Το μέλλον είναι εδώ: Πλοία που… πετάνε έφτιαξαν οι Σουηδοί (vid)
Αναπτύσσουν διπλάσια ταχύτητα από τα συμβατικά


Στη Στοκχόλμη, πολλοί επιβάτες επιλέγουν πλέον ένα ηλεκτρικό φέρυ που όχι μόνο περιορίζει δραστικά τις εκπομπές ρύπων, αλλά μειώνει και σημαντικά τον χρόνο μετακίνησης.
Το φέρυ αυτό μοιάζει να «αιωρείται» πάνω από το νερό, χάρη σε υποθαλάσσιες πτέρυγες – τα λεγόμενα υδροπτέρυγα.
Με ελάχιστη αντίσταση από το νερό, το ηλεκτρικό σκάφος κινείται ταχύτερα από τα παραδοσιακά πετρελαιοκίνητα φέρυ, καταναλώνοντας λιγότερη ενέργεια και μειώνοντας τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 98%, σύμφωνα με ανάλυση του Βασιλικού Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Σουηδίας.
Η εταιρεία Candela, που κατασκευάζει το φέρυ P-12, έχει ήδη συνάψει συμφωνίες για λειτουργία του σε λίμνη Tahoe στις ΗΠΑ, στο Βερολίνο και στο μελλοντικό αστικό συγκρότημα Neom στη Σαουδική Αραβία.
Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Γκούσταβ Χάσελσκογκ, εκτιμά ότι μεγάλες παράκτιες πόλεις, όπως η Νέα Υόρκη, το Σαν Φρανσίσκο και η Μουμπάι, είναι πιθανοί επόμενοι προορισμοί.
Το P-12 αποτελεί μέρος μιας παγκόσμιας τάσης ηλεκτροκίνησης πλοίων μικρών αποστάσεων, με στόχο την εξοικονόμηση καυσίμου και τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Ήδη δεκάδες ηλεκτρικά φέρυ λειτουργούν σε περιοχές της Ευρώπης, της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Αυστραλίας, αλλά και κοντά σε τουριστικά σημεία των ΗΠΑ όπως οι καταρράκτες του Νιαγάρα και το νησί Alcatraz.
Στο εγγύς μέλλον, το μεγαλύτερο ηλεκτρικό φέρυ παγκοσμίως θα μεταφέρει έως και 2.100 επιβάτες και 225 οχήματα μεταξύ Αργεντινής και Ουρουγουάης.
Όπως επισημαίνει ο αναλυτής της ευρωπαϊκής οργάνωσης Transport & Environment, Βαλεντίν Σάιμον, τα ηλεκτρικά πλοία δεν αποτελούν πανάκεια, αλλά είναι ιδανικά για μικρές αποστάσεις, καθώς μειώνουν αισθητά τους ρύπους και συμβάλλουν σε καθαρότερο αέρα.
Πλοία που πετάνε: Η τεχνολογία πίσω από το «ιπτάμενο» φέρυ
Η ιδέα των υδροπτέρυγων, που σηκώνουν το σκάφος πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, χρονολογείται πάνω από έναν αιώνα, με τον Ιταλό εφευρέτη Ενρίκο Φορλανίνι να πραγματοποιεί δοκιμές ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα.
Αν και ευρέως διαδεδομένα σε αγωνιστικά σκάφη και γιοτ, μόλις πρόσφατα τα υδροπτέρυγα άρχισαν να χρησιμοποιούνται σε εμπορικά πλοία.
Λειτουργούν παρόμοια με τα φτερά αεροπλάνων: δημιουργούν πίεση στο νερό, η οποία ωθεί το σκάφος προς τα πάνω, σηκώνοντας το κύτος του πάνω από τα κύματα.
Στην περίπτωση του P-12, το σκάφος στηρίζεται σε πέντε λεπτές δοκούς που συνδέονται με υδροπτέρυγα και προπέλες.
Το γεγονός ότι υπάρχει ελάχιστη τριβή επιτρέπει την εγκατάσταση μικρότερης μπαταρίας, εξοικονομώντας χώρο και κόστος.
Το φέρυ αναπτύσσει ταχύτητα περίπου 48 χλμ./ώρα – διπλάσια από τον μέσο όρο ενός αμερικανικού φέρυ – και η μπαταρία του έχει παρόμοια ισχύ με εκείνη τριών Tesla Cybertruck.
Με αυτονομία δύο ωρών, το P-12 χρειάζεται μόλις μία ώρα φόρτισης. Η φόρτιση γίνεται με δύο ταχυφορτιστές ηλεκτρικών οχημάτων στο λιμάνι, μεταξύ των ωρών αιχμής.
Σύμφωνα με τον Χάσελσκογκ, το σύστημα είναι σχεδιασμένο ώστε να φορτίζει κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού διαλείμματος.
Ωστόσο, αναγνωρίζει ότι σε κάποιες γραμμές οι χρόνοι φόρτισης ίσως αποτελέσουν πρόκληση.
Ο αναλυτής Σάιμον παρομοιάζει την απόφαση μετάβασης σε ηλεκτρικά πλοία με την αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων: το αρχικό κόστος είναι υψηλότερο, αλλά η εξοικονόμηση σε βάθος χρόνου είναι σημαντική. Όπως και με τα ηλεκτρικά οχήματα, η εύρεση σταθμών φόρτισης μπορεί να είναι ένα ακόμη ζήτημα.