Το «πάγωμα» στις τριετίες τρώει την αύξηση του κατώτατου
Προκαλούνται εργαζόμενοι δύο ταχυτήτων
Οι τριετίες και το «θολό τοπίο» που επικρατεί ως προς την καταβολή τους, προκαλούν εργαζόμενους «δύο ταχυτήτων».
Υπάρχουν εκείνοι που είχαν καρπωθεί την προϋπηρεσία πριν από τον Φεβρουάριο του 2012 και τώρα θα ενσωματώσουν κανονικά στις τριετίες που τους αναλογούν και την αύξηση του κατώτατου μισθού, που ανακοίνωσε επίσημα χθες ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Υπάρχουν όμως και δεκάδες χιλιάδες άλλοι, που εντάχθηκαν στην αγορά εργασίας μετά την ανωτέρω ημερομηνία, ή δεν είχαν προλάβει να συμπληρώσουν όλες τις τριετίες μέχρι τότε.
Όλοι αυτοί, βιώνουν εδώ και μία δεκαετία «πάγωμα» των όποιων μισθολογικών αυξήσεων, σε ό,τι αφορά τις τριετίες τους. Άρα και στην τελευταία αύξηση, που θα εφαρμοστεί από την 1η Μαΐου, θα επαναληφθεί το ίδιο.
Οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες για αύξηση των κατώτατων αποδοχών στα 713 ευρώ, προκάλεσαν άμεσες αντιδράσεις.
Η πλέον χαρακτηριστική, προήλθε από την ΓΣΕΕ και τον Γιάννη Παναγόπουλο. Αναφορικά με την αύξηση κατά 7,5% ή 50 ευρώ το μήνα μικτά, ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας σχολίασε με νόημα ότι είναι «πολύ λίγα, πολύ αργά».
Προανήγγειλε δε νέες κινητοποιήσεις, αρχής γενομένης από τις εκδηλώσεις για την Πρωτομαγιά.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Γιώργος Καρανίκας, που έκανε λόγο για «άμεση και σημαντική επιβάρυνση στο μισθολογικό κόστος των εμπορικών επιχειρήσεων», προσθέτοντας όμως ότι «το ελληνικό εμπόριο είναι έτοιμο για ακόμη μία φορά να στηρίξει το ύψος της αύξησης του κατώτατου μισθού που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από την 1η Μαΐου».
Ο κ. Καρανίκας ζήτησε ταυτόχρονα από την Κυβέρνηση να λάβει αποφάσεις για ακόμα μεγαλύτερη μείωση του μη μισθολογικού κόστους με στόχο τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, καθώς και την μείωση του κόστους λειτουργίας των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων.
«Η ΕΣΕΕ, που υπεύθυνα και έγκαιρα τάχθηκε υπέρ μιας λελογισμένης ενίσχυσης των κατώτατων αποδοχών, υπενθυμίζει πως χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που υποχρεούνται στο εξής να τις καταβάλουν αισθητά αυξημένες – μαζί με τις αναλογικά υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές – είναι και αυτές ευάλωτες, με όρους οικονομικούς και κοινωνικούς».