Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, γιορτάζουν τα ονόματα: Ρεγίνα, Ρεγγίνα, Ρήγας, Ταράσιος, Ταρασία
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Κυριακή 25 Φεβρουαρίου, είναι του Τελώνου και Φαρισαίου, η Αρχή Τριωδίου, του Αγίου Ρηγίνου Ιερομάρτυρος, του Αγίου Ταρασίου.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Ρηγίνη, Ρηγίνα, Ρεγίνα, Ρεγγίνα, Ρήγισσα, Ρηγούλα, Ρηγίλη, Ρήγω, Ρηγοπούλα, Ρήγας, Ρηγίνος, Ρήγος, Ταράσιος, Ταράσης, Ταρσή, Ταρσώ, Ταρασία, Ταρσίτσα.
Οι Άγιοι:
Τελώνου και Φαρισαίου (Αρχή Τριωδίου)
Φαρισαΐζων, Ἱεροῦ μακρὰν γίνου, Χριστὸς γὰρ ἔνδον, ᾧ ταπεινὸς δεκτέον.
Ὁ δημιουργὸς τῶν ἄνω καὶ τῶν κάτω, Τρισάγιον μὲν ὕμνον ἐκ τῶν Ἀγγέλων, Τριῴδιον δὲ καὶ παρ’ ἀνθρώπων δέχου.
Τριώδιο Τριώδιο ονομάζεται το Λειτουργικό Βιβλίο της Εκκλησίας μας το οποίο περιλαμβάνει τους Ύμνους των Κυριακών, απο την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Τελετή της Αναστάσεως. Ονομάζεται έτσι διότι οι περισσότεροι Κανόνες του Όρθρου (πρωινή Ακολουθία) περιέχουν τρείς Ωδές ενώ συνήθως περιέχουν εννέα Ωδές – την 8η και την 9η πάντοτε, ύστερα δε διαδοχικά μία από τις πέντε πρώτες. Το Τριώδιο τοποθετείται στα Αναλόγια των Ναών μας στον Εσπερινό του Σαββάτου της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου αφού πρώτα ο Πρωτοψάλτης το παραλάβει απο την Εικόνα του Χριστού και το ασπασθεί. Έτσι ανοίγει το Τριώδιο, περίοδος η οποία διαιρείται σε τρείς μικρότερες, δηλ. Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Κυριακή της Τυροφάγου, Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Σάββατο Του Λαζάρου και Κυριακή των Βαίων το βράδυ μέχρι το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Ανάσταση. Παλαιότερα στην περίοδο του τριωδίου συμπεριλαμβάνονταν και η περίοδος από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή των αγίων πάντων. Αργότερα όμως οι ιερές ακολουθίες της περιόδου αυτής περιελήφθησαν σε ιδιαίτερο λειτουργικό βιβλίο το «Πεντηκοστάριο». Για την διαμόρφωση του Τριωδίου, όπως το έχει στη χρήση της σήμερα η εκκλησία μας, έπαιξαν ρόλο όλες οι χριστιανικές γενεές από τον 5ο μέχρι τον 15ο αιώνα μ.Χ. (Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη το 1522 μ.Χ. στην Βενετία). Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τις ασματικές ακολουθίες των εορτών του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Β’ Κυριακή των Νηστειών), του Οσίου Ιωάννου της Κλίμακος (Δ’ Κυριακή των Νηστειών), κ.α. Αποδεικνύεται επίσης από την εισαγωγή του επιτάφιου θρήνου, εγκωμίων, δηλαδή που ψάλλονται στον Επιτάφιο, και από την εισαγωγή των συναξαρίων του Νικηφόρου Καλλίστου του Ξανθόπουλου. Στην διαμόρφωση των ασματικού κύκλου του τριωδίου συνέβαλαν επίσης και διάσημοι υμνογράφοι και μελωδοί της εκκλησίας μας, όπως ο Ρωμανός ο Μελωδός, (βλέπε 1 Οκτωβρίου) και ο Ιωάννης Δαμασκηνός (βλέπε 4 Δεκεμβρίου). Το τριώδιο περισσότερο από όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία που περιέχουν ιερές ακολουθίες οδηγεί τις ψυχές των πιστών τέκνων της ορθοδόξου εκκλησίας στην περισυλλογή και στην κατάνυξη. Για τον λόγο αυτό ονομάζεται και κατανυκτικό τριώδιο. Με τον
κύκλο των εορτών του τριωδίου ανανεώνονται τα βιώματα της νηστείας, της εγκράτειας, της μετάνοιας, και της χαρμολύπης.
Οι Κυριακές του Τριωδίου είναι οι εξής:
1. Τελώνου και Φαρισαίου, 2. Ασώτου, 3. Απόκρεω, 4. Τυροφάγου.
Η πρώτη εβδομάδα, που τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι αποκριές. Η εβδομάδα αυτή λέγεται και αμόλυτη ή απόλυτη, επειδή τότε οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν στον Πάνω Κόσμο. Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα της κρεοφαγίας (από + κρέας) όλης της περιόδου του Τριωδίου. Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα. Από τη Δευτέρα, μια εβδομάδα πριν την Καθαρή Δευτέρα, άρχιζε η αποχή από το κρέας και επιβαλλόταν η χρήση τυριού και γαλακτερών σαν ενδιάμεση άσκηση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας.
Τελώνη και του Φαρισαίου
Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση. Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». (Λουκ.18,10-14). Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας . Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι’ αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι’ αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη. Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.
Άγιος Ρηγίνος ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Σκοπέλου
Ἄσειτος εἶ Ῥηγῖνε τὴν προθυμίαν, Κἂν δεινὸν ἐνσείσωσι πυκνὰ σοι ξίφη.
Ο Άγιος Ρηγίνος γεννήθηκε στην Λεβαδιά της Βοιωτίας στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, οι οποίοι τον βοήθησαν να λάβει την θύραθεν παιδεία αλλά και την ορθόδοξη αγωγή. Η αγάπη του για τον Κύριο και η πνευματική του πρόοδος τον μεταμόρφωσαν σε σκεύος εκλογής και σε ναό της Αγίας Τριάδας. Ο Άγιος έζησε την εποχή που βασίλευσαν οι δύο υιοί του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο μεν Κωνστάντιος στην Κωνσταντινούπολη (Ανατολή), ο δε Κώνστας στη Ρώμη (Δύση). Και οι δύο διάδοχοι του Μεγάλου Κωνσταντίνου είχαν ανατραφεί με τις αρχές της χριστιανικής πίστεως, αλλά ο μεν Κωνστάντιος συνειδητά είχε αποδεχθεί τις αρχές του Αρειανισμού, ο δε Κώνστας παρέμεινε πιστός στις δογματικές αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Και οι δύο είχαν ως κοινά χαρακτηριστικά της θρησκευτικής τους πολιτικής, αφ’ ενός με την καταπολέμηση της εθνικής θρησκείας, αφ’ ετέρου δε την υπεράσπιση της ενότητας της Εκκλησίας. Η εκκλησιαστική τους πολιτική είχε ως συνέπεια όχι μόνο την συντήρηση, αλλά και την διεύρυνση της εκκλησιαστικής διασπάσεως μεταξύ των οπαδών και των αντιπάλων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Οι συνεχείς παρεμβάσεις, αυθαίρετες ή μη, στα εκκλησιαστικά πράγματα υπήρξαν πηγή εντάσεως στις αρειανικές έριδες του 4ου αιώνος μ.Χ. Έτσι ο Άγιος απεστάλη στη νήσο Σκόπελο από τον θείο του Αχίλλειο (15 Μαΐου, πολιούχο της πόλεως της Λαρίσης), για να ενισχύσει τους εξορίστους που βρίσκονταν εκεί και να τους στερεώσει στην ορθόδοξη πίστη. Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες του Συναξαριστή του Αγίου Αχιλλείου, ο Άγιος Ρηγίνος παρακολούθησε τις εργασίες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου το 325 μ.Χ. μαζί με τον Αγιο Αχίλλειο. Όμως, μολονότι καταδικάστηκε ομόφωνα από τους Αγίους Πατέρες η αίρεση του Αρειανισμού, οι οπαδοί του Αρείου δεν εξέλιπαν και συνέχιζαν να διαδίδουν τις αιρετικές κακοδοξίες τους. Επικράτησε εκ νέου μεγάλη αναταραχή στους κόλπους της Εκκλησίας, κρίση και κατά συνέπεια χωρισμός σε δύο παρατάξεις, κάτι που ανησύχησε ιδιαίτερα τους δύο αυτοκράτορες Κωνστάντιο και Κώνστα. Τελικά οι δύο αυτοκράτορες συμφώνησαν να συγκληθεί μια νέα Σύνοδος στη Σαρδική (Σόφια). Πράγματι η Σύνοδος συγκλήθηκε το 343 μ.Χ. Έλαβε μέρος και ο Άγιος Ρηγίνος, ο οποίος ανασκεύασε όλες τις αιρέσεις με τον λόγο και την τόλμη της γνώμης του. Μετά την λήξη της Συνόδου ο Άγιος Ρηγίνος επέστρεψε στη Σκόπελο. Αλλά και πάλι η Εκκλησία του Χριστού εκλυδωνίσθηκε και ταράχθηκε από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως Ιουλιανό τον Παραβάτη (361 – 363 μ.Χ.), ο οποίος θέλησε να επαναφέρει την θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων. Στη διάρκεια των διωγμών που διέταξε ο βασιλέας, έφθασε στην Σκόπελο ο Έπαρχος της Ελλάδος και των Σποράδων. Αμέσως κάλεσε τον ποιμενάρχη της Σκοπέλου και του υπέδειξε να αλλάξει πίστη και να ασπασθεί την ειδωλολατρία. Όμως ο Αγιος περιφρόνησε την υπόδειξή του και ενέμεινε με πνευματική ανδρεία και σταθερότητα στην πατρώα ευσέβεια. Στις 25 Φεβρουαρίου του 362 μ.Χ. οδηγήθηκε για τελευταία φορά ενώπιον του Επάρχου. Στις προτροπές του να αρνηθεί τον Χριστό, ο Άγιος δεν έδωσε καμία απάντηση. Έτσι οδηγήθηκε στο στάδιο της νήσου, όπου υπέστη και άλλα φρικτά βασανιστήρια, και ακολούθως στη θέση «Παλαιό γεφύρι», όπου αποκόπηκε από τον δήμιο η τίμια κεφαλή του. Τη νύχτα οι Χριστιανοί παρέλαβαν το τίμιο σκήνωμα του Αγίου και το ενταφίασαν μέσα στο δάσος του υπερκείμενου λόφου, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα ο τάφος του.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. Δ’.
Δεῦτε, πάντες, Ρηγῖνον άνευφημήσωμεν ἱερομάρτυρα θεῖον, τῆς Λεβαδείας βλαστόν καί Σκοπέλου ἐνθεώτατον ἐπίσκοπον, ὅτι ὀρθῶν προασπισθείς τῶν δογμάτων καί ὁδόν ἀνύσας τοῦ μαρτυρίου ἡμῶν θερμότατος πρέσβυς πρός τόν Θεόν τῶν πάντων γέγονε.
Άγιος Ταράσιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης
Ἄκλειστος ὅρμος Ταράσιον λαμβάνει, Κόσμου ταραχῆς, καὶ ζάλης σεσωσμένον. Εἰκάδι ἐκ ταράχοιο Ταράσιος ἔπτατο πέμπτῃ.
Ο Άγιος Ταράσιος γεννήθηκε, ανατράφηκε και εκπαιδεύθηκε στην Κωνσταντινούπολη από γονείς ευσεβείς και ευγενείς, τον Γεώργιο, κριτή και πατρίκιο και την Ευκρατία και ήταν θείος του Αγίου Φωτίου (βλέπε 6 Φεβρουαρίου). Λόγω της μεγάλης του μορφώσεως ανυψώθηκε στο αξίωμα του πρωτασηκρίτου. Οι εκκλησιαστικές περιστάσεις την εποχή εκείνη ήταν αρκετά σοβαρές. Υπήρχε ακόμα ο πόλεμος των εικονομάχων, η δε θέση των Ορθοδόξων έγινε ακόμη πιο δύσκολη διά του θανάτου του Πατριάρχου Παύλου Δ’ του Κυπρίου (30 Αυγούστου). H βασίλισσα Ειρήνη η Αθηναία, η οποία επιτρόπευε τον ανήλικο υιό της Κωνσταντίνο ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.), κατανόησε, ότι χρειαζόταν εκκλησιαστικός ηγέτης με ευσέβεια, θεολογική κατάρτιση και διοικητική ικανότητα, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις περιστάσεις και τα προβλήματα. Έτσι εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από τους λαϊκούς ο Άγιος Ταράσιος παρά τις επίμονες αρνήσεις του, αφού έλαβε υπόσχεση από τους βασιλείς, ότι θα συγκληθεί Οικουμενική Σύνοδος που θα αντιμετωπίσει τα διάφορα θεολογικά ζητήματα και τα εκκλησιαστικά θέματα. Η χειροτονία του νέου Πατριάρχου έγινε στις 25 Δεκεμβρίου 784 μ.Χ. Κατά την διάρκεια της πατριαρχίας του ο Άγιος μερίμνησε για την αποκατάσταση των σχέσεων με την Δυτική Εκκλησία επί Πάπα Αδριανού Α’ (771 – 795 μ.Χ.) και την σύγκλιση της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, το έτος 787 μ.Χ., στη Νίκαια, η οποία καταδίκασε τους εικονομάχους και ακύρωσε την εικονομαχική Σύνοδο του έτους 754 μ.Χ. θέτοντας ως βάση του δογματικού καθορισμού τα σχετικά συγγράμματα του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού (τιμάται 4 Δεκεμβρίου). Η όγδοη συνεδρία της Συνόδου έγινε στην Κωνσταντινούπολη, στα ανάκτορα, όποι οι βασιλείς Ειρήνη και Κωνσταντίνος υπέγραψαν τους Όρους της Συνόδου. Στην ευσέβεια και το εκκλησιαστικό ήθος του Αγίου οφείλεται και η μέριμνα που έλαβε η Εκκλησία κατά της σιμωνίας, του χρηματισμού δηλαδή για την απόκτηση εκκλησιαστικών αξιωμάτων και ιδιαίτερα των επισκοπικών θέσεων. Παράλληλα ο Άγιος ανέπτυξε πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση και διακρίθηκε για την ελεημοσύνη του προς τους πτωχούς. Η αγάπη του προς τον μοναχισμό εκφράστηκε και με την ίδρυση Μονής στο στενό του Βοσπόρου, στην οποία και ενταφιάσθηκε μετά την οσιακή κοίμησή του την Τετάρτη της Α’ εβδομάδας των Νηστειών, το έτος 806 μ.Χ. Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Α’ ο Ραγκαβές (811 – 813 μ.Χ.) τον Μάρτιο του έτους 813 μ.Χ. ενέδυσε τον τάφο του Αγίου με άργυρο, επιδεικνύοντας έτσι και αυτός και η βασίλισσα Προκοπία τον σεβασμό τους προς την μνήμη του Αγίου. Η Σύναξη του Αγίου Ταρασίου ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.