Εορτολόγιο: Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Ευφρασία, Ευφρασίτσα, Μακάριος, Μακάρης, Μακαράς, Μακαρία, Μακάρω, Μακαρίτσα, Μακαρούλα
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Παρασκευή 19 Ιανουαρίου, είναι του Μάρκου Ευγενικού, της Αγίας Ευφρασίας, του Οσίου Μακαρίου του Αιγυπτίου.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Ευφρασία, Ευφρασίτσα, Μακάριος, Μακάρης, Μακαράς, Μακαρία, Μακάρω, Μακαρίτσα, Μακαρούλα.
Οι Άγιοι:
Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός
Κρατεί μεν Άτλας μυθικώς ώμοις πόλον, Κρατεί δ’ αληθώς Μάρκος Oρθοδοξίαν.
Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός γεννήθηκε το 1392 μ.Χ. από ευσεβείς και πιστούς γονείς, τον αρχιδικαστή, σακελλίων και διάκονο της Μεγάλης Εκκλησίας Γεώργιο και τη Μαρία που ήταν κόρη του ευσεβούς ιατρού Λουκά. Είχε ακόμα έναν μικρότερο αδερφό που ονομαζόταν Ιωάννης. Λόγω των πολλών του πνευματικών χαρισμάτων έκανε περίλαμπρες θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές και μαθήτευσε στους πλέον φημισμένους διδασκάλους της εποχής του, τον Ιωάννη Χορτασμένο (κατόπιν Ιγνάτιο Μητροπολίτη Σηλυμβρίας) και τον μαθηματικό και φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα. Μεταξύ των συμμαθητών του ήταν και ο μετ’ έπειτα άσπονδος εχθρός του Βησσαρίων ο καρδινάλιος που ήταν υπέρμαχος της ένωσης. Δίδασκε στο φροντιστήριο του πατέρα του, και αργότερα, μετά τον θάνατο αυτού, τον διαδέχθηκε στο διδασκαλικό επάγγελμα. Διακρίθηκε σαν δάσκαλος της ρητορικής και μεταξύ των μαθητών του, που διέπρεψαν αργότερα, ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος (ο πρώτος μετά την πτώσιν της Πόλεως Πατριάρχης), ο Θεόδωρος Αγαλλιανός, ο Θεοφάνης Μητροπολίτης Μηδείας και ο αδελφός του Ιωάννης ο Ευγενικός. Στο 25ο έτος της ηλικίας του αποφάσισε να γίνει μοναχός και γι’ αυτό έφυγε σε μια Μονή στους Πριγκηπόνησους. Εκεί ετάχθη υπό την πνευματική επιστασία ενάρετου μοναχού, του Συμεών, ο όποιος τον έκειρε μοναχό και τον μετονόμασε από Εμμανουήλ, που ήταν το πρώτο του όνομα, σε Μάρκο. Κατόπιν από τα νησιά αυτά έφυγε και πήγε στη Μονή των Μαγκάνων, όπου χειροτονήθηκε Ιερέας. Αφού έγινε κληρικός, το 1436 μ.Χ. εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Εφέσου. Ακολούθησε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο στη Φεράρα και τη Φλωρεντία, όπου πραγματοποιήθηκε Σύνοδος για την ένωση της Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας. Εκεί ο Μάρκος ανεδείχθη ο θερμότερος και στερεότερος υπέρμαχος της Ορθοδοξίας, αρνούμενος να υπογράψει τον όρο της ψευδοενώσεως, έτσι που όταν ο πάπας Ευγένιος Δ’ (1431 – 1447 μ.Χ.) πληροφορήθηκε την απόφασή του είπε: «Μᾶρκος οὐχ ὑπέγραψε, λοιπὸν ἐποιήσαμεν οὐδέν». Μετά την προδοτική ένωση της Φερράρας – Φλωρεντίας οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν την Ιταλία. Ο αυτοκράτορας παρέλαβε τον Άγιο Μάρκο στο αυτοκρατορικό πλοίο. Ύστερα από ταξίδι τρεισήμισι μηνών έφθασαν τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί οι κάτοικοι δέχθηκαν με αισθήματα εχθρικά και αποδοκίμασαν αυτούς που υπέγραψαν την ένωση, αλλά επιδοκίμασαν και τίμησαν τον Άγιο Μάρκο όπως αναφέρει ο υβριστής του γραικολατίνος επίσκοπος Μεθώνης Ιωσήφ: «ο Εφέσου είδε το πλήθος δοξάζων αυτόν ως μη υπογράψαντα και προσεκύνουν αυτώ οι όχλοι παθάπερ Μωϋσεί και Ααρών και ευφήμουν αυτόν και άγιον απεκάλουν». Στις 4 Μαΐου 1440 μ.Χ. ο Άγιος Μάρκος αναγκάστηκε να δραπετεύσει από την Βασιλεύουσα, διότι κινδύνευε η ζωή του, και να πάει στην Έφεσο που ήταν κάτω από τους Τούρκους. Εκεί αφού ποίμανε για λίγο το ποίμνιο του αναγκάσθηκε πάλι, τώρα από τους Τούρκους και τους ενωτικούς, να εγκαταλείψει την Έφεσο και μπήκε στο πλοίο που πήγαινε στο Άγιο Όρος, όπου είχε αποφασίσει να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Όταν όμως το πλοίον έκαμε σταθμό στη Λήμνο ο Άγιος ανεγνωρίσθει και αμέσως συνελήφθη, κατόπιν αυτοκρατορικής εντολής και φυλακίσθηκε εκεί για δύο χρόνια. Κατά την διάρκεια της φυλακίσεώς του υπέφερε πολύ, αλλά όπως έγραψε στον ιερομόναχο Θεοφάνη τον εν Ευβοία «ο λόγος του Θεού και η της αληθείας δύναμης ου δέδεται, τρέχει δε μάλλον και ευοδούται, και οι πλείονες των αδελφών τη εμή εξορία θαρρούντες βάλλουσι τοις ελέγχοις τους αλιτηρίους και παραβάτας της ορθής πίστεως…». Από την Λήμνο ο Άγιος εξαπέλυσε την περίφημο εγκύκλιο επιστολή του προς τους απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Με αυτήν ελέγχει αυστηρώς τους Ορθοδόξους εκείνους που αποδέχθηκαν την ένωση και με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύει ότι οι λατίνοι είναι καινοτόμοι και γι’ αυτό λέει: «ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν, και δια τούτο αυτών εχωρίσθημεν». Καλεί δε ο άγιος τους πιστούς να αποφεύγουν τους ενωτικούς, διότι αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι και εργάται δόλιοι». Μετά την αποφυλάκιση του άγιος Μάρκος λόγω της ασθενείας του δεν μπόρεσε να αποσυρθεί στο Άγιο Όρος, αλλά επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτός μετά τιμών ως άγιος και ομολογητής. Από το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων ο νέος ομολογητής διηύθυνε τον αγώνα κατά των ενωτικών, γράφοντας επιστολές στους μοναχούς και κληρικούς ενθαρρύνοντας τους να κρατούν την ορθή πίστη και να μη συνεργάζονται με τους ενωτικούς. Οι διωγμοί, οι εξουθενώσεις και οι πιέσεις επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του Αγίου Μάρκου και στις 23 Ιουνίου του 1444 μ.Χ., αφού είχε καλέσει κοντά του τα πνευματικά του τέκνα και ανέθεσε στον Γεώργιο Σχολάριο την αρχηγία του ανθενωτικού αγώνος, απεδήμησεν εις Κύριον. Ήταν μόλις 52 ετών. Στον επικήδειο λόγο που εξεφώνησε ο Γεώργιος Σχολάριος, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο όσιος «εν ιερεύσει διέπρεψεν, εν αρχιερεύσιν διέλαμψεν, ήθλησεν υπέρ της Εκκλησίας πάνυ καλώς αδάμαντος στερεώτερος ώφθη προς την μετάθεσιν…νυν γυμνή τη ψυχή της μακαριότητος εμφορείται ήν επέγνω καλώς και λαβείν εντεύθεν εσπούδασε την εν Χριστώ κεκρυμμένην ζήσας ζωήν και σύνεστι τοις ιεροίς διδασκάλοις της πίστεως, πάντων είνεκα δίκαιος ών εκείνοις συντάττεσθαι». Αμέσως μετά την κοίμηση του ο Μάρκος τιμήθηκε ως άγιος και ομολογητής. Αυτό μαρτυρεί με πόνο και ο σύγχρονος και άσπονδος εχθρός του Ιωσήφ, ουνίτης επίσκοπος Μεθώνης, λέγων, «ώσπερ πολλούς μεν και άλλους, και τον καλούμενον Παλαμάν, και τον Εφέσου Μάρκον, ανθρώπους ούτ’ άλλως φρενήρεις, αλλά και δοξοσοφίας εμπεπλησμένους, μηδεμίαν αρετήν ή αγιωσύνην εν εαυτοίς έχοντας, μόνον δια το λέγειν και συγγράφειν κατά Λατίνων, δοξάζετε και υμνείτε, και εικόνας εγκοσμείτε αυτοίς και πανηγυρίζοντες, στέργετε αυτούς ως αγίους και προσκυνείτε» ( PG 159, 1357). Την πρώτη ακολουθία προς τιμήν του Αγίου Μάρκου συνέθεσε ο αδελφός του, Ιωάννης ο φιλόσοφος. Κατ’ αρχάς η μνήμη του εορταζόταν στις 23 Ιουνίου αλλά ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, το 1456 μ.Χ., όρισε διά συνοδικής πράξεως, να εορτάζεται η μνήμη του στις 19 Ιανουαρίου, ημέρα προφανώς της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου και ταφής αυτού στην μονή του Λαζάρου στον Γαλατά. Οι αγώνες του Μάρκου και του μαθητού του Γενναδίου αναγνωρίστηκαν από την μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως που τελείωσε το 1484 μ.Χ. και κατέγραψε τα ονόματα τους, ως πατέρων αγίων, στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας.
Ἀπολυτίκιον Ήχος γ’.
Θείας πίστεως, ομολογία, μέγον εύρατο, η Εκκλησία, ζηλωτήν σε θειε Μάρκε πανεύφημε, υπερμαχούντα πατρώου φρονήματος, και καθαιρούντα του σκότους υψώματα. Όθεν άφεσιν, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τοις σε γεραίρουσι.
Αγία Ευφρασία
Ψεύδει σοφῷ φυγοῦσα σαρκὸς τὴν ὕβριν, Ἀθλεῖς ἀληθῶς ἐκ ξίφους Εὐφρασία.
Η Αγία Μάρτυς Ευφρασία καταγόταν από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού (285-305 μ.Χ.). Προερχόταν από επίσημη γενιά και διακρινόταν για την σωφροσύνη και το χρηστό της ήθος. Την Ευφρασία την κατήγγειλαν ότι πιστεύει στον Χριστό. Τότε οι ειδωλολάτρες της ζήτησαν να αρνηθεί τον Χριστό και να θυσιάσει στα είδωλα. Εκείνη όμως έμεινε σταθερή και ακλόνητη στην πίστη της. Για τον λόγο αυτό την παρέδωσαν σε έναν άντρα άξεστο και βάρβαρο να την ατιμάσει. Η Αγία όμως απέφυγε την ατίμωση με τον εξής τρόπο: υποσχέθηκε στον άξεστο και βάρβαρο εκείνον άνθρωπο ότι, αν δεν την πειράξει, θα του δώσει ένα φάρμακο, το οποίο να χρησιμοποιεί στις μάχες, ώστε να μην πληγώνεται από τα ξίφη και τα ακόντια των εχθρών του. Και για να τον πείσει ότι αυτό που του υποσχέθηκε έχει βάση, έσκυψε το κεφάλι της και του είπε να την χτυπήσει με το ξίφος στον αυχένα της, ώστε αμέσως να το επιβεβαιώσει. Εκείνος σχημάτισε την γνώμη ότι ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα αυτό που του υποσχέθηκε η Αγία και, αφού σήκωσε το ξίφος του, την κτύπησε δυνατότερα στον αυχένα, με την βεβαιότητα ότι αυτή δεν θα πάθαινε τίποτα. Έτσι το σχέδιο της Αγίας Μάρτυρος Ευφρασίας πέτυχε. Δηλαδή κόπηκε μεν το κεφάλι της από το ξίφος του δημίου, όμως αυτή διέσωσε την αγνότητά της και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.
Όσιοι Μακάριος ο Αιγύπτιος και Μακάριος ο Αλεξανδρεύς
Θανοῦσα θείων ἡ δυὰς Μακαρίων, Ζωῆς μετέσχε τῆς μακαριωτάτης.
Γῆν μακάρων λάχον ἐννεακαιδεκάτῃ Μακάριοι.
Ο Όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος γεννήθηκε το 301 μ.Χ. σε κάποιο χωριό της Άνω Αιγύπτου και έζησε στα χρόνια του Θεοδοσίου του Μεγάλου (379 – 395 μ.Χ.). Σε ηλικία 30 χρόνων αποσύρθηκε στην έρημο της Νιτρίας και στη Συρία, όπου παρέμεινε για εξήντα ολόκληρα χρόνια και απέκτησε μεγάλη φήμη για τον ασκητικό του βίο και τις άλλες θαυμαστές αρετές του. Επειδή, παρά το νεαρό της ηλικίας του, προέκοπτε στις αρετές ονομάσθηκε «παιδαριογέρων». Στην έρημο γνώρισε τον Μέγα Αντώνιο του οποίου έγινε μαθητής. Σε ηλικία 40 ετών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και λόγω της ενάρετης ζωής του αξιώθηκε από τον Θεό να λάβει το χάρισμα της θεραπείας των ασθενών και της προφητείας. Λέγεται ότι συνεχώς επικοινωνούσε με τον Θεό «και μάλλον τω πλείονι χρόνω προσδιατριβείν Θεώ ή τοις υπ’ ουρανόν πράγμασιν». Ο Όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος υπήρξε γέννημα θρέμμα της ερήμου. Για να είναι, λοιπόν, απερίσπαστος και να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τον Θεό, έσκαψε ο ίδιος και άνοιξε μια υπόγεια στοά, που άρχιζε από το κελί του και είχε μήκος εκατό περίπου μέτρα. Στην άκρη της στοάς διεύρυνε τον χώρο και διαμόρφωσε ένα σπήλαιο. Έτσι είχε την δυνατότητα όταν προσέρχονταν σε αυτόν πολλοί άνθρωποι και τον ενοχλούσαν, να κατεβαίνει στη στοά, χωρίς να τον παίρνουν είδηση και μέσω αυτής να πηγαίνει στο σπήλαιο και να κρύβεται, ώστε να μην μπορεί να τον βρει κανένας. Κάποτε πήγε και συνάντησε τον Άγιο Μακάριο ένας αιρετικός, που είχε μέσα του δαιμόνιο και ισχυριζόταν ότι δεν είναι δυνατό να γίνει ανάσταση νεκρών. Ο Άγιος τότε, προκειμένου να τον πείσει, ανέστησε ένα νεκρό. Έλεγε δε ότι υπάρχουν δύο τάγματα δαιμόνων. Από αυτά, το ένα πολεμά τους ανθρώπους, παρασύροντάς τους σε πάθη τερατώδη και ακατονόμαστα, ενώ το άλλο, το οποίο ονομάζεται και «αρχικό», δημιουργεί στις ψυχές των ανθρώπων διάφορες κακοδοξίες και πλάνες. Αυτούς, μάλιστα, τους δαίμονες του δεύτερου τάγματος, τους ξεχωρίζει ο Σατανάς και τους αποστέλλει στους μάγους και στους αιρεσιάρχες. Επίσης, κάποτε ένας μαθητής του Οσίου έκλεβε τα πράγματα φτωχών ανθρώπων και, παρά τις συμβουλές του, δεν διόρθωνε το πάθος του αυτό. Με το προορατικό του λοιπόν χάρισμα ο Όσιος, προείπε ότι θα ξεσπούσε η οργή του Κυρίου εναντίων του. Και πραγματικά, ο μαθητής του προσβλήθηκε από μια φοβερή αρρώστια, την ελεφαντίαση. Το δέρμα του σώματός του δηλαδή, ξεράθηκε και ζάρωσε. Είναι προς πνευματική μας ωφέλεια να αναφέρουμε και ένα άλλο θαυμαστό γεγονός που συνέβη με τον Όσιο Μακάριο: κάποτε εκεί που περπατούσε στην έρημο βρήκε ένα κρανίο. Ήταν κάποιου που είχε διατελέσει ιερέας των ειδώλων. Μόλις ο Μακάριος πλησίασε και τον ρώτησε, άκουσε να του λέει ότι με τις προσευχές του ένιωθαν κάποια μικρή ανακούφιση στον πόνο τους, οι βρισκόμενοι στην κόλαση, όταν τύχαινε ο Όσιος και προσευχόταν υπέρ αυτών. Ο Όσιος Μακάριος σε προχωρημένη ηλικία εξορίσθηκε σε νησίδα του Νείλου από τον Αρειανό Επίσκοπο Αλεξανδρείας Λούκιο και κοιμήθηκε με ειρήνη σε ηλικία 90 ετών το έτος 391 μ.Χ.
Ο Όσιος Μακάριος, ο Αλεξανδρεύς, χρημάτισε ιερέας των λεγόμενων κελιών. Υπήρξε υπόδειγμα εγκράτειας και υπομονής και έτσι προικίσθηκε από τον Θεό και με το χάρισμα της θαυματουργίας. Τις αρετές του τις θαύμασε και αυτός ο Μέγας Αντώνιος και είπε: «Ιδού, επαναπαύθηκε επί σέ το Πνεύμα το Άγιο και στο εξής θα είσαι κληρονόμος των αγώνων μου». Κάθε φορά που ο Όσιος αντιλαμβανόταν ότι κάποιος επιτελούσε ένα σπουδαίο ασκητικό αγώνισμα, υποκινούμενος από έναν Άγιο ζήλο, τον μιμείτο και έκανε και αυτός το ίδιο αγώνισμα. Έτσι, όταν άκουσε ότι οι Ταβεννησιώτες μοναχοί, καθ’ όλη την διάρκεια της Τεσσαρακοστής, έτρωγαν άβραστο φαγητό, πήρε την απόφαση και επί επτά χρόνια δεν έφαγε κανένα μαγειρευμένο φαγητό. Τρεφόταν μόνο με λάχανα ωμά και όσπρια. Επίσης και τον ύπνο του αγωνίσθηκε να περιορίσει στο ελάχιστο. Και, για να το κατορθώσει αυτό, δεν μπήκε κάτω από στέγη επί είκοσι ολόκληρα ημερόνυχτα, φλεγόμενος από τον καύσωνα της ημέρας και ξεπαγιάζοντας από το ψύχος της νύχτας. Μια φορά ο Όσιος ενοχλήθηκε από το δαίμονα της πορνείας και, προκειμένου να εξουδετερώσει τον δαίμονα αυτό, κατέφυγε σε ένα εντελώς έρημο και ελώδη τόπο, όπου παρέμεινε επί έξι μήνες. Εκεί υπήρχαν κουνούπια πολύ μεγάλα, σαν σφήκες, τα οποία με τα τσιμπήματά τους τον καταπλήγωναν σε όλο του το σώμα. Όταν, λοιπόν, ύστερα από τους έξι μήνες γύρισε στο κελί του, αναγνωριζόταν μόνο από την φωνή του, αφού το σώμα του εξωτερικά είχε παραμορφωθεί και έμοιαζαν με το σώμα ανθρώπων που πάσχουν από την ασθένεια της ελεφαντίασης. Κάποια φορά ο Όσιος καθόταν στην αυλή και έλεγε λόγους ωφέλιμους σε παρευρισκόμενους εκεί Χριστιανούς. Τότε μία ύαινα, αφού πήρε μαζί της το νεογνό της, το οποίο ήταν τυφλό, πλησίασε τον Άγιο και το έριξε στα πόδια του. Εκείνος, αφού έπτυσε στα μάτια του μικρού ζώου, του χάρισε το φως. Έτσι, θεραπευμένο πλέον, το πήρε η ύαινα και έφυγε. Την άλλη μέρα πρωί-πρωί όμως, αυτή γύρισε πάλι στον Άγιο, φέρνοντάς του από ευγνωμοσύνη μια μεγάλη προβιά για στρώμα. Εκείνος όμως είπε στην ύαινα: «πράγματα προερχόμενα από αδικία εγώ δεν τα δέχομαι». Εκείνη τότε, έσκυψε το κεφάλι και έφυγε από την αυλή. Έτσι, λοιπόν, αφού ασκήθηκε ο Όσιος Μακάριος και έφθασε σε βαθύ γήρας, κοιμήθηκε με ειρήνη το 395 μ.Χ.