Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2023
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο γιορτάζουν τα ονόματα: Ευγενία, Τζένη, Ιακώβ, Γιακουμής, Ιωσήφ, Σήφης, Ιωσηφίνα, Ζοζεφίνα, Τζέσικα
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2023.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Κυριακή 24 Δεκεμβρίου, είναι της Ευγενείας της οσιομάρτυρος, του Αγίου Αχμέτ του νεομάρτυρος, των Δικαίων Πατριάρχου Iακώβ υιού Iσαάκ – Iακώβ υιού Mατθάν και Ιωσήφ υιού Iακώβ, Κυριακή προ της Χριστού γεννήσεως.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Ευγενία, Ευγενούλα, Ευγενίτσα, Τζένη, Τζενούλα, Ευγενίκη, Αχμέτ, Ιακώβ, Γιακουμής, Ιωσήφ, Σήφης, Ιωσηφίνα, Ζοζεφίνα, Τζέσικα, Τζέσσικα.
Την ημέρα αυτή εορτάζουν επίσης όσοι φέρουν τα παρακάτω ονόματα: Αδάμ, Εύα, Άβελ, Σηθ, Ενώς, Καϊνάν, Μαλελεήλ, Ιαρέδ, Ενώχ, Μαθουσάλας, Λαμέχ, Νώε, Σημ, Ιάφεθ, Αρφαξάδ, Καϊνάν, Σάλα, Έβερ, Φάλεκ, Ραγάβ, Σερούχ, Ναχώρ, Θάρρα, Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Ρουβίμ, Συμεών, Λευί, Ιούδας του Ιακώβ, Ζαβουλών, Ισάχαρ, Δαν, Γαδ, Ασήρ, Νεφθαλείμ, Ιωσήφ του Ιακώβ, Βενιαμίν, Φαρές, Ζαρά, Εσρώμ, Αράμ, Αμιναβάδ, Ναασσών, Σαλμών, Βοόζ, Ωβήδ, Ιεσσαί, Δαβίδ, Σολομών, Ροβοάμ, Αβιά, Ασά, Ιωσαφάτ, Ιωράμ, Οζίας, Ιωαθάμ, Άχαζ, Εζεκίας, Μανασσής, Αμμών, Ιωσίας, Ιεχονίας, Σαλαθιήλ, Ζοροβάβελ, Αβιούδ, Ελιακείμ, Αζώρ, Σαδώκ, Αχείμ, Ελιούδ, Ελεάζαρ, Ματθάς, Ιακώβ του Ματθά, Ιωσήφ του Ιακώβ, Μελχισεδέκ, Ιώβ, Μωυσής, Ωρ, Ααρών, Ιησούς του Ναυή, Σαμουήλ, Νάθαν, Δανιήλ, Ανανίας, Αζαρίας, Μισαήλ, Σάρρα, Ρεβέκκα, Λεία, Ραχήλ, Ασινέθ, Μαρία αδελφή Μωυσέως, Δεβόρρα, Ρουθ, Σαραφθία, Σωμανίτις, Ιουδίθ, Εσθήρ, Άννα, Σωσάννα.
Οι Άγιοι:
Αγία Ευγενία η Οσιοπαρθενομάρτυς
Στεφθεῖσα πρῶτον τοῖς πόνοις Εὐγενία, Bαφὴν ἐβάψω δευσοποιὸν ἐκ ξίφους.
Τέτλαθι Εὐγενίη ξίφος εἰκάδι ἀμφὶ τετάρτῃ.
Η Αγία Ευγενία η Οσιοπαρθενομάρτυς έζησε στο δεύτερο μισό του 3ου αιώνα μ.Χ. Καταγόταν από τη Ρώμη και οι γονείς της ονομάζονταν Φίλιππος και Κλαυδία. Επίσης, είχε και δύο άλλα αδέλφια, τον Αβίτα και το Σέργιο. Ο πατέρας της διορίστηκε έπαρχος στην Αλεξάνδρεια και πήγε εκεί με όλη του την οικογένεια. Εκεί η Ευγενία σπούδασε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο και έμαθε άριστα την ελληνική και ρωμαϊκή φιλολογία. Όταν τελείωσε τις σπουδές της, ψάχνοντας για περισσότερη γνώση πήρε στα χέρια της από μια χριστιανή κόρη τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Όταν τις διάβασε, εντυπωσιάσθηκε πολύ. Εκεί μέσα δεν υπήρχαν θεωρίες και φιλοσοφικές δοξασίες.
Οι γραμμές τους ενέπνεαν ζωή και ελπίδα. Εκείνη την περίοδο, οι γονείς της ήθελαν να τη δώσουν σύζυγο σε κάποιο Ρωμαίο αξιωματούχο, τον Ακυλίνα. Τότε η Ευγενία, αρνούμενη να δεχθεί αυτή την πρόταση των γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ανδρικά και έφυγε σε άλλη πόλη. Εκεί κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανή και έλαβε συγχρόνως το μοναχικό σχήμα. Μετά από χρόνια, επέστρεψε στο σπίτι της και η αναγνώριση από τους γονείς της έγινε μέσα σε δάκρυα και ανέκφραστη χαρά. Δεν πέρασε πολύς καιρός και όλοι στο σπίτι της Ευγενίας δέχθηκαν το χριστιανισμό. Από μίσος τότε οι ειδωλολάτρες τραυμάτισαν θανάσιμα τον πατέρα της. Και όταν η Ευγενία επέστρεψε στη Ρώμη,
επειδή δε θυσίαζε στα είδωλα, την αποκεφάλισαν, τερματίζοντας έτσι ένδοξα «τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως» (Α’ προς Τιμόθεον, στ’ 12), μαζί με την επίγεια ζωή της.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’.
Θείου Πνεύματος τῇ ὑμνωδίᾳ, φῶς προσέλαβες θεογνωσίας, Εὐγενία Χριστοῦ καλλιπάρθενε· καὶ ἐν ὁσίων χορείᾳ ἐκλάμψασα, ἀθλητικῶς τὸν ἐχθρὸν ἐθριάμβευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρίσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Άγιος Αχμέτ ο Κάλφας ο Νεομάρτυρας
Πάντων μεγίστη πίστις Iησού πέλει, Άχμεδ βοήσας πάμμεγα στέφος δέχη.
Ο Άγιος Αχμέτ (ή Αχμέδ) καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και ασκούσε το επάγγελμα του γραφέα του αρχιλογιστού «δευτεράρη». Κατά το θρήσκευμα στην αρχή ήταν Μουσουλμάνος και Τούρκος στην καταγωγή. Κατά τον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο Αχμέτ στό σπίτι του είχε δύο Ορθόδοξες Χριστιανές σκλάβες, Ρωσίδες στην καταγωγή. Τη νέα, την είχε ως «σύζυγο», μία και ήταν άγαμος και την ηλικιωμένη ως υπηρέτρια. Στην τελευταία επέτρεπε να πηγαίνει τις γιορτές στην εκκλησία των Ορθοδόξων. Αυτή, όταν επέστρεφε στό σπίτι έφερνε και στη νέα αντίδωρο και πολλές φορές αγιασμό. Η νέα, χωρίς καμία προφύλαξη από τον Αχμέτ έτρωγε το αντίδωρο και έπινε τον αγιασμό. Όταν ο Αχμέτ συζητούσε με την «σύζυγό» του, αισθανόταν να βγαίνει από το στόμα της άρρητη ευωδία. Η ευωδία αυτή τον είχε προβληματίσει, γι’ αυτό και ζητούσε επιμόνως να μάθει από πού προερχόταν. Αυτή, μη γνωρίζοντας το συμβαινόμενο, του απαντούσε, ότι δεν έτρωγε ποτέ κάτι, που νά είχε κάποια ιδιαίτερη ευωδία. Ο Αχμέτ όμως, με κανένα λόγο δεν μπορούσε να πιστέψει, γι’ αυτό και επέμενε να μάθει από που προερχόταν αυτή η παράξενη ευωδία. Η μοσχοβολιά ήταν χαρακτηριστική και η ίδια πάντοτε. Η στενοχώρια του ήταν μεγάλη, γιατί δεν μπορούσε να μάθει τι έτρωγε η «συζυγός» του. Μια μέρα, που κατάλαβε κι αυτή, ότι η ευωδία οπωσδήποτε προερχόταν από το αντίδωρο που έτρωγε στην Εκκλησία, του εξήγησε καθαρά, λέγοντας: «αυτό που τρώγω και αισθάνεσαι εσυ εύωδία, όταν συζητάμε, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το αντίδωρο που παίρνω στην Εκκλησία των Χριστιανών, όταν τελειώνει η θεία λειτουργία. Το αντίδωρο είναι αγιασμένο ψωμί από το Χριστό, που το μοιράζει ο Πατριάρχης ή οι ιερείς στους πιστούς, όταν τελειώνει το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Πρέπει ακόμη να σου διευκρινίσω, ότι μετά το αντίδωρο – πολλές φορές – πίνω και αγιασμό». Ο Αχμέτ, δεν πίστεψε στα λεγόμενα της και την ρώτησε πως μπορεί να συμβαίνει ένα τέτοιο θαύμα και εκείνη του απάντησε: «Η θρησκεία μας είναι ζωντανή. Για μας τους Χριστιανούς, Θεός μας, είναι ο Χριστός. Είναι ο γιος του Θεού, που κατέβηκε απ’ τον ουρανό και έγινε άνθρωπος Για να μας σώσει από την αμαρτία. Όταν ζούσε στη γη έκανε αμέτρητα θαύματα. Το σπουδαιότερο, το οποίο και πρέπει, αν θέλεις να κρατήσεις στο μυαλό σου, είναι ότι, από αγάπη για μας, σταυρώθηκε άδικα από τους Εβραίους και την τρίτη ημέρα αναστήθηκε. Η Ανάστασή Του είναι το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία της ανθρωπότητας. Σ’ εμάς τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, με τη δύναμη του Χριστού τα θαύματα συνεχίζονται και σήμερα. Στο Χριστό μας όλα είναι δυνατά. Στο θαύμα, που διαπίστωσες τόσες φορές με το αντίδωρο, έχω να προσθέσω και ένα άλλο πιο απλό και ξεκάθαρο. Το νερό που πίνουμε πολλές φορές στην εκκλησία – θα σου φανεί παράδοξο – είναι αγιασμένο. Δηλαδή δεν αλλοιώνεται, δε βρωμίζει, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Το νερό αυτό, που εμείς το λέμε αγιασμό, απόκτα αυτή την ιδιότητα, μετά από ειδικές ευχές που διαβάζει ο Πατριάρχης ή οι Ιερείς. Μάλιστα, το κρατάμε σε μπουκαλάκια για ευλογία – στα εικονοστάσια των σπιτιών μας και πίνουμε, αφού προετοιμασθούμε κατάλληλα, προς καθαρισμό ψυχών και σωμάτων. Το θαύμα τούτο, αν θέλεις, μπορείς να το δεις και να το ερευνήσεις. Είναι ένα ακόμα ζωντανό θαύμα της πίστεώς μας, κυρίως, για μας τούς απλοϊκούς». Ο Αχμέτ, μόλις άκουσε όλα αυτά, έμεινε κατάπληκτος. «Συμβαίνουν τέτοια πράγματα στη θρησκεία σας; Ειλικρινά, εγώ δεν μπορώ να τα καταλάβω», είπε και απομακρύνθηκε. Πέρασαν ημέρες και νύχτες αρκετές, χωρίς να παύσει να σκέπτεται, όσα άκουσε από τη Χριστιανή «σύζυγο» του και τελικά αποφάσισε να ερευνήσει το παράδοξο γι’ αυτόν γεγονός. Έτσι ντύθηκε με ρούχα χριστιανικά και πήγε στην Εκκλησία του Πατριαρχείου για να παρακολουθήσει πως γίνονταν η Θεία Λειτουργία των Χριστιανών. Καθώς, λοιπόν, βρισκόταν στο Ναό και παρακολουθούσε τη θεία λειτουργία, με ξεχωριστό θαυμασμό και αναρίθμητες απορίες, είδε, σε μια στιγμή, τον ιερέα, καθώς πήγαινε προς την Ωραία Πύλη, «υπερυψωμένων υπεράνω του δαπέδου της Εκκλησίας και ολόφωτων», τον δε Πατριάρχη να «εκπέμπει» από τα δάκτυλά του, οσάκις ευλογούσε τούς Χριστιανούς, φωτεινές ακτίνες, που έπεφταν επάνω στα κεφάλια τους. Εκείνο όμως, που πραγματικά τον συγκλόνισε, ήταν το ότι, οι ακτίνες φώτιζαν μόνο τα κεφάλια των Χριστιανών και δε φώτιζαν το δικό του κεφάλι. Παρ’ ότι αυτό συνέβη δύο – τρεις φορές, το αποτέλεσμα, που με αγωνία και δέος διαπίστωνε, ήταν το ίδιο. Αμέσως, ήλθαν στο μυαλό του, όλα όσα είχε ακούσει από τη «σύζυγό» του περί της πίστεώς της. «Αλήθεια, σκεπτόταν, είχε δίκαιο. Είναι ζωντανή η θρησκεία των Χριστιανών. Τι χαρά είναι αυτή που αισθάνομαι τώρα!». Βγαίνοντας από την εκκλησία, τόσο είχε συγκλονισθεί με όλα τα θαυμαστά που είχε δει, ώστε νόμιζε ότι δεν ήταν ο παλαιός Αχμέτ. Μετά τα θαύματα αυτά, ο Αχμέτ, συνεπαρμένος – όπως ήταν – δεν ήθελε άλλες αποδείξεις για να πιστέψει στο Χριστό και να απαρνηθεί τη μωαμεθανική θρησκεία. Έτσι, χωρίς κανένα δισταγμό, γεμάτος χαρά, πήγε κρυφά στον ιερέα της περιοχής του και ζήτησε να βαπτισθεί. Ο Ιερέας, αφού είδε την μετάνοιά του και την ακλόνητη πίστη του και απόφαση του να γίνει Χριστιανός, τον κατήχησε και μετά τον βάπτισε εις το όνομα της Αγίας Τριάδος. Μετά τη βάπτισή του έζησε βίο ενάρετο και με ιδιαίτερα χαρά και συγκίνηση κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια και λάμβανε αντίδωρο και αγιασμό. Δυστυχώς, δε διασώθηκε πoιο χριστιανικό όνομα του δόθηκε κατά το μυστήριο του Βαπτίσματος. Πάντως, μετά την αναγέννησή του, ο νεοφώτιστος, πρώην μωαμεθανός, δοξολογούσε τον Κύριο, διότι τον είλκυσε με τη χάρη του και τον οδήγησε στην ορθή πίστη. Ο νους του, όταν προσευχόταν, μετεωρίζετο και ζούσε, καθαρά και ζωντανά, τα θαύματα που αξιώθηκε να δει, την εύλογη μένη εκείνη ημέρα που εκκλησιάσθηκε, ως αλλόθρησκος και μολυσμένος στον Ιερό Ναό του Πατριαρχείου. Καίτοι μετά το βάπτισμά του έζησε ως πιστός Χριστιανός, έχοντας μυστηριακή ζωή , εν τούτοις μέχρι του μαρτυρίου του παρέμεινε ως κρυπτοχριστιανός. Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που δέ διασώθηκε μέχρι σήμερα το Χριστιανικό του όνομα. Αυτό το γνώριζαν ελάχιστοι. Ο Ιερέας, η Χριστιανή σκλάβα του και ενδεχομένως μετρημένοι κληρικοί και Χριστιανοί. Μια μέρα, οι μεγιστάνες μωαμεθανοί της Κωνσταντινούπολης είχαν συγκέντρωση και βρισκόταν σ’ αυτή και ο Αχμέτ. Για να ευρίσκεται δε και ο Αχμέτ σε μια τέτοια συγκέντρωση, πρέπει να δεχθούμε, ότι ο Αχμέτ δεν ήταν ένας τυχαίος Τούρκος μουσουλμάνος. Ήταν μεγιστάνας, πλούσιος. Ήταν εκλεκτό μέλος της κοινωνίας της Κωνσταντινουπόλεως. Τον ρώτησαν λοιπόν, «περί του τι είναι το μεγαλύτερο πράγμα εις τον κόσμον» και τότε, ο Αχμέτ, με δυνατή φωνή είπε: «Μεγαλωτάτη από όλα είναι η πίστη των Χριστιανών». Η ομολογία του, ότι είναι Χριστιανός, κεραυνοβόλησε τους πρώην ομοθρήσκους του. Χωρίς, πια, κανένα φόβο, άρχισε να ελέγχει το ψεύδος και την πλάνη των μωαμεθανών. Τότε, κατόπιν διαταγής του τοπικού άρχοντα, αφού τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν και τον αποκεφάλισαν στις 3 Μάιου του έτους 1682 μ.Χ., στην τοποθεσία που ονομαζόταν Κεαπχανέ – Μπαξέ.
Κυριακή προ της Χριστού γεννήσεως
Μνήμη τῶν πρωτοπλάστων Ἀδὰμ καὶ Εὔας.
Ὑμνῶ θανόντας ζῶν γένους ἀρχηγέτας, Τοῦ ζῆν με καὶ θνῄσκειν με τοὺς παραιτίους.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἄβελ, υἱοῦ τοῦ Ἀδάμ.
Βοᾷ Θεῷ σὸν αἷμα καὶ ψυχῆς δίχα, Ὦ πρῶτε νεκρῶν, πρῶτε καὶ σεσωσμένων.
Μνήμη τοῦ δικαίου Σήθ, υἱοῦ Ἀδάμ.
Σὴθ σπέρμα καινὸν τοῖς γονεύσιν ἀντ’ Ἄβελ, Ἄνθρωπος ὢν δίκαιος· οἷος ἦν Ἄβελ.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἐνώς, υἱοῦ Σήθ.
Ὀφθεὶς Ἐνὼς μέγιστος ἐκ τῆς ἐλπίδος, Πολλοῖς ἐνῆκε ζῆλον εἰς τὴν ἐλπίδα.
Μνήμη τοῦ δικαίου Καϊνᾶν υἱοῦ, Ἐνώς.
Βίβλῳ Kαϊνᾶν Μωσέως γεγραμμένος, Κἂν τῷ παρόντι χρὴ γραφῆναι βιβλίῳ.
Μνήμη τοῦ δικαίου Μαλελεήλ, υἱοῦ Καϊνᾶν.
Ἑξῆς προκείσθω Μαλελεὴμ τῷ λόγῳ. Υἱὸς Καϊνᾶν, οὗ προεμνήσθη λόγος.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἰάρεδ, υἱοῦ Μελελεήλ.
Δίκαιον ὄντως ἐν δικαίων πληθύϊ, Καὶ τοῦ δικαίου μνημονεύειν Ἰάρεδ.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἐνώχ, υἱοῦ, Ἰάρεδ.
Θεῷ προδήλως εὐαρεστήσας λόγῳ, Ἐνὼχ ἀδήλοις ἐγκατῳκίσθη τόποις.
Μνήμη τοῦ δικαίου Μαθουσάλα, υἱοῦ Ἐνώχ.
Ἐνὼχ σε τέκνον ἐκμαθὼν Μαθουσάλα, Ἔγραψα πρὸς μάθησιν ἄλλων ἐνθάδε.
Μνήμη τοῦ δικαίου Λάμεχ, υἱοῦ Μαθουσάλα.
Λάμεχ, δύο γνούς, δεῖν ἔγνων, τιμᾶν ἕνα, Οὐ τὸν φονευτήν, ἀλλ’ ὁμωνύμως Λάμεχ.
Μνήμη τοῦ δικαίου Νῶε, υἱοῦ Λάμεχ.
Ἀδὰμ βροτοῖς ὄλεθρον ἐκ ξύλου φέρει· Διὰ ξύλου δὲ Νῶε πᾶν σῴζει γένος.
Μνήμη τοῦ δικαίου Σήμ, υἱοῦ Νῶε.
Σὴμ πατρικὴν γύμνωσιν ἐμφρόνως σκέπων, Τὰς πατρικὰς ἐφεῦρεν εὐχὰς εἰς σκέπην.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἰάφεθ, υἱοῦ Νῶε.
Μὴ θείς, Ἰάφεθ Πατρὸς αἰσχύνῃ πλάτος, Βίου πλατυσμὸν εὐχαῖς Πατρὸς λαμβάνει.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἀρφαξάδ, υἱοῦ Σήμ.
Zῇ Κύριος ζῶν, οὐ τὸν Ἀρφαξὰδ λίπω, Καὶ γὰρ χρεὼν καὶ τοῦτον ἐνταῦθα γράφειν.
Μνήμη τοῦ δικαίου Καϊνᾶν, υἱοῦ Ἀρφαξάδ.
Καϊνᾶν ἡμῖν ἐξεγήγερται νέος, Τῷ πρὶν Καϊνᾶν, ἐμφερὴς ἐκ τοῦ τρόπου.
Μνήμη τοῦ δικαίου Σάλα, υἱοῦ Καϊνᾶν.
Συμπατριωτῶν ὁρμαθῷ καὶ συμφύλων, Ἡ συγγένεια συνδέει καὶ τὸν Σάλα.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἕβερ, ἀφ’ οὗ καὶ οἱ Ἰουδαῖοι Ἑβραῖοι ἐκλήθησαν.
Μέγας τις ὄντως τοῖς Ἰουδαίοις Ἕβερ, Δοὺς ἐξ ἑαυτοῦ κλῆσιν Ἑβραίων γένει.
Μνήμη τοῦ δικαίου Φάλεκ, υἱοῦ Ἕβερ.
Πανηγυρίζω καὶ τὸν ἐξ Ἕβερ τόκον. Ὡς Μωϋσῆς γὰρ φησι, τίκτει τὸν Φάλεκ.
Μνήμη Ῥαγάβ, υἱοῦ Φάλεκ.
Πάλιν κύησις, καὶ πάλιν νέος τόκος, Υἱὸν Ῥαγὰβ τεκόντος ἡμῖν τοῦ Φάλεκ.
Μνήμη τοῦ δικαίου Σερούχ, υἱοῦ Ῥαγάβ.
Γράφων παλαιῶν τοὺς ἐπ’ ἀλλήλων τόκους, Ἂν ἐκλάθωμαι τὸν Σερούχ, ἁμαρτάνω.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ναχώρ, υἱοῦ Σερούχ.
Γένους ὑπάρχειν τῶν ἄνω λελεγμένων, Καὶ τὸν Ναχὼρ γνοὺς οὐ διϊστῶ τοῦ γένους.
Μνήμη τοῦ δικαίου Θάρρα, υἱοῦ Ναχώρ.
Υἱὸς προσελθὼν ἐκ Ναχὼρ κλῆσιν Θάρρας, Πατὴρ ὑπῆρξε πατρὸς Ἐθνῶν μυρίων.
Μνήμη τοῦ δικαίου Πατριάρχου,, Ἀβραάμ, υἱοῦ Θάρρα.
Τὸν Ἀβραὰμ πῶς δεξιώσομαι λόγοις, Ὃς ἠξιώθη δεξιοῦσθαι καὶ Νόας;
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ἰσαάκ, υἱοῦ Ἀβραάμ.
Δεθείς, Ἰσαάκ, εἰς σφαγήν, τύπος γίνῃ, Ἐπὶ σφαγὴν ἥξοντος ὑψίστου Λόγου.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ἰακὼβ υἱοῦ Ἰσαάκ.
Διὰ κλίμακος Ἰακώβ, τῆς Παρθένου, Πρὸς γῆν Θεὸν χωροῦντα πρὶν τόκου βλέπει.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ῥουβίμ, υἱοῦ Ἰακώβ.
Τῆς υἱότητος, Ἰακὼβ τοῦ τιμίου, Ῥουβὶμ ἔγνων τὸν θεῖον, ἀρχὴν τιμίαν.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Συμεών, υἱοῦ Ἰακώβ.
Κἄν δευτερεύῃ Συμεὼν ἐκ τοῦ τόκου, Κλέος παρ’ ἡμῖν οὐ τὸ δεύτερον φέρει.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Λευΐ, υἱοῦ Ἰακώβ.
Θεοῦ μεγίστου θεῖος ὢν ὑπηρέτης, Τί, Λευΐ, μεῖζον τῆς δε τῆς δόξης θέλεις;
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ἰούδα, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἐκ τῆς φυλῆς ὁ Χριστός.
Ἰούδαν αἰνέσουσιν οἱ σεσωσμένοι· Ἐξ Ἰούδα γὰρ Χριστὸς ἡ σωτηρία.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ζαβουλών, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ παράλιος.
Ἀκτὰς κατοικεῖν ὁ Ζαβουλὼν ἐκρίθη, Γῆς καὶ θαλάττης εἰς ἓν ἄκρα συνδέων.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ἰσάχαρ, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ γηπόνος.
Στήσας ἑαυτὸν εἰς τὸ πονεῖν Ἰσάχαρ, Ζωὴν συνιστᾷ, γῆθεν ἄρτον ἐκφέρων.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Δάν, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ κριτής.
Λαοῦ κριτὴς Δάν, γλῶττα τῆς ἐξουσίας Ζυγοῖς δικαίοις πᾶσιν ἐξάγων κρίσιν.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Γάδ, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ λῃστευομένη ἢ λῃστεύουσα.
Γὰδ πειρατευθείς, πειρατεύων ἐκτρέχει, Νίκαις δὲ πάντων πειρατῶν κατισχύει.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ἀσήρ, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ πλουσία ἐπὶ χώραις σιτοφόροις. Ἀσὴρ δέ, φησί, πίονα πλουτεῖ στάχυν, Τρέφει τε τοὺς ἄρχοντας ἄρτῳ πλουσίῳ.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Νεφθαλείμ, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ πολὺ πλῆθος.
Ὡς ἔρνος ὄντως Νεφθαλεὶμ ἀνειμένον Εἰς πλῆθος αὐτῷ τῆς φυλῆς ἡπλωμένης.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ἰωσήφ, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ περίδοξος καὶ περιφανής.
Ηὐξημένον σε, σὸς Πατὴρ εἶναι λέγων, Δόξαν φυλῆς σῆς, Ἰωσήφ, διαγράφει.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Βενιαμίν, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ ἀπὸ ἀγρίας πραεῖα.
Φαγὼν τὸ πρωῒ Bενιαμίν, ὡς λύκος, Πρᾶος φανεῖς, δίδωσι βρῶσιν ἑσπέρας.
Μνήμη Φαρὲς καὶ Ζαρὰ τῶν διδύμων, υἱῶν Ἰούδα τοῦ Πατριάρχου.
Κοινῶς ἐπαινῶ σπέρμα κοινὸν Ἰούδα Φαρὲς Ζαρά τε, τοὺς διδύμους συγγόνους.
Μνήμη Ἐσρώμ, υἱοῦ Φαρές.
Ἐκ Φαρὲς Ἐσρώμ, ὥσπερ ἐκ ῥίζης κλάδος, Ἄμφω δὲ ῥίζης Ἀβραὰμ θεῖοι κλάδοι.
Μνήμη Ἀράμ, υἱοῦ Ἐσρώμ.
Γέγηθεν Ἐσρώμ, οὐ νοσῶν ἀτεκνίαν. Ἀρὰμ γὰρ αὐτῷ τέκνον ἠγαπημένον.
Μνήμη Ἀμιναδάβ, υἱοῦ Ἀράμ.
Τὸν Ἀμιναδὰβ ἐξ Ἀρὰμ φῦναι λόγος. Τούτου γὰρ υἱὸν ἡ Γραφὴ τοῦτον λέγει.
Μνήμη Ναασών, υἱοῦ Ἀμιναδάβ.
Εἷς καὶ Ναασὼν τῆς, Ἰούδα φατρίας, Ἐξ Ἀμιναδὰβ τῆς φυλῆς ἐξ, Ἰούδα.
Μνήμη Σαλμών, υἱοῦ Ναασών.
Ηὔξησε σειρὰν Ἀβραμιαίου γένους Σαλμὼν προελθὼν τῆς Ναασὼν ὀσφύος.
Μνήμη Βοόζ, υἱοῦ Σαλμών.
Εὐαγγελιστά, τοῦδε Σαλμὼν υἱέα, Τίνα γράφεις σὺ; Τὸν Βοόζ, φησί, γράφω.
Μνήμη Ὠβήδ, υἱοῦ Βοόζ, τοῦ ἐκ τῆς Ῥοὺθ γεννηθέντος.
Ἐκ Ῥοὺθ μὲν Ὠβήδ, τὴν φυλὴν Μωαβίτης, Ἐκ τοῦ Βοὸζ δὲ δῆλος, Ἰσραηλίτης.
Μνήμη Ἰεσσαί, υἱοῦ Ὠβήδ.
Ἰεσσαὶ τίκτε, τικτέτω καὶ σὸν γένος, Ἕως ἀπ’ αὐτοῦ Παῖς Θεὸς τεχθῇ μέγας.
Μνήμη Δαυΐδ Βασιλέως, υἱοῦ Ἰεσσαί.
Ἐγὼ τὶ φήσω, μαρτυροῦντος Κυρίου, Τὸν Δαυΐδ εὗρον, ὡς ἐμαυτοῦ καρδίαν;
Μνήμη Σολομῶντος Βασιλέως, υἱοῦ Δαυΐδ.
Σοφὸς Σολομὼν πρῶτος ἐν σοφοῖς βίου, Ἔχων τὸ πρῶτον τῶν καλῶν τῶν τοῦ βίου.
Μνήμη Ῥοβοὰμ Βασιλέως, υἱοῦ Σολομῶντος.
Ἐγκώμιόν σοι Ῥοβοάμ, πλέκω μέγα, Σὸν πάππον εἶναι τὸν μέγαν Δαυῒδ λέγων.
Μνήμη Ἀβιὰ Βασιλέως, υἱοῦ Ῥοβοάμ.
Βοᾷ Ῥοβοὰμ πρὸς τὸν Ἀβιὰ λέγων· Ἐγὼ Πατὴρ σός, καὶ σύ μου τὸ τεκνίον.
Μνήμη Ἀσὰ Βασιλέως, υἱοῦ Ἀβιά.
Εὐθῆ τὸν Ἀσὰ μηνύει Βασιλέα, Ἡ τετράτιτλος τῶν Βασιλειῶν βίβλος.
Μνήμη Ἰωσαφὰτ Βασιλέως, υἱοῦ Ἀσά.
Ἰωσαφὰτ τὰ πάντα χρηστὸς ἐν βίῳ Εὑρὼν ἀφορμάς πατρόθεν χρηστοῦ βίου.
Μνήμη Ἰωρὰμ Βασιλέως, υἱοῦ Ἰωσαφάτ.
Ἰωρὰμ ἡμῖν ἐξ Ἰωσαφὰτ ἔφυ· Ὑιὸς Βασιλεύς, ἐκ πατρὸς Βασιλέως.
Μνήμη Ὀζίου Βασιλέως, υἱοῦ Ἰωράμ.
Ἀνῆκε καρπὸν εὐγενῆ τὸν Ὀζίαν, Ἄναξ Ἰωράμ, Ἰωσαφὰτ ὁ κλάδος.
Μνήμη Ἰωάθαμ Βασιλέως, υἱοῦ Ὀζίου.
Τὸν Ἰωάθαμ, ὡς νεοττὸν Ὀζίου, Τῆς βασιλείας ἡ καλιὰ λαμβάνει.
Μνήμη Ἄχαζ Βασιλέως, υἱοῦ Ἰωάθαμ.
Τὸ τῆς κεφαλῆς στέμμα Ἰωάθαμ, Στέφει κεφαλὴν εὐπρεπῶς καὶ τὴν Ἄχαζ.
Μνήμη Ἐζεκίου Βασιλέως, υἱοῦ Ἄχαζ.
Σοβεῖ τελευτὴν δακρύσας Ἐζεκίας. Τοσοῦτον ἰσχύουσι ῥεῖθρα δακρύων!
Μνήμη Μανασσῆ Βασιλέως, υἱοῦ Ἐζεκίου.
Σωτηριῶδες πρὸς μετάγνωσιν βάθρον, Μανασσῆς ἡμῖν τὴν προσευχὴν πηγνύει.
Μνήμη Ἀμμὼν Βασιλέως, υἱοῦ Μανασσῆ.
Ἀμμὼν κυηθεὶς τῆς ἁλουργίδος μέσον, ‘Ἦν καὶ Βασιλεύς, καὶ Βασιλείας τέκνον.
Μνήμη Ἰωσίου Βασιλέως, υἱοῦ Ἀμμών.
Ἰωσίας ἔναντι τοῦ Θεοῦ μέγας, Ὃν γνοὺς ἐπαινεῖν, δειλιῶν μὴ σμικρύνω.
Μνήμη Ἰεχονίου Βασιλέως, υἱοῦ, Ἰωσίου.
Ἐν Βαβυλῶνος τῇ μετοικίᾳ λόγος, Ἰεχονίαν ἐμπαροικῆσαι βίῳ.
Μνήμη Σαλαθιήλ, υἱοῦ Ἰεχονίου.
Πρῶτον μέτ’ αὐτὴν τὴν μετοικίαν τέκνον Τὸν Σαλαθιὴλ Ἰούδα φυλὴ φύει.
Μνήμη Ζοροβάβελ, τοῦ τὸν Ναὸν τῶν Ἱεροσολύμων καυθέντα ἀνεγείραντος.
Nαβουζαρδὰν ἔκαυσε Ναὸν Κυρίου, Οὗ καύσιν ἦρε κτίσματι Ζοροβάβελ.
Μνήμη Ἀβιούδ, υἱοῦ Ζοροβάβελ.
Ἀβιοὺδ ὅρπηξ, οὗ φυὴ Ζοροβάβελ. Ὡς τὴν φυὴν οὖν, καὶ τὸν ὅρπηκα γράφω.
Μνήμη Ἐλιακείμ, υἱοῦ Ἀβιούδ.
Τὸν Ἐλιακεὶμ Ἀβιοὺδ γράφει γόνον, Ματθαῖος ἡμῖν, ἀκριβὴς γονογράφος.
Μνήμη Ἀζώρ, υἱοῦ Ἐλιακείμ.
Ὁ θεῖος Ἀζὼρ ἐξ Ἐλιακεὶμ ἔφυ, Θεία Γραφὴ λέγουσα τοῦτο πεισάτω.
Μνήμη Σαδώκ, υἱοῦ Ἀζώρ.
Ἀζὼρ κυΐσκων τὸν Σαδὼκ οὐ λανθάνει, Ὃν συγγραφεὺς γνοὺς ἐκκαλύπτει τὸν τόκον.
Μνήμη Ἀχείμ, υἱοῦ Σαδώκ.
Τοῖς τοῦ Σαδὼκ ζητοῦσιν υἱόν, Ματθαῖος, Δείξει τὸν Ἀχείμ, ἐκβαλὼν τὸ βιβλίον.
Μνήμη Ἐλιούδ, υἱοῦ Ἀχείμ.
Τεχθεὶς ἀπ’ Ἀχείμ, Ἐλιοὺδ ὤφθη τέκνον, Ὀφθήσεται δὲ καὶ πατὴρ τεκνοτρόφος.
Μνήμη Ἐλεάζαρ, υἱοῦ Ἐλιούδ.
Ἰδοὺ τεκόντα καὶ τὸν Ἐλιοὺδ ἔγνων, Ἐλεάζαρον τέκνον· εἰ βούλει, μάθε.
Μνήμη Ματθάν, υἱοῦ Ἐλεάζαρ.
Ἐλεάζαρ δὲ τὸν Ματθὰν γεννᾶν λέγει, Μαιευτρίας ἄκουε, Ματθαίου Βίβλου.
Μνήμη Ἰακώβ, υἱοῦ Ματθάν.
Καὶ Ματθὰν εἰσήνεγκεν υἱὸν εἰς βίον Τὸν Ἰακωβ γὰρ εἰσενεγκὼν εὑρέθη.
Μνήμη Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, υἱοῦ Ἰακώβ.
Μνηστὴρ Ἰωσήφ· ᾧ τὸ Πνεῦμα πρὸ γάμου, Μνηστὴν ἐκείνου, συλλαβοῦσαν δεικνύει.
Μνήμη τοῦ δικαίου Μελχισεδέκ.
Ἔχει Γραφὴ πατρὸς σε καὶ μητρὸς δίχα, Χριστοῦ τυποῦντα Μελχισεδὲκ τοὺς τόκους.
Μνήμη τοῦ δικαίου Ἰώβ.
Ὕψιστον εὑρὼν ἀξίως ἐπαινέτην, Ἰὼβ ἐπαίνων οὐ δέῃ τῶν γηΐνων.
Μνήμη τοῦ Προφήτου Μωσέως, καὶ Ὤρ καὶ Ἀαρὼν τῶν Ἱερέων.
Σὺν Ὤρ Ἀαρὼν προγράφει Χριστοῦ πάθος, Ὑψοῦντες ἄμφω σταυρικῶς τὸν Μωσέα.
Μνήμη Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ.
Ὑμνεῖν Ἰησοῦν ποῖος ἀρκέσει λόγος, ᾯ συλλαλῶν ὑπῆρχε καὶ Θεὸς Λόγος;
Μνήμη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Σαμουήλ.
Ὀφθαλμὸν ἡμῖν εὐμενῆ Θεοῦ τίθει, Ὀφθαλμὲ θεῖε, καὶ τὰ μέλλοντα βλέπων.
Μνήμη τοῦ Προφήτου Νάθαν.
Ἁμαρτιῶν ἔλεγχος ὀξὺς ὢν Νάθαν, Ἡμάρτομεν λέγουσι, συγγνώμην νέμοις.
Μνήμη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Δανιήλ.
Καὶ θηρία φρίττουσιν ἀρετῆς φίλον. Ἔργοις Δανιὴλ τοῦτο πιστοῦται μέγας.
Μνήμη τῶν Ἁγίων, τριῶν Παίδων.
Καὶ πῦρ, τὸ πῦρ ἦν τῆς καμίνου, καὶ δρόσος. Πρὸς δυσσεβεῖς πῦρ, πρὸς δὲ τοὺς Παῖδας δρόσος.
Μνήμη τῆς δικαίας Σάρρας, γυναικὸς Ἀβραάμ.
Νεύσει Θεοῦ καὶ στεῖρα νικᾶται φύσις· Καὶ μάρτυς ὠδίνουσα Σάρρα παιδίον.
Μνήμη τῆς δικαίας Ῥεβέκκας, γυναικὸς Ἰσαάκ.
Καὶ τὴν ἀρίστην τῶν γυναικῶν Ῥεβέκκαν, Ἄριστος εὗρεν ἀνδρῶν κοινὸν λέχους.
Μνήμη τῆς δικαίας Λείας, πρώτης γυναικός, Ἰακώβ.
Λείας προσώπῳ Κύριος μὴ δοὺς χάριν, Κυήσεως δίδωσι τῇ μήτρᾳ χάριν.
Μνήμη τῆς δικαίας Ῥαχήλ, δευτέρας γυναικός, Ἰακώβ.
Θεοὺς πατρῴους ἡ Ῥαχὴλ κλέπτει πόθῳ, Ἐν ἐσχάτῳ δὲ τὸν Θεὸν ποθεῖ Λόγον.
Μνήμη τῆς δικαίας Ἀσινέθ, γυναικός, Ἰωσὴφ τοῦ παγκάλου.
Κάλλει παρῆλθεν ἥλιος μὲν ἀστέρας, Ἡ δ’ Ἀσινὲθ μοι τὰς ὑφ’ ἥλιον κόρας.
Μνήμη τῆς δικαίας Μαρίας, ἀδελφῆς Μωϋσέως.
ᾌσωμεν , εἰπέ, καὶ πάλιν τῷ Κυρίῳ, Ψυχῆς κροτοῦσα τύμπανον νῦν Μαρία.
Μνήμη τῆς δικαίας Δεβόρρας τῆς κρινάσης τὸν Ἰσραήλ.
Ὑπὲρ γυναῖκας ἡ Δεβόρρα τὴν φρένα, Βάθει φρενὸς κρίνουσα λαὸν Κυρίου.
Μνήμη τῆς δικαίας Ῥούθ.
Ἔθνος λιποῦσα Ῥοὺθ ἑαυτῆς καὶ σέβας, Ἔθνει προσῆλθε καὶ Θεῷ τοῦ Μωσέως.
Μνήμη τῆς δικαίας Σαραφθίας, πρὸς ἣν Ἠλίας ἀπεστάλη.
Ἄσπαρτον εἶχε τὴν τροφὴν Σαραφθία, Kαινὸν λαχοῦσα λήϊνον τὸν Ἠλίαν.
Μνήμη τῆς δικαίας Σωμανίτιδος τῆς ξενοδοχησάσης τὸν Ἐλισαῖον.
Ἐλισαῖος σοι κλεῖθρα νηδύος λύει, ᾯ κλεῖθρα Σωμανῖτις ἤνοιξας δρόμου.
Μνήμη τῆς δικαίας Ἰουδίθ, τῆς ἀνελούσης τὸν Ὀλοφέρνην.
Ὃν πᾶς ἀνὴρ ἔφριττε, δεινὸν ὁπλίτην. Γυνὴ καθεῖλεν, Ἰουδίθ, Ὀλοφέρνην.
Μνήμη τῆς δικαίας Ἐσθήρ, τῆς λυτρωσαμένης τὸν Ἰσραὴλ ἐκ θανάτου.
Ἔσωσεν Ἐσθὴρ ἄνδρας Ἰσραηλίτας, ᾍδου κυνὴν μέλλοντας ἐνδῦναι πάλαι.
Μνήμη τῆς δικαίας Ἄννης, τῆς μητρὸς Σαμουὴλ τοῦ Προφήτου.
Εὐχῆς τέκνον τεκοῦσα Σαμουὴλ μέγαν. Νικᾷ Φενάνναν, Ἄννα πολλὴν ἐν τέκνοις.
Μνήμη τῆς δικαίας Σωσάννης.
Kανὼν πρόκειται σωφρονούσαις ἐν βίῳ, Ὁ τῆς Σωσάννης σωφρονέστατος βίος.
Κατά την 18η του Δεκεμβρίου, αν τύχει ημέρα Κυριακή ειδάλλως αμέσως μετά απ’ αυτή, «Μνήμην ἄγειν ἐτάχθημεν παρὰ τῶν Ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, ἀπὸ Ἀδὰμ ἄχρι καὶ Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, κατὰ γενεαλογίαν, καθὼς ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἱστορικῶς ἠριθμήσατο, ὁμοίως καὶ τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Προφητίδων». Και αυτοί, είναι οι έξης:
Ααρών Προφήτης, Άβελ Δίκαιος, Αβιά Βασιλεύς, Αβιούδ Δίκαιος, Αβραάμ Πατριάρχης, Αδάμ Προπάτωρ, Αζώρ Δίκαιος, Αμιναδάβ Δίκαιος, Αμμών Βασιλεύς, Άννα Προφήτις, Αράμ Δίκαιος, Αρφαξάδ Δίκαιος, Ασά Βασιλεύς, Ασήρ Πατριάρχης, Ασινέθ Δικαία, Άχαζ Βασιλεύς, Αχείμ Δίκαιος, Βενιαμίν Πατριάρχης, Βοόζ Δίκαιος, Γαδ Πατριάρχης, Δαβίδ Προφήτης, Δαν Πατριάρχης, Δανιήλ Προφήτης, Δεβόρρα Δικαία, Έβερ Δίκαιος, Εζεκίας Βασιλεύς, Ελεάζαρ Δίκαιος, Ελιακείμ Δίκαιος, Ελιούδ Δίκαιος, Ενώς Δίκαιος, Ενώχ Δίκαιος, Εσθήρ Δικαία, Εσρώμ Δίκαιος, Εύα προμήτωρ, Ζαβουλών Πατριάρχης, Ζαρά Δίκαιος, Ζοροβάβελ Δίκαιος, Θάρρας Δίκαιος, Ιακώβ Πατριάρχης, Ιακώβ υιός Ματθάν Δίκαιος, Ιάρεδ Δίκαιος, Ιάφεθ Δίκαιος, Ιεσσαί Δίκαιος, Ιεχονίας Βασιλεύς, Ιησούς Ναυή Δίκαιος, Ιούδας Πατριάρχης, Ιουδίθ Δικαία, Ισαάκ Πατριάρχης, Ισάχαρ Πατριάρχης, Ιωάθαμ Βασιλεύς, Ιώβ Δίκαιος, Ιωράμ Βασιλεύς, Ιωσαφάτ Βασιλεύς, Ιωσήφ Πατριάρχης, Ιωσήφ ο Μνήστωρ Δίκαιος, Ιωσίας Βασιλεύς, Καϊνάν υιός Ενώς Δίκαιος, Καϊνάν υιός Αρφαξάδ Δίκαιος, Λάμεχ Δίκαιος, Λεία Δικαία, Λευΐ Πατριάρχης, Μαθουσάλας Δίκαιος, Μαλελεήλ Δίκαιος, Μανασσής Βασιλεύς, Μαρία αδελφή Μωυσέως Δικαία, Ματθάν Δίκαιος, Μελχισεδέκ Δίκαιος, Μωσής Προφήτης, Ναασσών Δίκαιος, Νάθαν Προφήτης, Ναχώρ Δίκαιος, Νεφθαλείμ Πατριάρχης, Νώε Δίκαιος, Οζίας Βασιλεύς, Παίδες τρεις, Ραγάβ Δίκαιος, Ραχήλ Δικαία, Ρεβέκκα Δικαία, Ροβοάμ Βασιλεύς, Ρουβίμ Πατριάρχης, Ρουθ Δικαία, Σαδώκ Δίκαιος, Σάλα Δίκαιος, Σαλαθιήλ Βασιλεύς, Σαλμών Δίκαιος, Σαμουήλ Προφήτης, Σαραφθία Δικαία, Σάρρα Δικαία, Σερούχ Δίκαιος, Σηθ Δίκαιος, Σημ Δίκαιος, Σολομών Προφήτης, Σουμανίτις Δικαία, Συμεών Πατριάρχης, Σωσάννα Δικαία, Φάλεκ Δίκαιος, Φαρές Δίκαιος, Ωβήδ Δίκαιος, Ωρ Προφήτης.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. Β’.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ’ ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες, Τρισμακάριοι ἐν τῷ σκάμματι, τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε, ἐν μέσῳ δὲ φλογὸς ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε. Τάχυνον ὁ οἰκτίρμων, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν,ὅτι δύνασαι βουλόμενος.
Ὁ Οἶκος
Ἔκτεινόν σου τὴν χεῖρα, ἧς πάλαι ἔλαβον πεῖραν Αἰγύπτιοι πολεμοῦντες, καὶ Ἑβραῖοι πολεμούμενοι, μὴ καταλίπῃς ἡμᾶς, καὶ καταπίῃ ἡμᾶς θάνατος· ὁ διψῶν ἡμᾶς, καὶ Σατᾶν ὁ μισῶν ἡμᾶς· ἀλλ’ ἔγγισον ἡμῖν, καὶ φεῖσαι τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ὡς ἐφείσω ποτὲ τῶν Παίδων σου, τῶν ἐν Bαβυλῶνι ἀπαύστως ἀνυμνούντων σε, καὶ βληθέντων ὑπὲρ σοῦ εἰς τὴν κάμινον, καὶ ἐκ ταύτης κραυγαζόντων σοι· Τάχυνον ὁ οἰκτίρμων, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.