Οι νέες συντάξεις "απειλούν" τις εκκρεμείς αιτήσεις
Aπό 1/1/2022 «κλειδώνουν» τα όρια ηλικίας
«Σάρκα και οστά» φαίνεται να παίρνει το χειρότερο σενάριο για το υπουργείο Εργασίας: Οι νέες αιτήσεις συνταξιοδότησης αυξάνονται κατακόρυφα, προσεγγίζοντας τις 220.000 σε ετήσια βάση. Αυτό σημαίνει αύξηση κατά 35% ή κατά 60.000 σε σχέση με πέρσι!
Οι πληροφορίες που συλλέγουν οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας, είναι ότι τα εργατολογικά γραφεία, δέχονται «κατά συρροή» πολίτες, οι οποίοι βρίσκονται κοντά στη σύνταξη και θέλουν «εδώ και τώρα» να συνταξιοδοτηθούν. Αιτία γι’ αυτό το «τσουνάμι», είναι οι προγραμματισμένες αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα. Είναι γνωστό ότι από την 1.1.2022 και μετά «κλειδώνουν» τα όρια ηλικίας. Αυτό σημαίνει ότι για συνταξιοδότηση, θα πρέπει ο εργαζόμενος ή να έχει συμπληρώσει 40 χρόνια προϋπηρεσίας (12.000 ένσημα), για να αποχωρήσει από την εργασία του στα 62 έτη, ή να έχει συμπληρώσει 15αετία (4.500 ένσημα) και να βγει στη σύνταξη 67 ετών. Υπάρχει και το ενδεχόμενο των 15 ετών προϋπηρεσίας στα 62 έτη, για μειωμένη όμως σύνταξη.
Σε κάθε περίπτωση, τα ευνοϊκά όρια ηλικίας και η μειωμένη προϋπηρεσία, που ίσχυαν ανά περίπτωση, σύμφωνα με την παρέμβαση που έγινε το 2015, καταλήγουν στις 31.12.2021. Αυτό σημαίνει, ότι υπάρχει μια μεγάλη μερίδα πολιτών, που βλέποντας αυτές τις αλλαγές να έρχονται, σπεύδει να συνταξιοδοτηθεί εντός του τρέχοντος έτους.
Ποιοι σπεύδουν να βγουν στη σύνταξη
Στην πρώτη γραμμή, σύμφωνα με τα ραντεβού που γίνονται στα δικηγορικά γραφεία, βρίσκονται οι εκπαιδευτικοί, αλλά και γενικότερα ο δημόσιος και ο ευρύτερος δημόσιος τομέας (δήμοι, περιφέρειες, ασφαλιστικά ταμεία). Υπενθυμίζεται ότι, όσοι δεν καλύψουν τα απαιτούμενα «μεταβατικά» όρια, ανά περίπτωση, για να συνταξιοδοτηθούν φέτος, κινδυνεύουν με επιβάρυνση, που κυμαίνεται από 5-9 έτη, για να καταφέρουν να βγουν στη σύνταξη. Στο Δημόσιο τομέα, το δικαίωμα συνταξιοδότησης θεμελιώνεται με 25αετία, αν αυτό το όριο έχει επιτευχθεί την τριετία 2010 – 2012. Για τους μισθωτούς του πρώην ΙΚΑ στον ιδιωτικό τομέα, κάτι αντίστοιχο ισχύει εάν ο ενδιαφερόμενος είχε 35 έτη ως το 2012 και ειδικά οι μητέρες με ανήλικο θα έπρεπε να έχουν 5.500 ένσημα έως το ίδιο έτος.
Η μαζική έξοδος προς τη σύνταξη, επιχειρείται κυρίως από μητέρες – εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα με ανήλικο τέκνο, από γονείς που εργάζονται και οι δύο στο Δημόσιο, αλλά και από εργαζόμενους στο Δημόσιο, σε ΔΕΚΟ και σε τράπεζες, που έχουν συμπληρώσει ή βρίσκονται πολύ κοντά στην 35αετία.
ΑΤΛΑΣ
Τα επίσημα στοιχεία πάντως του συστήματος ΑΤΛΑΣ, συνιστούν ακόμα ψυχραιμία, στους ιθύνοντες. Μόνο που πρόκειται για στοιχεία Ιουνίου, δηλαδή δεν έχουν ενσωματώσει την μεγάλη αύξηση που έρχεται από τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο και έως το τέλος του έτους. Όπως φαίνεται, με συμπληρωμένο το α’ εξάμηνο του έτους είχαν υποβληθεί 83.905 αιτήσεις συνταξιοδότησης. Ο αριθμός αυτός είναι ήδη αυξημένος κατά 10.856 αιτήσεις (+12,93%) σε σχέση με τις 73.049 αιτήσεις που είχαν υποβληθεί το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2020. Πέρσι, υποβλήθηκαν συνολικά 161.719 νέες αιτήσεις, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι, εάν συνεχιστεί αυτός ο ρυθμός αύξησης τότε οι αιτήσεις θα προσεγγίσουν τις 180.000 φέτος. Αν υποχωρήσει ο ρυθμός απονομής αιτήσεων, που είναι και το ευχάριστο σενάριο, τότε αναμένονται 160.000 αιτήσεις, δηλαδή στα περσινά επίπεδα. Αν όμως, επαληθευτεί το δυσοίωνο σενάριο που προβλέπει η αύξηση να κινείται πάνω από το 30% και κοντά στο 35%, τότε θα μιλάμε πλέον για 220.000 νέες αιτήσεις…
Πρέπει να επισημανθεί ότι, μετά από επίπονες προσπάθειες του υπουργείου Εργασίας, του ΕΦΚΑ και των εργαζομένων του, που έχουν στελεχώσει τα τμήματα απονομών συντάξεων, έχουν υποχωρήσει στις 130.510 οι αιτήσεις για κύρια σύνταξη που βρίσκονται σε αναμονή. Αν σε αυτό το νούμερο προστεθούν οι αντίστοιχες αιτήσεις για επικουρική σύνταξη, αλλά και εκείνες που αφορούν το εφάπαξ, τότε προσεγγίζουν τις 300.000 οι εκκρεμότητες.
Πρόκειται για τον 9ο συνεχόμενο μήνα, όπου οι αιτήσεις για κύρια σύνταξη καταγράφουν μείωση. Μπορεί να είναι αργός ο ρυθμός υποχώρησης, όμως έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχει μια συνέχεια στη διαδικασία. Αυτό σημαίνει ότι το αντίστοιχο διάστημα, παρά τις πολλές αιτήσεις που υποβάλλονται, εκείνες που απονέμονται, είναι περισσότερες. Ακριβέστερα, τα στοιχεία δείχνουν ότι στο α’ εξάμηνο απονεμήθηκαν 106.831 αιτήσεις, δηλαδή περισσότερες κατά 22.926, συγκριτικά με τις 83.905, που υποβλήθηκαν ως καινούργιες.
Μάλιστα, το σύστημα έφτασε στο σημείο να «παράγει» περίπου 18.000 αιτήσεις ανά μήνα, όταν πριν από ένα έτος, μόλις και μετά βίας ανέρχονταν στις 12.000 οι αιτήσεις που μπορούσαν να απονεμηθούν σε μηνιαία βάση. Ο στόχος του υπουργείου Εργασίας, έχει τεθεί από την αρχή του έτους και δεν είναι άλλος από τις 30.000 αιτήσεις, να απονέμονται κάθε μήνα.