Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Αγάθων, Βασίλισσα, Κέλσιος, Κέλσια, Δομινίκη, Δομήνικος, Παρθένα, Έλσα
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Δευτέρα 8 Ιανουαρίου, είναι του Οσίου Αγάθωνος, Αγίου Ιουλιανού και μαρτύρων Βασίλισσας Κελσίου Αναστασίου και Αντωνίου, της Οσίας Δομνίκης, της Αγίας Παρθένας, του Αγίου Γεωργίου Χοζεβίτη.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Αγάθων, Βασίλισσα, Κέλσιος, Κέλσια, Κέλσα, Κέλση, Δομινίκη, Δομνίκα, Δομνίκη, Δομήνικος, Παρθένα, Έλσα, Έλση, Νένα.
Οι Άγιοι:
Όσιος Αγάθων
Για τον κτίτορα της ιεράς μονής Αγάθωνος, που τιμάται στην Παναγία, λόγω της εκεί θαυματουργής εικόνας της Θεοτόκου, και στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, λείπουν πολλά βιογραφικά στοιχεία. Μετά την καθίζηση πλησιόχωρης μονής και την ανεύρεση της εικόνας της Θεοτόκου υπό του οσίου, κτίσθηκε από τον ίδιο η νέα σημερινή μονή, η οποία έλαβε από τους μαθητές του οσίου το όνομα του κτίτορος και πρώτου ηγουμένου της. Κατά νεώτερες έρευνες ο βίος του οσίου Αγάθωνος σχετίζεται με τον βίο του εξ Υπάτης οσίου Αθανασίου του Μετεωρίτη (βλέπε 20 Απριλίου), τον οποίο ο Αγάθων ακολούθησε στο Άγιο Όρος. Έτσι ο όσιος Αγάθων συναριθμείται και συντιμάται μετά των Αγιορειτών οσίων και ο χρόνος της ακμής του ορίζεται ο 14ος αιώνας μ.Χ. Αξίζει να σημειωθεί πως και στο Άγιο Όρος και στην πρώτη μεγάλη μονή των Μετεώρων, που ίδρυσε ο όσιος Αθανάσιος, τιμάται η Θεοτόκος και η Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Το 1959 μ.Χ. στη νότια πλευρά του ωραίου Καθολικού της ιεράς μονής, κατόπιν ανασκαφών, βρέθηκε ο τάφος του οσίου και τα χαριτόβρυτα τίμια λείψανά του. Η αρχαιότερη εικόνα του αγίου είναι σε τοιχογραφία του 16ου αιώνος μ.Χ. στο παρεκκλήσι της μονής του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ανέκδοτη «Ἀσματική Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Ἀγάθωνος, κτίτορος τῆς ἐν Φθιώτιδι ὁμωνύμου μονῆς, ποιηθεῖσα ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ὑπό τοῦ ἀειμνήστου μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, Ὑμνογράφου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας» υπάρχει στη μονή του. Η μνήμη του τιμάται στις 7 Αυγούστου. Ο όσιος Αγάθων αποτελεί κεντρική μορφή του φθιωτικού μοναχισμού και η φημισμένη μονή του προσέφερε πολλά στους αγώνες του Έθνους και σήμερα αποτελεί πανρουμελιωτικό θεομητορικό προσκύνημα.
Άγιος Ιουλιανός ο Αιγύπτιος και οι μαζί μ’ αυτόν μαρτυρήσαντες Βασίλισσα, Κέλσος, Αναστάσιος, Αντώνιος ο Πρεσβύτερος, είκοσι δεσμοφύλακες και επτά αδέλφια
Εις τον Ιουλιανόν και Βασίλισσαν. Ἰουλιανῷ πολλὰ καὶ Βασιλίσσῃ, Ἔπαθλα κεῖνται, κειμένοις ἐκ τοῦ ξίφους.
Εις τον Κέλσιον και Aντώνιον. Τέμνει κεφαλὴν τὸ ξίφος τὴν Κελσίου, Καὶ σὺν κεφαλῇ τῇ δε τὴν Ἀντωνίου. Εις τους διά του Aγίου Ιουλιανού πιστεύσαντες. Χριστού συνέντες άνδρες αληθές σέβας, Προύδωκαν εις θάνατον αυτούς εμφρόνως.
Μαρτύρησαν στις αρχές του 4ου αιώνα επί Διοκλητισνού και Μαρκιανού διοικητή Αιγύπτου.
Ο Ιουλιανός ήταν από την Αντινούπολη της Μέσης Αιγύπτου και ο γάμος του με τη Βασίλισσα (έτσι ονομαζόταν η γυναίκα του) δεν τους έδωσε παιδί. Αλλά παιδιά τους θεωρούσαν τα φτωχά και τα ορφανά. Όταν το 303 κηρύχτηκε διωγμός κατά των χριστιανών, ο Ιουλιανός και η Βασίλισσα για να αποφύγουν την ειδωλολατρική βία, πήγαν, ο μεν σε ανδρικό μοναστήρι, ή δε σε γυναικείο.
Αλλά η σκληρή δίωξη από τον ειδωλολάτρη διοικητή της Αιγύπτου Μαρκιανό, έφτασε μέχρι αυτά τα μοναστήρια. Τότε ο Ιουλιανός συνελήφθη και ιδιαίτερα αυτός βασανίστηκε σκληρά. Ο γιος όμως του Μαρκιανού, Κέλσιος, που σεβόταν τους χριστιανούς, είπε στον πατέρα του να πάψει τα σκληρά βασανιστήρια. Εκείνος αρνήθηκε. Και ο Κέλσιος τότε ομολόγησε τον Χριστό, με αποτέλεσμα να τον θανατώσει ο ίδιος ο πατέρας του. Λίγο αργότερα, μετά από απάνθρωπα βασανιστήρια, παρέδιδαν στον στεφανοδότη Χριστό τις ψυχές τους ο Ιουλιανός και η σύζυγος του Βασίλισσα.
Μαζί τους δε και ένας ιερέας ονόματι Αντώνιος, καθώς και κάποιοι από τους Δήμιους, αλλά και άλλοι πολλοί άνδρες. Επίσης και κάποιος εκ νεκρών αναστάς Αναστάσιος και 20 Στρατιώτες. Η μνήμη όλων των πιο πάνω Αγίων, άγνωστο γιατί, επαναλαμβάνεται και την 21η Ιουνίου.
Οσία Δομνίκη
Λιποῦσα τὴν γῆν οὐρανόφρων Δομνίκα, Εἰς οὐρανοὺς ἀνῆλθεν, ὥσπερ ἠγάπα. Δομνίκαν ὀγδοάτῃ πότμου λάβε νὺξ ἐρεβεννή.
Η Οσία Δομνίκη γεννήθηκε στην Καρθαγένη της Αφρικής. Το 384, όταν έφτασε σε νεαρή ηλικία, για προσωπικούς λόγους έρχεται στην Κωνσταντινούπολη μαζί με άλλες σαράντα συνομήλικες της. Τότε αυτοκράτορας ήταν ο Μέγας Θεοδόσιος και Πατριάρχης ο Νεκτάριος. Μόλις γνωρίζει τη Δομνίκη ο Πατριάρχης, διακρίνει τις αγνές της προθέσεις και αμέσως τη βαπτίζει και μετά την κάνει μοναχή. Στη χριστιανική μοναχική ζωή διακρίνεται νωρίς η Αγία για την πίστη της, το ζήλο, την αφοσίωση της στη φιλανθρωπία και, προπάντων, για την αγνότητα της ψυχής της, αποδεικνύοντας και αυτή με τη ζωή της τα λόγια του Κυρίου μας στους μαθητές Του και, κατ’ επέκταση, σε όσους Τον ακολουθούν: «Σεις τώρα είσθε καθαροί. Και σας έχει καθαρίσει ο λόγος της αληθείας, πού σας έχω πει και διδάξει» (Ιωάννου ιε 3). Η ηθική καθαρότητα της Αγίας Δομνίκης, συνδυασμένη με την αξιοθαύμαστη ταπεινοφροσύνη της, είχε τέτοια απήχηση στη συνείδηση της Εκκλησίας μας, ώστε να την κατατάξει στο χορό των Αγίων της.
Απολυτίκιο
Αγάπη τη κρείττονι, καταυγασθείσα τον νουν, ασκήσει εξέλαμψας, ώσπερ λαμπάς φαεινή, Δομνίκα πανεύφημε όθεν μοναζουσών σε, όδηγόν φωτοφόρον, έδειξεν ο Δεσπότης, δια βίου και λόγου. Ω πρέσβευε θεοφόρε, σώζεσθαι άπαντας.
Αγίες Παρθενομάρτυρες Νεολλίνα, Δομνίνα και Παρθένα η Εδεσσαία
Τη μετά τα Θεοφάνεια πρώτη Κυριακή, μνήμην επιτελούμεν εν τη περιοχή της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης και Πέλλης, των αγίων Παρθενομαρτύρων Νεολλίνας, Δομνίνας και Παρθένας της Εδεσσαίας. Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο των Αγίων Παρθενομαρτύρων Νεολλίνας και Δομνίνας παρά μόνο για τον βίο της Αγίας Παρθένας της Εδεσσαίας.
Η Αγία Παρθένα καταγόταν από την Έδεσσα της Μακεδονίας και γεννήθηκε περί τον 14ο αιώνα μ.Χ. Κατά το παρθενικό της όνομα είχε και το βίο της, ζώντας με άσκηση και σεμνότητα. Κατά το έτος 1375 μ.Χ. η Έδεσσα πολιορκήθηκε από τους Τούρκους και οι κάτοικοι αντέταξαν δυνατή άμυνα, ενισχυόμενοι και ενθαρρυνόμενοι από τον Ιερομόναχο Σεραφείμ, εφημέριο του Μητροπολιτικού ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ο εχθρός ήταν άριστα οργανωμένος και πολυάριθμος, αλλά απέκανε και ως φαίνεται, ετοιμαζόταν να λύσει την πολιορκία. Αλλά κατά την τελευταία στιγμή, ένας από τους προκρίτους της πόλεως, ονομαζόμενος Πέτρος (η παράδοση τον ονομάζει Κελλ Πέτρο, δηλαδή Κασιδιάρη Πέτρο), ο οποίος ήταν πατέρας της Αγίας Παρθένας, πληρώθηκε με μεγάλο χρηματικό ποσό από τον πολιορκητή Πασά των Τούρκων και πρόδωσε την πόλη.
Οι Τούρκοι εισέβαλαν στην Έδεσσα, στις 26 Δεκεμβρίου 1375 μ.Χ., από το νοτιοανατολικό μέρος, όπου αυτός φρουρούσε, και όπου ήταν μία από τις κυριότερες επάλξεις της πόλεως. Αμέσως επιδόθηκαν στη σφαγή και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων, τις διαρπαγές και τις ατιμώσεις. Συνέλαβαν τον Ιερομόναχο Σεραφείμ και μετά από σκληρά βασανιστήρια τον έπνιξαν στο μέγα καταρράκτη, που έχει το όνομα «ιτσερί Πασά», δηλαδή «νερά του Πασά». Ο προδότης Πέτρος, μετά τη φρικώδη πράξη του και την άλωση της πόλεως, αρνήθηκε το όνομα του Χριστού και έγινε Μουσουλμάνος. Δεν αρκούσε όμως αυτό. Παρέδωσε στον Πασά, ως παλλακίδα, τη θυγατέρα του Παρθένα, αφού προηγουμένως προσπαθούσε να την πείσει να απαρνηθεί τον Χριστό. Η Αγία Παρθένα μόλις άκουσε τα λόγια του πατέρα της, ως άλλη Αγία Βαρβάρα, έφριξε και έλεγξε με πνευματική ανδρεία τον άθλιο πατέρα της και ομολόγησε ότι ποτέ δεν θα αρνηθεί το γλυκύτατο όνομα του ουράνιου Νυμφίου αυτής, Ιησού Χριστού. Εκείνος, αντί να συντριβεί και να μετανοήσει, οργίσθηκε και έγινε σαν θηρίο. Άρχισε να κτυπά την Αγία μέχρι αίματος και αναισθησίας. Στην συνέχει την γύμνωσε και την παρέδωσε στα χέρια των Τούρκων. Οι στρατιώτες την βασάνιζαν επί τρεις ημέρες. Στο τέλος, την οδήγησαν ολόγυμνη σε ένα λόφο, όπου την έθαψαν ζωντανή. Ο λόφος αυτός ονομάζεται μέχρι σήμερα «λόφος της Παρθένου».
Όσιος Γεώργιος ο Χοζεβίτης
Σὺν δάκρυσι σπείραντι τῷ Γεωργίῳ, Καιρὸς θερίζειν ἐστὶ σὺν εὐθυμίᾳ.
Ο Όσιος Γεώργιος γεννήθηκε σ’ ένα χωριό της Κύπρου από γονείς ευσεβείς. Είχε και ένα μεγαλύτερο αδελφό που τον έλεγαν Ηρακλείδη. Αυτός λοιπόν, όταν ακόμα ζούσαν οι γονείς τους, πήγε στους Αγίους Τόπους για να προσκυνήσει. Αφού προσκύνησε, κατόπιν πήγε στη Λαύρα του Καλαμώνας που βρισκόταν κοντά στο σημερινό μοναστήρι του Αββά Γερασίμου στον Ιορδάνη και εκεί έγινε μοναχός. Ο δε Γεώργιος παρέμεινε κοντά στους γονείς του. Αργότερα πέθαναν οι γονείς του και ο Γεώργιος έμεινε ορφανός. Τότε τον παρέλαβε μαζί με την κληρονομιά του ο θείος του, που είχε μια μοναχοκόρη και ήθελε να τον κάνει γαμπρό του. Ο Γεώργιος όμως δεν ήθελε να παντρευτεί και έφυγε στον άλλο του θείο, που ήταν ηγούμενος σ’ ένα Μοναστήρι. Αλλά επειδή ο προηγούμενος θείος του πίεζε τον αδελφό του ηγούμενο ν’ αφήσει τον Γεώργιο να φύγει από το μοναστήρι, ο Γεώργιος έφυγε κι από ‘κει και πήγε στον αδελφό του Ηρακλείδη στη Λαύρα του Καλαμώνος. Άλλ’ επειδή ήταν νεαρός τον οδήγησε στη Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου, την λεγόμενη Χοζεβά που βρίσκεται σε μια ερημική και άγρια χαράδρα κι είναι κοντά στην αρχαία Ρωμαϊκή οδό, που οδηγεί από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ. Εκεί πλέον ο Γεώργιος αφού έγινε μοναχός, έζησε αυστηρά ασκητική μοναχική ζωή. Η φήμη της αρετής του ήταν μεγάλη και τα άγια έργα του δίδαξαν πολλούς. Τελικά, ειρηνικά παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Θεό.
Λίγα λόγια για το μοναστήρι της Υπεραγίας Θεοτόκου, την λεγόμενη Χοζεβά.
Βρίσκεται σε μια ερημική και άγρια χαράδρα κι είναι κοντά στην αρχαία Ρωμαϊκή οδό, που οδηγεί από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ. Στην Αγία Γραφή η τοποθεσία αυτή λέγεται χείμαρρος Χορράθ κι είναι συνδεδεμένη με πολλά ιστορικά γεγονότα. Σ’ αυτό το μέρος είναι η σπηλιά στην όποια είχε κάποτε κρυβεί ο προφήτης Ηλίας (910 π.Χ.) για να γλιτώσει από την καταδίωξη του ασεβέστατου βασιλιά Αχαάβ και της ειδωλολάτριδας συζύγου του της Ιζάβελ. Σ’ αυτή τη σπηλιά ο ζηλωτής προφήτης έμεινε μήνες και τρεφόταν κατά ένα θαυμαστό τρόπο. Μερικά κοράκια του έφερναν πρωί και βράδυ ψωμί και κρέας. Νερό έπινε από τον χείμαρρο. Όταν όμως κι από εδώ έλειψε το νερό, εξ αιτίας της ανομβρίας, ο προφήτης αναχώρησε κατ’ εντολή του Θεού στα Σάρεπτα της Σιδώνος. Στη σπηλιά αυτή ύστερα από χρόνια ήρθε και κλείστηκε κι ο θεοπάτορας Ιωακείμ. Σαράντα μερόνυχτα έμεινε εδώ νηστεύοντας και προσευχόμενος να του χαρίσει ο Θεός ένα παιδί, γιατί ήταν άτεκνος. Σ’ αυτό το διάστημα κι η σύζυγος του Άννα είχε παραμείνει στο σπίτι της και προσευχόταν θερμά. Με δάκρυα παρακαλούσε και ζητούσε να της λύσει ο Πανάγαθος Θεός την ατεκνία της. Πολύ συγκινητική είναι η προσευχή του Ιωακείμ, στη σπηλιά όπως μας την διέσωσε αρχαία παράδοση: «Ου καταβήσομαι», έλεγε μονολογώντας ο ευσεβής Ιωακείμ, «ούτε επί ποτόν, έως ότου επισκέψεταί με Κύριος ο Θεός μου και έσται μου η ευχή βρώμα και πόμα». Και δεν κινήθηκε απ’ εκεί, παρά μονάχα, όταν ο φιλάνθρωπος Θεός που ακούει πάντα τις προσευχές των ευσεβών παιδιών του, εισήκουσε τη δέηση του και μ’ ένα άγγελο του διεμήνυσε το χαρμόσυνο μήνυμα, πώς θα αποκτούσε παιδί. Και πραγματικά. Την επόμενη χρονιά ο Ιωακείμ και η Άννα αξιωνόντουσαν να αποκτήσουν την κεχαριτωμένη Μαρία, τη Μητέρα του Θεού. Γι’ αυτό και το όνομα Θεοπάτορες, δηλαδή πρόγονοι κατά σάρκα του Σωτήρος μας Χριστού, του Θεού μας. Από μια τυπική διάταξη της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων μανθάνουμε, πως ο χείμαρρος ήταν κτήμα του Ιωακείμ, του πατέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Εδώ υπήρχε και κήπος του ιδίου κι εδώ αργότερα κτίστηκε και Εκκλησία έπ’ ονόματι της Παναγίας στην οποία διάφορες μέρες του χρόνου γινόντουσαν μεγαλόπρεπες πανηγύρεις. Σε τούτο το μέρος κτίστηκε κι η μονή της Παναγίας του Χοζεβά, που θεωρείται μία από τις αρχαιότερες μονές της Παλαιστίνης. Στην ιερά αυτή Μονή έζησαν την αγγελική ζωή της πλήρους αφιερώσεως χιλιάδες ευλαβείς ψυχές. Σ’ αυτή πέρασε κι ο άγιος Γεώργιος από τη νήσο Κύπρο, που είναι γνωστός με το επώνυμο Χοζεβίτης, τα περισσότερα χρόνια της ασκητικής ζωής του. Η όλη περιοχή διακρίνεται για την αγριότητα της. Κι αυτή την περιοχή χωρίς άλλο θα είχε υπ’ όψη ο Κύριος, όταν έλεγε την παραβολή του ανθρώπου που περιέπεσε στους ληστές κι είναι γνωστή σαν παραβολή του καλού Σαμαρείτη. Καθ’ όλη τη διαδρομή του χειμάρρου υπάρχουν πολλά σπήλαια, τα οποία από ενωρίς προσείλκυσαν πολλούς αναχωρητές. Σ’ ένα από αυτά, που βρίσκεται από πάνω από τη Μονή, είχε εγκατασταθεί κάποτε ο Άγιος Ιωάννης ο θαυματουργός, που είχε διατελέσει επίσκοπος της Καισαρείας κι ύστερα εγκατέλειψε την επισκοπή κι ήρθε στο μέρος αυτό να μονάσει. Ο μεγάλος αυτός άγιος και θαυματουργός έκτισε την εκκλησία και τη Μονή στο όνομα της Παναγίας και καλλώπισε τον χώρο εκείνο έτσι, που σε λίγο καιρό χιλιάδες φιλέρημες ψυχές ήρθαν να ζήσουν την αγγελική ζωή. Την ακμή της Μονής, στην οποία πολλά θαύματα γινόντουσαν από την Υπεραγία Θεοτόκο, αλλά και των γύρω ασκητηρίων, που στις αρχές του εβδόμου αιώνα φιλοξενούσαν πιο πολλές από πέντε χιλιάδες ψυχές, ανέκοψαν οι περσικές επιδρομές. Σαν καταιγίδα αληθινή είχαν ενσκήψει οι άγριες αυτές ορδές, που έσφαζαν, έκαιαν, ερήμωναν τα πάντα από εκεί που περνούσαν. Αυτή την εποχή καταστράφηκε κι ο άγιος ναός της Αναστάσεως και όλοι οι ναοί και τα μοναστήρια της Παλαιστίνης (614 μ.Χ.)