντας για 20 χρόνια. Για την στερέωση του θρησκευτικού φρονήματος ο Νίκων έκτισε πολυάριθμες εκκλησίες. Αναφέρεται συγκεκριμένα η εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, που έκτισε ο Νίκων σε απόσταση τριών ημερών πορείας από τη Γόρτυνα. Στην συνέχεια, ο όσιος Νίκων πήγε στην Πελοπόννησο, όπου κατέληξε στην πόλη των Λακώνων. Εκεί κήρυξε, έκανε διάφορα θαύματα και έκτισε ναό στο όνομα του Σωτήρος Ιησού Χριστού. Η ηθική επιρροή του στους κατοίκους, υπήρξε μεγάλη. Και στην χώρα αυτή, που αγάπησε περισσότερο και από την πατρίδα του, άφησε την τελευταία του πνοή το έτος 998 μ.Χ. Αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι ο Όσιος Νίκων επισκέφτηκε και την Εύβοια. Εκεί ασχολήθηκε, όπως έπραττε παντού, με το κήρυγμα. Έλαβε αφορμή από το φαινόμενο της παλίρροιας και μίλησε «Περί της ρευστότητας και μεταβλητότητας του εγκοσμίου βίου και περί των ασταθών τρόπων των ακαταστάτων ανθρώπων». Τόπος από όπου εκήρυττε ήταν το υψηλό φρούριο του Ευρίπου (Χαλκίδος). Θαυματούργησε σώζοντας ένα παιδί που έπεσε από ψηλά από το φρούριο. Όλοι νόμιζαν ότι σκοτώθηκε. Όταν συνήλθε το παιδί είπε: Δεν σκοτώθηκα γιατί με κράτησε αυτός ο μοναχός που λέει «Μετανοείτε». Επίσης θεράπευσε μία δαιμονόπληκτη γυναίκα για την θεραπεία της οποίας προσευχήθηκε δημόσια με την συμμετοχή του λαού.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’
Χαίρει ἔχουσα ἡ Λακεδαίμων, θείαν λάρνακα, τῶν σῶν λειψάνων, ἀναβρύουσαν πηγὰς τῶν ἰάσεων, καὶ διασώζουσαν πάντας ἐκ θλίψεων, τοὺς σοὶ προστρέχοντας Πάτερ ἐκ πίστεως. Νίκων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Άγιος Γεώργιος ο Νεομάρτυρας από την Χίο
Γεωργίῳ μαχαίρα πρόξενον τέλους, Αὕτη δὲ τούτῳ πρόξενος καὶ τοῦ στέφους.
Γεωργίου ἑκκαιεικάδι τάμεν αὐχένα χαλκός.
Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε στη Χίο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Παρασκευάς, η δε μητέρα του Αγγερού. Σε ηλικία 18 μηνών, ορφανός από μητέρα, παραδόθηκε από τον πατέρα του να τον αναθρέψει η μητριά του. Σε παιδική ηλικία οι γονείς, παρέδωσαν τον Γεώργιο σε κάποιο λεπτουργό, Βισσετζή ονομαζόμενο, για να του μάθει την τέχνη του. Όταν κάποτε με το αφεντικό του ήλθε στα Ψαρά, για να φιλοτεχνήσουν το τέμπλο του ναού του Αγίου Νικολάου, ο Γεώργιος έφυγε με ορισμένους νέους στην Καβάλα. Εκεί συνελήφθη να κλέβει από έναν κήπο και παραδόθηκε στον κριτή. Για ν’ αποφύγει την τιμωρία δέχτηκε τον Ισλαμισμό, περιτμήθηκε και ονομάστηκε Αχμέτ. Σε ηλικία 10 χρονών, επέστρεψε στην Χίο κλαίγοντας και ομολογώντας τον Χριστό. Ο πατέρας του για να τον προφυλάξει τον μετέφερε σ’ ένα κτήμα του στις Κυδωνιές. Αργότερα, 22 χρονών, αρραβωνιάστηκε και ο αδελφός της μνηστής του, επειδή είχε μαζί του χρηματικές διαφορές, τον πρόδωσε στον Τούρκο διοικητή, ότι ενώ έγινε Μουσουλμάνος επανήλθε στον Χριστιανισμό. Βασανίστηκε σκληρά και αφού μέσα στη φυλακή κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, το πρωί της 26ης Νοεμβρίου 1807 μ.Χ. του έκοψαν – με μαρτυρικό τρόπο – το κεφάλι λίγο-λίγο. Έτσι έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου, από τον αθλοθέτη Χριστό.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄
Ὁ Μάρτυς Γεώργιε ξίφει τὴν κάραν τμηθείς, θεόθεν δεδόξασται, ἐν οὐρανῷ καὶ ἐν γῇ, τῆς τοῦ Χίου τὸ σέμνωμα, ἄνω γὰρ ἀφθαρσίας στέφει θείῳ ἐστέφθη, κάτω δὲ θείοις ὕμνοις, παρ’ ἀνθρώπων ὑμνεῖται αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Όσιος Ακάκιος «ὁ ἐν τῇ Κλίμακι»
Κακὸν φυγὼν πᾶν Ἀκάκιος ἐν βίῳ. Καλοῖς ἀπείροις ἐντρυφᾷ λιπὼν βίον.
Ο Όσιος Ακάκιος αναφέρεται από τον Άγιο Ιωάννη, που συνέγραψε την Κλίμακα (βλέπε 30 Μαρτίου) γι’ αυτό και ονομάζεται «ὁ ἐν τῇ Κλίμακι».
Μόνασε στη Μικρά Ασία (στο Μοναστήρι Κελλιβάρα του όρους Λάτρου) και διακρίθηκε για την ανεξάντλητη υπομονή του. Έλεγε μάλιστα: «πλανώνται όσοι νομίζουν ότι δεν θυμώνω ποτέ. Θυμώνω, αλλά κατά των δύο μεγαλυτέρων εχθρών. Ο ένας είναι ο Σατανάς, τον άλλο περιττό να σας τον πω» και έδειχνε τον εαυτό του. Στο Μοναστήρι είχε πολύ δύστροπο προϊστάμενο, αλλά απέναντι του ο Ακάκιος δεν έλεγε το παραμικρό. Ο ηγούμενος τον κακοποιούσε και ο Ακάκιος τον αγαπούσε, όμως τον έθλιβε το γεγονός ότι κινδύνευε η σωτηρία του ηγουμένου του από την όλη διαγωγή του. Ο Ακάκιος πέθανε νέος, έχοντας παροιμιώδη υπομονή και ζωντανή ελπίδα στον Θεό. Ακολουθία του Οσίου συνέγραψε ο σοφολογιότατος διδάσκαλος Xριστοφόρος Προδρομίτης. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, στον συναξαριστή του, μας πληροφορεί ότι το τίμιο λείψανο του Αγίου έμεινε άφθορο και σώο για πολλά χρόνια. Μας διηγείται δε και την εξής ιστορία: «Συνέβη δε μίαν φοράν να εύγουν οι μοναχοί του Mοναστηρίου εκείνου διά να θερίσουν. Eπειδή εις τούτο τους εκάλει ο του θέρους καιρός. Δύω δε μόνον αδελφοί έμειναν εις το Mοναστήριον. O ένας μεν, διά να το φυλάττη, ο δε άλλος, διατί ήτον ασθενής. Hκολούθησε λοιπόν και απέθανεν ο ασθενής. O δε άλλος αδελφός, μόνος ώντας, δεν εδύνετο να σκάψη τάφον, και τα άλλα να κάμη τα εις ταφήν επιτήδεια. Όθεν ανοίξας τον έτοιμον τάφον του Aγίου Aκακίου, εκεί έβαλε τον αποθανόντα ομού με τον Άγιον. Kατά την αυρινήν δε ημέραν πηγαίνωντας εις τον τάφον, ευρήκεν ερριμμένον έξω του τάφου τον αποθανόντα αδελφόν. Kαι πάλιν έβαλεν αυτόν μέσα εις τον τάφον του Aγίου. Eπειδή δε πάλιν εύρεν αυτόν έξω ερριμμένον, επαραπονείτο προς τον Άγιον, δικαιολογούμενος και λέγων. Ήκουσα, Άγιε Aκάκιε, ότι κανένας άλλος δεν επρόκοψεν εις την υπακοήν καθώς εσύ. Aλλά τώρα, ως βλέπω, έγινες παρήκοος και υπερήφανος τόσον, ώστε οπού δεν δέχεσαι τον αδελφόν μέσα εις τον τάφον σου, αλλά τον ρίπτεις έξω. Λοιπόν ή άφες αυτόν να ευρίσκεται μαζί σου εις ένα τάφον, ή ανίσως πάλιν ρίψης αυτόν έξω, πλέον δεν θέλω σε υποφέρω, αλλά θέλω σε εκβάλω από τον τάφον. Όθεν έβαλε τον αδελφόν πάλιν εις τον τάφον του Aγίου και ανεχώρησε. Tην αυρινήν δε ημέραν πηγαίνωντας πάλιν, τον μεν αποθανόντα αδελφόν, εύρε κείμενον εις τον τάφον, τον δε Άγιον Aκάκιον δεν ευρήκεν. Όθεν έως της σήμερον βλέπεται ο τάφος άδειος, έχων την επωνυμίαν του Aγίου Aκακίου».
«Κλίμαξ» Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου – ΛΟΓΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ: Περί υπακοής
Αὐτὸς λοιπὸν μοῦ διηγήθηκε τὰ ἑπόμενα: «Στὸ Μοναστήρι μου, στὴν Ἀσία ἀπὸ ἐκεῖ προερχόταν ὁ ἐνάρετος αὐτός εὑρισκόταν ἕνα ἡλικιωμένος μοναχὸς πολὺ ἀμελὴς καὶ ἀκόλαστος. Αὐτὸ τὸ λέγω ὄχι γιὰ νὰ τὸν κρίνω, ἀλλὰ γιὰ νὰ παρουσιάσω τὴν ἀλήθεια. Αὐτὸς λοιπὸν δὲν γνωρίζω πῶς ἀπέκτησε ἕναν νεαρὸ ὑποτακτικό, ὀνόματι Ἀκάκιο, μὲ ἁπλότητα ψυχῆς, ἀλλὰ καὶ σύνεσι λογισμοῦ. Τὰ ὅσα δὲ ὑπέφερε ἀπὸ τὸν Γέροντα αὐτὸν θὰ φανοῦν στοὺς πολλοὺς ἀπίστευτα. Ὄχι μόνο μὲ ὕβρεις καὶ ἀτιμίες ἀλλὰ καὶ μὲ κτυπήματα δυνατὰ τὸν ἐβασάνιζε κάθε ἡμέρα. Ἡ ὑπομονὴ ποὺ ἔδειχνε ὁ Ἀκάκιος φαινόταν ἀνόητη, ἀλλὰ δὲν ἦταν. Εἶχε τὴν θέσι της. Βλέποντάς τον ἐγὼ νὰ ταλαιπωρῆται τόσο πολὺ καθημερινὰ σὰν ἀγορασμένος δοῦλος, τὸν ἐρωτοῦσα πολλὲς φορὲς ὅταν τὸν συναντοῦσα: «Πῶς εἶσαι, ἀδελφὲ Ἀκάκιε; Πῶς πέρασες σήμερα;» Καὶ ἀμέσως μοῦ ἔδειχνε ἄλλοτε τὸ μάτι του μελανιασμένο, ἄλλοτε πρησμένο τὸν τράχηλο καὶ ἄλλοτε κτυπημένο τὸ κεφάλι του. Ἐγὼ γνωρίζοντας ὅτι εἶναι ἐργάτης τῆς ἀρετῆς, τοῦ ἔλεγα: «Καλὰ πηγαίνομε! Καλά! Κάνε ὑπομονὴ καὶ θὰ ὠφεληθῆς». » Ἀφοῦ πέρασε ἐννέα ἔτη στὴν ὑπακοὴ τοῦ σκληροῦ Γέροντα, ἐξεδήμησε πρὸς Κύριον. Πέντε ἡμέρες μετὰ ἀπὸ τὴν ταφή του στὸ κοιμητήριο τῶν πατέρων, ὁ Γέροντας τοῦ Ἀκακίου ἐπῆγε σ᾿ ἕνα μεγάλο Γέροντα, ἐκεῖ πλησίον, καὶ τοῦ λέγει: «Πάτερ, ὁ ἀδελφὸς Ἀκάκιος ἀπέθανε»! Ἐκεῖνος μόλις τὸ ἄκουσε, τοῦ ἀποκρίνεται: «Πίστεψέ μὲ, Γέροντα! Δὲν τὸ πιστεύω». Αὐτὸς τότε τοῦ λέγει: «Ἔλα νὰ ἰδῆς»! Σηκώνεται τότε γρήγορα καὶ μαζὶ μὲ τὸν Γέροντα τοῦ «μακαρίου πύκτου», φθάνει στὸ κοιμητήριο καὶ φωνάζει στὸν νεκρὸ σὰν σὲ ζωντανὸ ‐καὶ πράγματι, ἂν καὶ νεκρὸς ζοῦσε‐ καὶ τοῦ λέγει: «Ἀδελφὲ Ἀκάκιε, ἀπέθανες»; Ἐκεῖνος δὲ ὁ καλὸς ὑποτακτικός, δείχνοντας ὑπακοὴ καὶ μετὰ θάνατον, ἀποκρίθηκε στὸν μεγάλο Γέροντα: «Πῶς εἶναι δυνατόν, πάτερ, νὰ πεθάνη ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶναι ἐργάτης τῆς ὑπακοῆς»;Τότε ὁ Γέροντας ποὺ ἐθεωρεῖτο πνευματικὸς πατήρ του, κυριεύθηκε ἀπὸ φόβο καὶ ἔπεσε κατὰ πρόσωπον στὴ γῆ γεμάτος δάκρυα. Ἐν συνεχείᾳ ἐζήτησε ἀπὸ τὸν Ἡγούμενο τῆς Λαύρας ἕνα κελλὶ κοντὰ στὸ μνῆμα καὶ ἔζησε μὲ καθαρότητα τὴν ὑπόλοιπη ζωή του, ὀμολογώντας συνεχῶς στοὺς πατέρες ὅτι διέπραξε φόνο».
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄
Ἑώας ἐξήστραψας, ὥσπερ ἀστὴρ φαεινός, καὶ πάντας ἐφαίδρυνας τῶν μονοτρόπων χορούς, Ἀκάκιε ὅσιε, αἴγλη τῶν ἀρετῶν σου, καὶ διήγειρας τούτους, ἄνθεσιν ἐγκωμίων, καταστέφειν σὺν πόθῳ, τὴν σὴν φαιδρὰν καὶ σεπτήν, καὶ πάντιμον μνήμην.
Άγιος Σοφιανός επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως καί Αργυροκάστρου
Ο Άγιος Σοφιανός, υπήρξε σημαντική θρησκευτική προσωπικότητα της εποχής του στην περιοχή της Ηπείρου και θεωρείται ο πρόδρομος του Κοσμά του Αιτωλού (βλέπε 24 Αυγούστου). Γεννήθηκε πιθανότατα στο χωριό Πολύτσιανη (περιοχή Πωγωνίου της Βορείου Ηπείρου). Έμεινε γνωστός από τη στιγμή που ανέλαβε επίσκοπος Δρυινουπόλεως (περιοχή Αργυροκάστρου, Δέλβινου, Χειμάρρας). Το 1672 μ.Χ. ίδρυσε στο τοπικό μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου σχολείο. Την εποχή που έζησε, οι εξισλαμισμοί ήταν ιδιαίτερα σύνηθες φαινόμενο. Ο ίδιος θέλοντας να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση περιόδευε από χωριό σε χωριό για να πείσει τον κόσμο να διατηρήσει τις παραδόσεις και την θρησκεία του. Το 1711 μ.Χ., λίγους μήνες πριν τον θάνατό του, παραιτείται από τα ιερατικά καθήκοντα και γίνεται μοναχός για να αποδοθεί αποκλειστικά στο κηρυκτικό και ιεραποστολικό του έργο. Λόγω το χαρακτήρα του ήταν ιδιαίτερα σεβαστός ακόμη και από τους μουσουλμάνους. Μαρτυρείται μάλιστα η περίπτωση μιας νεαρής μουσουλμάνας, που απελπισμένη προσέφυγε στον Άγιο, αδυνατώντας να βρει το κεντημένο με χρυσά φλουριά φέσι της. Εκείνος προσευχήθηκε θερμά και της αποκάλυψε ότι το φέσι της βρισκόταν στην φωλιά ενός πελαργού, υποδεικνύοντας μάλιστα το ακριβές σημείο, όπου λίγο αργότερα το βρήκε ευγνωμονώντας τον Άγιο. Ένα ακόμη θαύμα του Αγίου μαρτυρούν οι ιστορικές πηγές και οι προφορικές μαρτυρίες. Τη Μονή του Αγίου Αθανασίου επισκέφτηκε ένας διαβάτης, στον οποίο οι μοναχοί διηγήθηκαν κάποιο θαύμα. Στη διήγηση ήταν παρών και ο Άγιος Σοφιανός, που άκουγε προσεκτικά. Ο διαβάτης αρχικά φάνηκε δύσπιστος στη διήγηση των μοναχών και κατόπιν εξέφρασε έντονα την απιστία του. Τότε ο Άγιος σηκώθηκε και διέταξε ένα νεαρό καλογέρι να πάρει από το τζάκι τρία κομμάτια ξύλου κερασιάς, που καίγονταν. Ζήτησε από τον ξένο και άπιστο διαβάτη και τον καλόγερο να τον ακολουθήσουν στην αυλή και, παίρνοντας την αξίνα, φύτεψε τα καμένα τρία κομμάτια ξύλου λέγοντας στο διαβάτη ότι αυτά θα ανθίσουν και θα καρποφορήσουν μέχρι επόμενη άνοιξη, για να του δείξει ο Θεός έμπρακτα ότι η διήγηση των μοναχών για το αναφερόμενο θαύμα ήταν πέρα για πέρα αληθινή. Και με τις προσευχές του Αγίου το θαύμα έγινε. Τα καμένα ξύλα έπιασαν ρίζες, έβγαλαν φύλλα και καρπούς, όπως εκείνος είχε προβλέψει. Βρίσκονται ακόμη και στις μέρες μας στον περίβολο της Ιεράς Μονής, που σήμερα φέρει πλέον και το όνομα του Αγίου και ονομάζεται Μονή Αγίων Αθανασίου και Σοφιανού. Ο Άγιος Σοφιανός κοιμήθηκε στις 26 Νοεμβρίου του 1711 μ.Χ. Η τιμία του κάρα καθώς και τα ιερά του λείψανα φυλάσσονται σε περίτεχνες θήκες, τα οποία από την Μονή του Οσίου μεταφέρθηκαν για λόγους ασφαλείας από τον ευλαβέστατο ιερέα του χωριού π. Ευθύμιο Καλαμά και τους κατοίκους του στο κεντρικό ιερό Ναό των Ταξιαρχών της Πολύτσανης, όπου μέχρι σήμερα φυλάσσονται για αγιασμό και ευλογία.
Ἀπολυτίκιον
Ἱεραρχίας κεχρισμένος τῷ μύρῳ, ἀρχιερεύς περιφανής ἀνεδείχθης πᾶσι Χριστοῦ θεράπων ἐνθεώτατος, καί σοφῶς ἐποίμανας τόν λαόν τοῦ Κυρίου, Σοφιανέ ὅσιε, διά λόγων καί ἔργων۰ καί νῦν δυσώπει πάντοτε Χριστόν, ἐλεηθῆναι τούς σέ μακαρίζοντας.
Άγιος Προκόπιος ο Πέρσης
Ο Άγιος Προκόπιος ο Πέρσης είναι άγνωστος στους Συναξαριστές και τα Μηναία. Από την Ακολουθία του στον Παρισινό Κώδικα 259φ. 229α, μαθαίνουμε ότι ήλεγξε την πλάνη των ειδώλων και υπέστη μαρτυρικό θάνατο μετά από πολλά και διάφορα βασανιστήρια.
Όσιος Χαιρέμων
Ο Όσιος Χαιρέμων δεν αναφέρεται από τα Μηναία και τον Συναξαριστή του Αγίου Νικόδημου. Αναφέρεται όμως την ήμερα αυτή από τον Παρισινό Κώδικα 1621 με σύντομο υπόμνημα, που λέει, ότι έζησε με αγνότητα και σωφροσύνη. Επίσης η ζωή του μέσα στην έρημο ήταν ασκητικότατη και έτσι απεβίωσε.
Άγιος Πέτρος επίσκοπος Ιεροσολύμων
Ο Άγιος Πέτρος επίσκοπος Ιεροσολύμων είναι άγνωστος στους Συναξαριστές. Η μνήμη του αναφέρεται στο Ιεροσολυμιτικό Κανονάριο σ. 119, έκδοση Αρχιμανδρίτη Καλλίστου.
Όσιος Σίλος επίσκοπος Κορίνθου της Περσίας
Tης γης αποστάς γηΐνων θ’ ομού Πάτερ, Nυν εγκατοικείς ουρανώ μάκαρ Σίλε.
Δεν έχουμε όμως περισσότερες λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.
Όσιος Ιάκωβος ο Αναχωρητής
Ὁ Ἰάκωβος ἀναχωρήσας κόσμου, Νῦν τὴν ὑπερκόσμιον οἰκεῖ πατρίδα.
Για τον Όσιο Ιάκωβο αφηγείται ο Θεοδώρητος Κύρου, που γνώρισε τον όσιο προσωπικά (Φιλόθεος Ιστορία, αριθ. 21). Καταγόταν από την πόλη Κύρου και ασκήτευε στην αρχή, μέσα σ’ ένα πολύ στενό κελί. Κατόπιν ανέβηκε στο κοντινό βουνό της πόλης Κύρου και εκεί ασκήτευε χωρίς να κατασκευάσει καλύβα. Έφτασε σε τόσο μεγάλα ύψη πνευματικότητας, που κάποτε ο Θεός τον αξίωσε να αναστήσει το παιδί μιας οικογένειας. Έτσι λοιπόν, αυστηρά ασκητικά αφού έζησε, απεβίωσε ειρηνικά.