Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Κυριακή 3 Μαρτίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Κλεόνικος, Κλεονίκη, Νίκη, Κλεονίκω, Θεοδώρητος.
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Κυριακή 3 Μαρτίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Κυριακή 3 Μαρτίου, είναι του Ασώτου, του Αγίου Κλεονίκου και του Αγίου Θεοδώρητου.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Κλεόνικος, Κλεονίκη, Νίκη, Κλεονίκω, Θεοδώρητος.
Οι Άγιοι:
Κυριακή του Ασώτου
Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην πολύ διδακτική παραβολή του ασώτου υιού (Λουκ.15,13-32). Η παραβολή ομιλεί για ένα πλούσιο νέο ο όποιος άσωτα κατασπατάλησε την περιουσία του σε χώρα μακρινή και στο τέλος κατάντησε να βόσκει χοίρους. Τότε μετανόησε και επέστρεψε στον πατέρα του, που τον δέχθηκε με άπειρη αγάπη και στοργή. Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Εἶπε δέ· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. ῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη». (Λουκ. 15, 11 – 32)
Απόδοση: «Υπήρχε κάποιος πατέρας που είχε δυο γιους. Ο δεύτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του και έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες. Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τις βρωμερές και ευτελείς τροφές των χοίρων. Μέσα στη δίνη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλλίτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, διότι «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη». Η παραβολή είναι ανεξάντλητη σε νοήματα, αφού, όπως λέγεται, ολόκληρο το έργο της Θείας Οικονομίας ευρίσκεται μέσα σ’ αυτή. Το βαθύτερο νόημα της παραβολής είναι τετραπλό: α. Η απελπιστική κατάσταση στην οποία φθάνει ο αμαρτωλός. β. Η ανάγκη μετανοίας και τα σωτήρια αποτελέσματα της. γ. Το μέγεθος της θείας Ευσπλαχνίας στην οποία μπορούν να στηρίζονται και οι πλέον αμαρτωλοί, ώστε να μη φθάνουν ποτέ στην απελπισία. Κανένα αμάρτημα, όσο μεγάλο κι αν θεωρείται, δεν μπορεί να υπερνικήσει τη φιλάνθρωπη γνώμη του Θεού και δ. Η αποφυγή του αισθήματος της αυτάρκειας του δικαιωμένου, όπως θεωρούσε τον εαυτό του ο πρεσβύτερος υιός. Εάν λοιπόν συναισθανθούμε την πραγματική πνευματική μας κατάσταση και με ειλικρίνεια ομολογήσουμε τα λάθη μας και την κατασπατάληση των ταλάντων πού μας χάρισε ο Θεός, θα καταλάβουμε ότι αυτή την Κυριακή όλοι μας εορτάζουμε και όλοι, κατά κάποιο τρόπο, είμαστε άσωτοι υιοί, απομακρυνθέντες από τον «Οίκον του Ουρανίου Πατρός μας».
Άγιοι Ευτρόπιος, Κλεόνικος και Βασιλίσκος
Eις τον Eυτρόπιον. Ὁ χρηστὸς ἡμῖν Εὐτρόπιος τοὺς τρόπους, Ἐφεῦρε Χριστὸν καὶ τέλους διὰ ξίφους. Eις τον Kλεόνικον. Καὶ Κλεόνικος εὐκλεᾶ νίκην ἔχει, Σταυρῷ κρεμασθείς, ὡς Χριστός μου πάλαι. Eις τον Bασιλίσκον. Εἱρκτὴν τὸ σῶμα καὶ πρὸ τῆς εἱρκτῆς ἔχων, Εἱρκτῶν λυτροῦται Βασιλίσκος ἐκ δύο. Ἐν ξύλῳ Εὐτρόπιος σταυροῖο τρίτῃ προσεπήχθη.
Οι Άγιοι Μάρτυρες Βασιλίσκος, Ευτρόπιος και Κλεόνικος κατάγονταν από την Αμάσεια του Πόντου και έζησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.). Ήταν στρατιώτες και συγγενείς του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος.
Ως Χριστιανοί διαβλήθηκαν στον ηγεμόνα Ασκληπιόδοτο, ο οποίος τους συνέλαβε και τους βασάνισε σκληρά. Όμως οι Μάρτυρες, αφού παρουσιάσθηκε σε αυτούς ο Κύριος και ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος, έγιναν υγιείς. Μέσα στη φυλακή οι τρεις νέοι δεν έχασαν ούτε το θάρρος ούτε την πίστη τους. Αντιθέτως εξακολούθησαν να λατρεύουν τον Ένα και Αληθινό Θεό. Με το κήρυγμά τους και το παράδειγμα που προσέφερε το ήθος, η αντοχή και το θάρρος τους, οδήγησαν πολλούς συγκρατούμενους τους στην αληθινή πίστη. Ο Ασκληπιόδοτος πληροφορήθηκε την Χριστιανική δράση των τριών κρατουμένων και την επίδραση που ασκούσαν στους φυλακισμένους ειδωλολάτρες και διέταξε να τους οδηγήσουν και πάλι ενώπιόν του. Ο ηγεμόνας τότε άρχισε να κολακεύει τον Άγιο Κλεόνικο, για να αρνηθεί την πίστη του Χριστού, υποσχόμενος δώρα και τιμές. Ο Άγιος όμως αφού γέλασε, χλεύασε την αρρώστια των ειδώλων. Και ενώ ετελείτο θυσία, με προσευχή κατέρριψε το είδωλο της Αρτέμιδος. Αμέσως ο ηγεμόνας έδωσε εντολή να βασανισθούν. Τότε ο Κύριος εμφανίσθηκε στους τρεις νέους και στο πλήθος των ειδωλολατρών, οι οποίοι παρακολουθούσαν το μαστίγωμα των Χριστιανών, έχοντας στο πλευρό Του τον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο. Οι τρεις Χριστιανοί αξιώθηκαν της θαυματουργικής ιάσεως των τραυμάτων τους, ενώ πολλοί ειδωλολάτρες που είδαν το θαύμα, βαπτίσθηκαν Χριστιανοί. Ο Ασκληπιόδοτος όμως όχι μόνο δεν άλλαξε στάση, αλλά διέταξε να αποκεφαλισθούν όλοι οι νεοφώτιστοι Χριστιανοί. Ο Ασκληπιόδοτος και οι ειδωλολάτρες, τυφλοί από οργή, διέταξαν τους δημίους να περιχύσουν τους τρεις Μάρτυρες με καυτή πίσσα. Όμως, νέα θαυματουργική ενέργεια από τη Θεία Χάρη δεν επέτρεψε οι πιστοί νέοι να πάθουν το παραμικρό, ενώ η καυτή πίσσα έπεσε και κατέκαψε τους δημίους. Όμως, ο σκληρόκαρδος ηγεμόνας δεν μπορούσε να δει την αλήθεια, η οποία παρουσιαζόταν μπροστά στα μάτια του. Έτσι, πρόσταξε την σταυρική καταδίκη του Ευτροπίου και του Κλεονίκου και τη φυλάκιση του Βασιλίσκου. Οι δύο νέοι πέρασαν την τελευταία νύχτα της ζωής τους προσευχόμενοι. Και πάλι ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά τους, για να τους ενθαρρύνει. Στις 3 Μαρτίου του 308 μ.Χ., ο Ευτρόπιος και ο Κλεόνικος κοσμήθηκαν με τους στέφανους της αγιότητας και του μαρτυρίου διά του σταυρικού τους θανάτου. Ο Βασιλίσκος παρέμεινε έγκλειστος στη φυλακή, όπου και πέθανε μετά από μερικά χρόνια, κερδίζοντας την αιώνια ζωή. Περισσότερα για τον Άγιο Βασιλίσκο μπορείτε να διαβάσετε στις 22 Μαΐου όπου επαναλαμβάνεται η μνήμη του.
Άγιος Θεοδώρητος ο Ιερομάρτυρας, πρεσβύτερος Αντιοχείας
Χωρεῖν ἔχει που τῆς Ἐδὲμ τὸ χωρίον, Καὶ τὸν Θεοδώρητον ἔνδον τὸν μέγαν.
O Άγιος Θεοδώρητος, ήταν πρεσβύτερος της εκκλησίας της Αντιόχειας, στα δύσκολα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη (360 – 363 μ.Χ.), ο οποίος προσπάθησε να επαναφέρει την θρησκεία των ειδώλων. Οι διωγμοί των Χριστιανών επί Ιουλιανού έφθασαν ως την Αντιόχεια. Μεταξύ των κληρικών που παρέμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους, ήταν και ο Θεοδώρητος, γι’ αυτό και συνελήφθη από τον έπαρχο της πόλης (Ιουλιανό ονομαζόμενο, που κατά τον Σ. Εύστρατιάδη ήταν θείος του Ιουλιανού του Παραβάτη και ήταν προηγουμένως Χριστιανός και αναγνώστης της Εκκλησίας της Αντιόχειας), ο οποίος στην αρχή τον κολάκευσε επαινώντας την παιδεία του και τις αρετές του. Όταν όμως απέτυχε να τον πείσει να θυσιάσει και να προσκυνήσει τα είδωλα, διέταξε τον αποκεφαλισμό του, κατατάσσοντάς τον έτσι στην ιερώνυμη φάλαγγα των Μαρτύρων της Εκκλησίας.