Εορτολόγιο: Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα (7/9)
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2023.
7 Σεπτεμβρίου είναι της Οσίας Κασσιανής της μοναχής και του Αγίου Σώζοντος Μάρτυρος.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Κασσιανή, Κάσσυ, Κασιανή, Κασία, Κασσιανός, Κασιανός, Κάσσιος, Κάσιος, Κάσσος, Κάσσης Σώζων, Σώζος, Σώζης, Σώζη, Σωζούσα, Σώζα.
Οι Άγοι:
Οσία Κασσιανή η Υμνογράφος
Η Οσία Κασσιανή (ή Κασσία ή Ικασία ή Εικασία) η Υμνογράφος γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεοφίλου (829 -842 μ.Χ.). Όταν μεγάλωσε συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της.
Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι, ο Συμεών ο μεταφραστής (βλέπε 9 Νοεμβρίου), ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός, αναφέρουν ότι έλαβε μέρος στην τελετή επιλογής νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, την οποία είχε οργανώσει η μητριά του Ευφροσύνη. Σε αυτή ο αυτοκράτορας επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο.
Θαμπωμένος από την ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» «Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]», αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα. Η Κασσία, ετοιμόλογη, του απάντησε: «Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» «Και από μία γυναίκα [ήρθαν στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα της σωτηρίας από την ενσάρκωση του Χριστού μέσω της Παναγίας.
Με βάση την παράδοση ο ακριβής διάλογος ήταν: – Εκ γυναικός τα χείρω. – Kαι εκ γυναικός τα κρείττω. Ο εγωισμός του Θεόφιλου τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να απορρίψει την Κασσιανή και να επιλέξει τη Θεοδώρα για σύζυγό του.
Οι επόμενες πληροφορίες που σώζονται για την Κασσιανή είναι ότι το 843 μ.Χ. ίδρυσε ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, κοντά στα τείχη της πόλης, του οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη. Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν την επιλογή της αυτή στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή του Θεόδωρου του Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργειά της αυτή.
Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου, η οποία έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση βυζαντινών λειτουργικών βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα μ.Χ., με αποτέλεσμα τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56). Με βάση την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της, επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι όπου βρισκόταν.
Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της γράφοντας το γνωστό τροπάριο της, που ψάλλεται στις Εκκλησίες το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, όταν αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας. Τον αγαπούσε ακόμη αλλά πλέον είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό γι’ αυτό και κρύφτηκε, μη επιθυμώντας να αφήσει το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο. Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο πάνω σε ένα τραπέζι.
Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε μέσα από μία ντουλάπα στην οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε και μετάνιωσε που για μία στιγμή υπερηφάνειας έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. Στη συνέχεια βρήκε τα χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε.
Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση κάθισε και πρόσθεσε ένα στίχο στον ύμνο. Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν «ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη». Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν στην ντουλάπα αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της.
Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά την αναχώρηση του αυτοκράτορα, διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τον ύμνο. Η μεγάλη αυτή ποιήτρια, υμνογράφος και μελωδός της εκκλησίας μας, η Αγία Κασσιανή, ταξίδεψε στην Ιταλία και την Κρήτη και κατέληξε στην Κάσο ετελείωσε η επίγεια ζωή της. Μετά το θάνατό της, τοποθέτησαν το σώμα της σε μαρμάρινη λάρνακα και την έβαλαν σε παρεκκλήσιο, που ήταν αφιερωμένο στο όνομά της.
Σώζεται σήμερα η λάρνακα και το βυζαντινό ψηφιδωτό του 9ου αιώνα μ.Χ. Επίσης στο εκκλησάκι υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με σημείο του σταυρού και χρονολογία 890 μ.Χ. Κατά πληροφορίες, πάλι από την Κάσσο, τα οστά της Οσίας έχουν μεταφερθεί στην Ικαρία. Παρόλο που την μνήμη της δεν την αναφέρει κανένας Συναξαριστής, οι Κάσιοι, από τη συγγένεια του ονόματός της με το νησί τους, καθιέρωσαν τη μνήμη αυτής την 7η Σεπτεμβρίου και ο Γεώργιος Σασσός ο Κάσιος φιλοπόνησε και ειδική Ακολουθία, που δημοσιεύθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1889 μ.Χ. στο τυπογραφείο της «Μεταρρυθμίσεως».
Το παράδοξο όμως είναι, ότι η Ακολουθία αυτή αφιερώθηκε στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο, που ο ίδιος στην συνέχεια την έδωσε για εκτύπωση στον Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερμανό (την 1η Σεπτεμβρίου 1889 μ.Χ.) και έτσι, επισημοποιήθηκε κατά κάποιο τρόπο η Αγιοκατάταξη της Κασσιανής από την Εκκλησία της Αλεξανδρείας, όπως το ποθούσαν οι κάτοικοι της Κάσου.
Η παρουσία της Κασσιανής έχει επισκιάσει τους υμνογράφους και μελωδούς της εποχής της, διότι αποτελεί την πλέον επιφανή γυναίκα μελωδό (έγραφε και τους ύμνους και τη μελωδία) στην ιστορία της βυζαντινής μουσικής. Έχοντας ιδιαίτερο ταλέντο, ευφυΐα, ευαισθησία και εκφραστικό πλούτο διακρίθηκε στον τομέα της μελουργίας (σ’ αυτό τη βοήθησε η μεγάλη μόρφωση, που η ευγενής καταγωγή της, της επέτρεψε να έχει). Γι’ αυτό και το έργο της είναι διαχρονικό και πάντα επίκαιρο, και συγκινεί ιδιαίτερα τον ορθόδοξο κόσμο.
Στην Κασσιανή αποδίδονται γύρω στα 45 έργα, από τα οποία τα 23 τουλάχιστον είναι χωρίς αμφιβολία δικά της, ενώ τα υπόλοιπα είναι αγνώστου προελεύσεως. Έχει επίσης μελοποιήσει κείμενα διαφόρων υμνογράφων. Από τα πιο γνωστά τροπάρια είναι το περίφημο «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή» , σε ήχο πλ. δ΄, που ψάλλεται στους ναούς το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, καθώς και οι ειρμοί από την Α΄Ε΄ ωδή του Κανόνος του Μεγάλου Σαββάτου «Κύματι Θαλάσσης» ).
Το μεγαλύτερο μέρος του έργου της αποτελείται από στιχηρά για εορταζομένους Αγίους. Στην ίδια αποδίδεται και ο τετραώδιος κανόνας: «Ἄφρων γηραλέε» , όπως και πολλά δοξαστικά, μεταξύ των οποίων και ένα περίφημο δοξαστικό των Χριστουγέννων, το «Αὐγούστου μοναρχήσαντος», σέ ήχο β΄. Κατά τον βυζαντινολόγο Κρουμβάχερ «η Κασσιανή ήταν μια εξαίρετη μορφή και το έργο της το διακρίνει ισχυρά πρωτοβουλία, βαθεία μόρφωσις, αυτοπεποίθησις και παρρησία. Πολύ συναίσθημα και βαθεία θεοσέβεια».
Και ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, αναφερόμενος στο έργο της, έγραψε ότι «το χαρακτηρίζει γλυκύτης μέλους ακορέστου». Μερικές σημαντικές επισημάνσεις για το Τροπάριο της Κασσιανής. Αρκετοί πιστοί πιστεύουν, λανθασμένα, ότι η Κασσιανή ήταν αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα, και μιλώντας η Κασσιανή για την πόρνη γυναίκα του Ευαγγελίου βρίσκει ευκαιρία να μιλήσει για τον εαυτό της. Όπως όμως διαβάζουμε στον βίο της, από πουθενά δεν φαίνεται αυτό. Η Κασσιανή ήταν μία οσία μοναχή του Βυζαντίου, προικισμένη με καταπληκτικό ποιητικό ταλέντο. Αντί για τη βασιλική αλουργίδα προτίμησε το ταπεινό σχήμα της μοναχής και έγραψε πολλούς ύμνους. Ποιά λοιπόν είναι η πόρνη γυναίκα, για την οποία μιλάνε όλα τα τροπάρια της Μεγάλης Τρίτης (βράδυ); Στην ερώτηση αυτή, αρκετοί απαντούν, λανθασμένα, ότι αφού δεν είναι η Οσία Κασσιανή, τότε η αμαρτωλή και διεφθαρμένη γυναίκα θα πρέπει να είναι η Μαρία η Μαγδαληνή!
Η αλήθεια όμως είναι ότι η Μαρία η Μαγδαληνή δεν υπήρξε διεφθαρμένη και πόρνη ποτέ. Ήταν μια ύπαρξη, που έπασχε, και την θεράπευσε ο Χριστός. Ο ευαγγελιστής Λουκάς λέγει χαρακτηριστικά για τη Μαρία τη Μαγδαληνή: «Ακολουθούσαν τον Ιησού οι δώδεκα μαθηταί και γυναίκες, μεταξύ των οποίων η Μαρία, που ονομαζόταν Μαγδαληνή, απ’ την οποία είχε βγάλει εφτά δαιμόνια» (Λουκ. 8, 2).
Η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν λοιπόν δαιμονισμένη και ο Χριστός της έβγαλε τα δαιμόνια, όπως έβγαλε και τα δαιμόνια τόσων άλλων ανθρώπων. Και τότε ποιά είναι η πόρνη, που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, η πόρνη, για την οποία μιλάνε τα τροπάρια της Μεγάλης
Τρίτης (βράδυ); Η αμαρτωλή και διεφθαρμένη πόρνη, αυτή που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, μας είναι άγνωστη, είναι ανώνυμη. Ακούσατε σε κανένα τροπάριο το όνομα της πόρνης; Διαβάσατε στον Ευαγγελιστής Λουκά, που περιγράφει τη σχετική σκηνή, να αναφέρει πουθενά το όνομα της; Όχι! Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι Απόστολοι, ενώ δεν έκρυβαν τις δικές τους ατέλειες και πτώσεις, όταν μιλάνε για μεγάλους αμαρτωλούς που μετανοούν, δεν αναφέρουν το όνομά τους. Δεν θέλουν να τους διαπομπεύσουν. Το Τροπάριο της Κασσιανής Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή, τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νὺξ μοι, ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς Οὐρανούς, τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει· καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν, τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσει ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μὴ με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.
Άγιος Σώζων του εν Πομπηιουπόλει της Κιλικίας
Βίος καὶ μαρτύριο τοῦ ἁγίου μάρτυρος Σώζοντος τοῦ ἐν Πομπηιουπόλει τῆς Κιλικίας καὶ ἡ τιμή του στὸ χωριὸ Παλαιόμυλος Μαραθάσης.
Ὁ ἅγιος Σώζων καταγόταν ἀπὸ τὴν κώμη Μιζαρδέων τῆς Λυκαονίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων τῆς Ἀνατολῆς Διοκλητιανοῦ καὶ Γαλερίου Μαξιμιανοῦ (284-305).
Τὸ ὄνομά του προτοῦ βαπτισθεῖ ἦταν Ταράσιος. Βρισκόμενος σὲ νεαρὴ ἡλικία, ἔγινε ποιμένας προβάτων καί, ὅπου ὁδηγοῦσε τὸ κοπάδι του γιὰ βοσκή, κήρυσσε καὶ στοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς τὴν εὐαγγελικὴ ἀλήθεια, ὁδηγώντας μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴ γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Εἶχε ἤδη ξεσπάσει ὁ Μεγάλος Διωγμὸς ἐπὶ Διοκλητιανοῦ στὴν ἀνατολικὴ αὐτοκρατορία (23 Φεβρουαρίου 303), ὅταν κάποια ἡμέρα, ἐνῶ ἔβοσκε τὸ ποίμνιό του σὲ ἕνα ὡραῖο μέρος, ὅπου ὑπῆρχε πηγὴ καθαροῦ νεροῦ καὶ μία μεγάλη δρῦς, θέλησε νὰ ξεκουραστεῖ γιὰ λίγο ἐκεῖ. Ἀποκοιμήθηκε λοιπὸν καὶ εἶδε θεϊκὴ ὀπτασία: Τοῦ ἐμφανίσθηκε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, καὶ τοῦ προεῖπε γιὰ τὴ δόξα ποὺ θὰ λάμβανε μέσῳ τοῦ ἐπικειμένου μαρτυρίου του. Κυριευμένος τότε ἀπὸ ἔνθεο ζῆλο, μετέβη στὴν Πομπηιούπολη τῆς Κιλικίας καὶ εἰσῆλθε στὸν ναὸ τῶν εἰδώλων, ὅπου λατρευόταν τὸ χρυσὸ ἄγαλμα τῆς θεᾶς Ἀρτέμιδος, τὸ ὁποῖο εἶχε στήσει ἐκεῖ ὁ ἡγεμόνας τῆς Κιλικίας Μαξιμιανός.
Ὁ Σώζων, γιὰ νὰ καταισχύνει τοὺς λατρευτὲς τῶν εἰδώλων, ἀπέκοψε τὸ δεξὶ χέρι τοῦ ἀγάλματος, τὸ κατατεμάχισε, πούλησε τὰ τεμάχια καὶ διαμοίρασε τὰ χρήματα στοὺς πτωχούς. Ὅταν κατὰ τὴν ἑπομένη ἔγινε γνωστὸ στὴν πόλη τὸ γεγονός, δημιουργήθηκε μεγάλη ταραχή, καὶ οἱ γειτονιάρχες (ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν τάξη) ἄρχισαν νὰ συλλαμβάνουν διαφόρους ὡς ὑπόπτους γιὰ τὴν ἱεροσυλία αὐτὴ καὶ νὰ τοὺς φυλακίζουν, γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσουν μετὰ ἀπὸ τρεῖς μέρες σὲ ἐξέταση στὸν ἡγεμόνα.
Ὁ Σώζων, βλέποντας τοῦτο καὶ θέλοντας, τόσο νὰ ἐλευθερωθοῦν οἱ ἀθῶοι, ὅσο καὶ νὰ μαρτυρήσει τὸ συντομώτερο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὁμολόγησε στοὺς γειτονιάρχες ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ δράστης. Τότε αὐτοὶ τὸν συνέλαβαν ἀμέσως καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεμόνα τῆς Κιλικίας Μαξιμιανό, ποὺ βρισκόταν τὶς μέρες ἐκεῖνες στὴν Πομπηιούπολη, γιὰ νὰ ἀποδώσει τιμὲς στὸ χρυσὸ αὐτὸ ξόανο.
Ὁ ἡγεμόνας στὴν ἐξέτασή του τὸν ρώτησε τὰ σχετικὰ μὲ τὸ ὄνομα, τὴν καταγωγὴ καὶ τὸ ἐπάγγελμά του. Ὁ ἅγιος τοῦ ἀπάντησε ἄφοβα σὲ ὅλες τὶς ἐρωτήσεις, γιὰ νὰ καταλήξει ὅτι εἶχε ἀποκόψει τὸ χέρι τοῦ εἰδώλου γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι ἦταν χριστιανὸς καὶ συνάμα νὰ ἐλέγξει τὴν εἰδωλομανία.
Ὁ Μαξιμιανὸς στὴ συνέχεια τὸν προέτρεψε νὰ θυσιάσει στοὺς θεούς, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ καὶ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ βασανιστήρια. Ἀλλὰ ὁ μάρτυρας, εἰρωνευόμενος τὴν ἀδυναμία τῆς θεᾶς του, ποὺ δὲν μπόρεσε νὰ κἂν νὰ τὸν ἐμποδίσει νὰ κόψει τὸ χέρι της, ἀρνήθηκε γενναία νὰ ὑπακούσει στὸν τύραννο. Ἔτσι, παραδόθηκε στοὺς δημίους μὲ τὴν διαταγὴ νὰ τὸν βασανίσουν ἀνελέητα. Καὶ πρῶτα τοῦ ξέσχισαν τὶς σάρκες μὲ σιδερένια νύχια. Κατόπιν τοῦ φόρεσαν στὰ πόδια σιδερένια ὑποδήματα μὲ αἰχμηρὰ καρφιὰ καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ βαδίζει καὶ μετὰ τὸν κρέμασαν ἀπὸ ἕνα δένδρο κερατέας.
Ὁ ἅγιος δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ γιὰ τὸ αἷμα ποὺ ἔρρεε ποταμηδὸν ἀπὸ τὰ πόδια του καὶ ἀντέλεγε στὸν τύραννο ὅτι μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ δὲν αἰσθανόταν πλέον κανένα πόνο. Ἀλλὰ ὁ Μαξιμιανὸς τοῦ εἶπε εἰρωνευόμενος: «Αὔριο, Σώζων, ποὺ θὰ βγεῖ ἡ μεγάλη θεὰ Ἄρτεμις, παῖξε τὸν αὐλό σου ὅπως γνωρίζεις σὰν βοσκός, καὶ σοῦ ὁρκίζομαι ὅτι θὰ σὲ ἀπολύσω ἀμέσως». Καὶ ὁ μάρτυρας: «Γιατί μὲ ἐνοχλεῖς, λέγοντάς μου αὐτὰ ποὺ σοῦ ὑποβάλλει ὁ πονηρὸς δαίμονας; Ἀπομακρύνσου ἀπὸ ἐμένα, ἐργάτα τῆς ἀνομίας! Καί, ναὶ μὲν ἕως τώρα ἔπαιζα τὸν αὐλό μου βόσκοντας τὰ πρόβατά μου, ἀλλὰ τώρα ‘‘ᾄδω τῷ Κυρίῳ ᾄσμα καινὸν ἐν δεκαχόρδῳ ψαλτηρίῳ μετ᾽ ᾠδῆς ἐν κιθάρᾳ’’ (Ψαλμ. 97,1· 91,4)».
Μὲ μεγάλο θυμὸ τότε ὁ Μαξιμιανὸς διέταξε νὰ τὸν μαστιγώσουν σκληρά, μέχρις ὅτου διαλυθεῖ τὸ σῶμα του καὶ νὰ καύσουν στὴ συνέχεια τὰ ὀστᾶ του ὥστε κανεὶς νὰ μὴν τὸν θάψει. Ἀφοῦ λοιπὸν μαστιγώθηκε ὁ μάρτυς ἀνελέητα, οἱ δήμιοι ἄναψαν φωτιὰ γιὰ νὰ τὸν καύσουν. Εἰσερχόμενος στὴν πυρὰ ὁ Σώζων, ἔκανε θερμὴ προσευχὴ πρὸς τὸν Κύριο, λέγοντας: «Δέσποτα Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐπάκουσέ μου τοῦ δούλου Σου, καὶ ὅποιος ἐπικαλεσθεῖ τὸ ὄνομά μου διὰ τοῦ ἁγίου Σου ὀνόματος, εἴτε στὸ σπίτι του, εἴτε στὴ θάλασσα, εἴτε σὲ συμφορά, εἴτε σὲ ἀνάγκη εὑρισκόμενος, καὶ ὅποιος τελεῖ τὴ μνήμη μου, ἐλευθέρωσέ τους ἀπὸ κάθε θεήλατη ὀργὴ καὶ ἀνάγκη».
Τότε ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν Κύριο πρὸς αὐτόν, λέγοντάς του: «Ἔχε θάρρος, μάρτυς μου Σώζων, καὶ ἡ δέησή σου ἔχει εἰσακουσθεῖ». Μόλις ἔγινε τοῦτο, ὁ μὲν ἅγιος παρέδωσε τὴν ψυχή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἀπὸ τὴ φωτιὰ βγῆκε ἦχος ἰσχυρὸς σὰν βροντή. Καί, ἀμέσως, ἦρθε ἔντονη βροχόπτωση μὲ χαλάζι μαζί, ποὺ φόβησε τοὺς δημίους καὶ τοὺς ἔκανε νὰ φύγουν μακρυά, ἀφήνοντας τὸ τίμιο σῶμα τοῦ ἁγίου ἀφύλακτο.
Ὅταν λοιπὸν νύκτωσε καὶ σκοτείνιασε, οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ ποὺ εἶχαν προσδράμει γιὰ νὰ κηδεύσουν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Σώζοντος, δὲν μποροῦσαν νὰ ἰδοῦν ποῦ βρισκόταν. Τότε ἔγινε μία ἐξαίσια θαυματουργία: Ὁ ἥλιος ἔλαμψε ἄπλετα σὰν νὰ ἦταν μεσημέρι, καὶ παρέμεινε νὰ φέγγει μέχρι ποὺ οἱ πιστοὶ ἐνταφίασαν τὸ μαρτυρικὸ σῶμα, καὶ ξανάγινε νύκτα. Καὶ οἱ εὐλαβεῖς ἐκεῖνοι φιλομάρτυρες δόξασαν τὸν Θεό, ποὺ δίνει τέτοια χάρη στοὺς ἁγίους Του καὶ σώζει ὅσους ὁμολογοῦν τὸ σωτήριο ὄνομα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Τελειώθηκε δὲ ὁ ἅγιος μεγαλομάρτυς Σώζων στὶς 7 Σεπτεμβρίου κατὰ τὰ πρῶτα ἔτη τοῦ Μεγάλου Διωγμοῦ (303-313).
Σύμφωνα μὲ τὰ Μαρτύρια τοῦ ἁγίου Σώζοντος, ὁ Θεὸς συνέχισε νὰ χορηγεῖ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες τὴ χάρη τῶν θαυμάτων καὶ ἰάσεων σὲ ὅσους προσέρχονταν μὲ πίστη καὶ εὐλάβεια καὶ προσκυνοῦσαν τὸν τάφο καὶ τὰ ἱερά του λείψανα. Γιὰ νὰ ἔλθουμε στὴν τιμὴ τοῦ ἁγίου Σώζοντος στὸ χωριὸ Παλαιόμυλος Μαραθάσης τῆς Κύπρου, ἡ ὕπαρξη ἐρειπωμένου ναοῦ πρὸς τιμή του ἐκεῖ μαρτυρεῖται σὲ χειρόγραφο κώδικα (Κατάστιχο Κτηματολογίου), στὴ συλλογὴ τοῦ κ. Μενέλαου Χριστοδούλου, Λευκωσία.
Τὸ Κατάστιχο αὐτὸ εἶναι ἀνεπίγραφο, γραμμένο ἀπὸ ἀνώνυμο ὑπάλληλο τοῦ Κτηματολογίου ἀπὸ τὸ 1936 μὲ κατὰ καιροὺς συμπληρώσεις, μέχρι τουλάχιστον καὶ τοῦ ἔτους 1944. Ὁ συγγραφέας συγκέντρωσε τοπωνύμια χωριῶν καὶ δασῶν, καθὼς καὶ ἁγιωνύμια, ἀπὸ τὰ κατὰ τόπους κτηματολογικὰ γραφεῖα καὶ ἀπὸ σχετικὲς καταγραφὲς ὁρισμένων Μητροπόλεων. Ἀποτελεῖ σημαντικώτατο ἔργο, ἀφοῦ θησαυρίζει τοπωνύμια, μὴ περιληφθέντα εἰσέτι στὸ Cyprus Gazetteer τοῦ κ. Μενέλαου Χριστοδούλου.
Ὁ σημερινὸς ναὸς ἀνηγέρθη τὸ 2005, μὲ εὐλογία καὶ ὁδηγίες τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου πλησίον τῆς θέσης τοῦ ἐξαφανισθέντος ἤδη παλαιοῦ ναοῦ, μετὰ ποὺ ὁ ἅγιος ἐμφανίσθηκε σὲ εὐλαβὴ χριστιανὸ καὶ ζήτησε τὴν ἐπανοικοδόμηση τοῦ ναοῦ του. Καίριο ρόλο γιὰ τὴ συλλογὴ τῶν ἀπαραιτήτων οἰκονομικῶν πόρων διεδραμάτισε ὁ μακαριστὸς ἤδη ἐφημέριος τοῦ Παλαιομύλου Οἰκονόμος Χαράλαμπος Ἰωάννου. Νὰ σημειωθεῖ ὅτι πίσω ἀπὸ τὸ ἱερὸ Βῆμα τοῦ νέου ναοῦ σώζεται παλαιὸ Ἁγίασμα τοῦ Ἁγίου Σώζοντος, ποὺ θεραπεύει δερματικὲς παθήσεις (κανθάρους). Περαιτέρω, ἡ ἐκεῖ τιμή του προσμαρτυρεῖται ἀπὸ τὴν ὕπαρξη φορητῆς εἰκόνας του στὸν ναὸ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Παλαιομύλου (Εἰκ. 3).
Ἡ μικρῶν διαστάσεων εἰκόνα αὐτὴ (215Χ153 χλστ.) ἀπεικονίζει νεαρὸ σὲ ἡλικία ἀγένειο μάρτυρα, ποὺ φέρει σταυρὸ στὸ δεξί του χέρι. Σύμφωνα μὲ τὸν βυζαντινολόγο Χριστόδουλο Χατζηχριστοδούλου, ὁ ζωγράφος ἀκολουθεῖ στὴν εἰκόνα αὐτὴ τὴν τεχνοτροπία τῆς Σχολῆς τοῦ Ἰωάννη Κορνάρου τοῦ Κρητός, καὶ ἀντιγράφει τὸ ἴδιο ἀκριβῶς πρότυπο, ποὺ ἔχει χρησιμοποιηθεῖ γιὰ τὴν ἀπεικόνιση τοῦ ἁγίου Φανουρίου σὲ εἰκόνα στὸν ναὸ τῆς Παναγίας Φανερωμένης στὴ Λευκωσία τὸ 1817.
Παρόμοιο πρότυπο χρησιμοποιεῖται καὶ στὶς εἰκόνες τοῦ ἁγίου Τρύφωνος, ποὺ ἱστορήθηκαν ἐπὶ ἀρχιεπισκόπου Κυπριανοῦ τοῦ ἱερομάρτυρος (1810-1821), καὶ μάλιστα σὲ αὐτὲς τοῦ ἐργαστηρίου τοῦ Γρηγορίου Κυκκώτου ἢ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου, κατὰ τὰ ἔτη 1820-1821. Βάσει τῶν δεδομένων αὐτῶν, ἡ εἰκόνα τοῦ Παλαιομύλου χρονολογεῖται γύρω στὰ 1817. Κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια στὸ νεοανεγερθὲν ἐξωκκλήσιο τοῦ Παλαιομύλου τιμᾶται ὁ μάρτυς Σώζων τῆς Πομπηιούπολης.
Ὡς πρὸς τὴν ταυτότητα ὅμως τοῦ ἐξαρχῆς ἐκεῖ τιμωμένου ἁγίου καὶ συνάμα τοῦ ἀπεικονιζομένου στὴν ὡς ἄνω εἰκόνα ἁγίου, δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀποφανθοῦμε. Δὲν ἀποκλείεται, ἕνεκα τῶν διαχρονικῶν δεσμῶν τῆς Κύπρου μὲ τὰ νότια κυρίως μικρασιαστικὰ παράλια, νὰ ἔγινε παλαιὰ εἰσαγωγὴ τῆς τιμῆς τοῦ μάρτυρος Σώζοντος τῆς Κιλικίας στὸν Παλαιόμυλο. Πάντως νὰ σημειωθεῖ ὅτι πουθενὰ ἀλλοῦ στὴ νῆσο δὲν σώζεται ναὸς ἢ ἁγιωνύμιο ἄλλο ἐπ᾽ ὀνόματι τοῦ ἁγίου τούτου Σώζοντος, οὔτε καὶ ἄλλη παλαιά του εἰκόνα.
Ὁ παλαιὸς ναὸς ποὺ φέρεται ὡς ἅγιος Σώζοντας στὸ χωριὸ Δαυλὸς Καρπασίας3, σύμφωνα μὲ τὶς ὑπάρχουσες μαρτυρίες (παλαιὰ εἰκόνα, ἡμέρα ἑορτασμοῦ), ἀφορᾶ τελικὰ στὸν ὅσιο Σωζόμενο τῆς Γαλάτειας Καρπασίας. Στὴν Κύπρο ὄμως τιμᾶται ἀκόμη ἕνας ἅγιος παιδομάρτυρας Σώζων, αὐτὸς στὸν ἀρχαῖο οἰκισμὸ Πλακουντούδιον, κοντὰ στὴν Ἀσπρογειὰ τῆς Πάφου, νέος μάρτυς ἐπὶ ἀραβικῶν ἐπιδρομῶν (649-965), ποὺ μαρτύρησε ἐκεῖ μαζὶ μὲ ἄλλους παιδομάρτυρες.
Ὁ ἐν λόγῳ Κύπριος νέος μάρτυς ἦταν ἐπίσης ποιμένας καὶ βρισκόταν σὲ νεαρὴ ἡλικία ὅταν μαρτύρησε. Ἡ μνήμη του ἐπικράτησε νὰ τελεῖται μὲ αὐτὴ τοῦ ὁμωνύμου καὶ ἀρχαιοτέρου μάρτυρος Σώζοντος τῆς Κιλικίας στὶς 7 Σεπτεμβρίου. Δὲν εἶναι γνωστὸ κατὰ πόσον στὸν Παλαιόμυλο ἐτιμᾶτο παλαιότερα ὁ ἐν λόγῳ Κύπριος νέος μάρτυς. Πάντως ἡ μοναδικὴ γνωστὴ παλαιὰ εἰκόνα τοῦ Κυπρίου νέου μάρτυρος Σώζοντος (στὴ Μονὴ Παναγίας Χρυσοῤὁϊατίσσης, ἔτους 1770), διαφέρει ἐκείνης τοῦ Παλαιομύλου: Ὁ ἅγιος Σώζων ἐδῶ φέρει στὸ δεξί του χέρι ὠκυπόδιον.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Ὡς βάση γιὰ τὴ σύνταξη τοῦ ἐφεξῆς βίου τοῦ ἁγίου εἴχαμε τὸ ἀρχαιότερο (προμεταφραστικό) του Μαρτύριο BHG 1643. Βιβλιογραφία: Χρ. Χατζηχριστοδούλου, «”Ορκίζω υμάς κάκιστα θηρία”. Φορητές εικόνες του αγίου Τρύφωνος επί αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού (1810-1821), στό: Ἱερὰ Βασιλικὴ καὶ Σταυροπηγιακὴ Μονὴ Μαχαιρᾶ, Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός. Ὁ μάρτυρας τῆς πίστεως καὶ τῆς Πατρίδας. Ἐπιστημονικὸς τόμος (Ἀνάτυπον), Λευκωσία 2012, σσ. 373-408, ἰδίως 381-383, 401-403, 408· Λ. Μιχαηλίδου, Χρ. Χατζηχριστοδούλου (ἐπιμ.), Η Κυρά της Λευκωσίας. Η Φανερωμένη και τα κειμήλιά της, Λευκωσία 2012, 232-233 (Χρ. Χατζηχριστοδούλου), 234-235 (Οὐρ. Περδίκη). Νέα πλήρης ᾀσματικὴ Ἀκολουθία τοῦ ἁγίου τούτου νέου μάρτυρος Σώζοντος τοῦ ἐν Κύπρου μὲ ἀναφορὰ στὴ βιβλιογραφία βλ. στό: Κύπρια Μηναῖα, τόμ. ΙΑ´ (Ἐπίμετρον), (ἐκδ.) Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Κύπρου, Λευκωσία 2010, σσ. 11-20 (Ἀκολουθία) καὶ 21-24. Πηγή: https://immorfou.org.cy/
Άγιος ένδοξος Μάρτυς Σώζων
Σήμερα η εκκλησία μας εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του αγίου μάρτυρα Σώζοντος. Ο άγιος Σώζων είναι από το μέγα πλήθος των άσημων εκείνων ανθρώπων, που έγιναν γνωστοί και το όνομά τους έμεινε στην εκκλησία, για την τιμή που αξιώθηκαν να μαρτυρήσουν και να δώσουν το αίμα τους για τον Ιησού Χριστό. Ούτε σοφός ήταν ούτε πλούσιος ούτε ιερέας της εκκλησίας ούτε επίσκοπος. Ήταν ένας βοσκός, που έβοσκε στο βουνό τα πρόβατά του και με πολύ κόπο έβγαζε το ψωμί του για να ζήσει. Τί καλύτερο τάχα για έναν τίμιο άνθρωπο; Όλα τα άλλα, που επιθυμούν και με κάθε τρόπο προσπαθούν να αποκτήσουν οι πολλοί των ανθρώπων, δεν έχουν τόση αξία, όση το να τρώγει κανείς το ψωμί του με τον κόπο του.
Ο άγιος Σώζων ήταν από τα μέρη της Λυκαονίας, δηλαδή από την Καππαδοκία, γιατί η Λυκαονία είναι επαρχία της Καππαδοκίας. Έβοσκε τα πρόβατά του στο βουνό, μα δεν φρόντιζε μόνο για το κοπάδι του, αλλά και για το ποίμνιο του Χριστού. Ήξερε με απλό τρόπο να κηρύττει το Ευαγγέλιο και να φέρνει ανθρώπους στην εκκλησία. Γιατί η εκκλησία δεν έχει μόνο σοφούς διδασκάλους και θεολόγους, αλλά και απλούς ανθρώπους, όπως οι πρώτοι απόστολοι, που με θείο φωτισμό γίνονται κήρυκες του Ευαγγελίου. Και ένας απλός βοσκός έχει θέση κοντά στους θεολόγους, όταν φλέγεται από την πίστη και την αγάπη να μεταδώσει την αλήθεια της σωτηρίας στους ανθρώπους, που συναντά στο δρόμο της ζωής του. Το βουνό και η ερημιά φέρνουν πάντα τον άνθρωπο κοντύτερα στο Θεό.
Έτσι ο Μωυσής, βόσκοντας τα πρόβατα στο όρος Χωρήβ, είδε τη βάτο να φλέγεται και ήκουσε τη φωνή του Θεού. Το ίδιο κι ο βοσκός Σώζων˙ είδε όραμα, που του έλεγε να φανερωθεί πως ήταν χριστιανός. Κατέβηκε λοιπόν σε μια πόλη και μπήκε σ’ έναν ναό ειδωλολατρικό. Εκεί, χωρίς να τον δουν, έκοψε το χρυσό χέρι από ένα άγαλμα, το πούλησε και έδωκε τα χρήματα στους φτωχούς. Πίστευε πως αυτό που έκαμε ήταν σωστό. Μα όταν ύστερα είδε πως οι ειδωλολάτρες έπιαναν και βασάνιζαν αθώους και ανεύθυνους ανθρώπους, παρουσιάσθηκε κι ομολόγησε την πράξη του, αλλά και την πίστη του ότι ήταν χριστιανός. Εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε τη συνέχεια.
Στην ανάκρισή του μπροστά στον ηγεμόνα, ο Σώζων στάθηκε θαρραλέος. Καθώς ήταν άπλαστος άνθρωπος, με τον τρόπο που απαντούσε, με μια απόλυτη ευθύτητα και ειλικρίνεια, έφερε σε πολύ δύσκολη θέση τον ηγεμόνα. Ο Ιησούς Χριστός έλεγε ακριβώς στους μαθητές του και αποστόλους˙ «Μη προμελετάν απολογηθήναι. Εγώ γαρ δώσω υμίν στόμα και σοφίαν, ή ου δυνήσονται αντειπείν ουδέ αντιστήναι πάντες οι αντικείμενοι υμίν». Βέβαια η νίκη των μαρτύρων δεν είναι να σώσουν τη ζωή τους, αλλά να μην αρνηθούν την πίστη τους και χάσουν την ψυχή τους.
Οι άγιοι φοβούνται όχι εκείνους που μπορούνε να τους πάρουν το σώμα, αλλά εκείνους που μπορεί «και ψυχήν και σώμα απολέσαι». Και στον άγιο Σώζοντα εφαρμόσθηκε η γνωστή μέθοδος των βασανιστηρίων, από τα ελαφρότερα στα βαρύτερα, για να μην πεθάνει γρήγορα ο κατάδικος, αλλά να βασανίζεται περισσότερο. Η σκληρότητα των βασανιστηρίων ήταν κάθε φορά ανάλογη με την απανθρωπία και την ψυχική πώρωση των βασανιστών. Έτσι και τον άγιο Σώζοντα, πρώτα του φόρεσαν υποδήματα γεμάτα μέσα αιχμηρά καρφιά και τον έβαλαν να τρέχει˙ τα καρφιά έμπαιναν στα πόδια του και τον τρυπούσαν ως το κόκκαλο. Ύστερα τον έδειραν ανελέητα, ώστε να διαλυθεί το σώμα του και να φανούν τα μέσα του. Το αίμα έτρεχε βρύση και κοκκίνιζε το χώμα και πότιζε το δένδρο της πίστης. Αντί με νερό, με αίμα ποτίζεται το δένδρο της πίστεως.
Έτσι ανεπαίσχυντα, χωρίς δηλαδή να ντροπιαστεί, ο γενναίος μάρτυρας Σώζων παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Θεού. Για να μην πάρουν οι χριστιανοί το κομματιασμένο σώμα και το θάψουν, οι βασανιστές θελήσανε να το κάψουν, αλλά τότε έγινε κάτι, που ήλθε σαν απάντηση του Θεού.
Μια φοβερή βροντή από τον ουρανό και μια δυνατή βροχή κατατρόμαξε τους κακούργους, που σκορπίστηκαν, χωρίς να επιτύχουν το σκοπό τους. Οι χριστιανοί πήραν ύστερα κι έθαψαν το άγιο λείψανο και η εκκλησία κράτησε ζωντανή την ιερή μνήμη του αγίου Μάρτυρα. Σώζων το όνομά του και σώζει με το παράδειγμα και με τις πρεσβείες του προς το Σωτήρα Χριστό τους πιστούς που τιμούν και εορτάζουν σήμερα την ιερή μνήμη του. Αμήν.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης. Δι’ ὄμφης οὐρανίου πιστωθεῖς πρὸς τὰ κρείττονα, τοὺς τῆς εὐσέβειας ἀγῶνας, ἄπτοητως διέδραμες, καὶ ὤφθης τοῦ Σωτῆρος κοινωνός, ἀθλήσας Μάρτυς Σῴζων ἄνδρικως, διὰ τοῦτο διασῴζεις ἐκ πειρασμῶν, τοὺς πίστει προσιόντας σοί. Δόξα τῷ παρασχόντι σοὶ ἴσχυν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἔνεργουντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.