Η 47χρονη κατέγραψε στο κινητό τη στιγμή του απαγχονισμού
«Αυτό που εξετάζει η αστυνομία είναι αν υπήρχε συμμέτοχος»
Προθεσμία για να απολογηθεί την Πέμπτη 19 Ιανουαρίου, στις 12 το μεσημέρι, πήρε η 47χρονη για τον θάνατο του 50χρονου ασφαλιστή στο διαμέρισμά του στο Μοσχάτο το βράδυ της 16ης Ιανουαρίου.
Η δικηγόρος της 47χρονης, κ. Κατερίνα Τσιώνα, μιλώντας στην ΕΡΤ και στις «Συνδέσεις» είπε ότι «βρισκόμαστε σε μια τραγική ιστορία και από τις πρωτοφανείς και για τα ποινικά χρονικά. Γιατί όντως εδώ δεν μιλάμε για μία δολοφονία, μιλάμε για μία αυτοκτονία. Η εντολέας μου από την πρώτη στιγμή περιέγραψε ό, τι συνέβη, έχει επιβεβαιωθεί πλήρως και από τα ευρήματα. Προσπάθησε να αποτρέψει το τέλος και να αποτρέψει και τον θάνατο τον οποίο είχε προαποφασίσει ο θανών».
Η δικηγόρος της 47χρονης ανέφερε ακόμα ότι υπάρχουν βίντεο τα οποία είναι μέσα από το διαμέρισμα τα οποία περιλαμβάνονται στη δικογραφία, κι έχουν τραβηχτεί από το κινητό της κατηγορούμενης.
«Αυτά τα βίντεο βοηθούν την κατηγορούμενη. Υπάρχει ιατροδικαστική έκθεση η οποία επιβεβαιώνει τον απαγχονισμό και το τι συνέβη μέσα στο διαμέρισμα όμως αυτή τη στιγμή το γνωρίζει μόνο η κατηγορούμενη. Ευτυχώς έρχονται κάποια βίντεο τα οποία βοηθούν και επικυρώνουν τη θέση της ότι δεν είναι εκείνη υπεύθυνη για τον θάνατο του». Όσο για τα άλλα βίντεο η δικηγόρος της υποστήριξε ότι «Υπάρχει ένα βίντεο που τραβήχτηκε εκείνη τη στιγμή κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους για τα χρήματα και υπάρχει και ένα άλλο βίντεο που υπάρχει στο κινητό της από αυτό το δραματικό περιστατικό».
Η δικηγόρος της 47χρονης ανέφερε ακόμα ότι η γυναίκα είχε πάει μόνη στο διαμέρισμα και είχε μόνο τα κλειδιά της. «Ένας άνθρωπος ο οποίος θέλει να πάρει τα χρήματά του, δεν έχει κάποιον λόγο να σκοτώσει. Στην πραγματικότητα θέλει να πάρει τα χρήματα» τόνισε η κ. Τσιώνα.
«Ο 50χρονος είχε λάβει από εκείνη και από συγγενικά της πρόσωπα όλα αυτά τα χρόνια, περίπου 10, χρήματα για επενδυτικούς λόγους και θα τους τα απέδιδε. Το συνολικό ποσό είναι 200.000 ευρώ από εκείνη και συγγενικά της πρόσωπα. Και από τα παιδιά της είχε λάβει χρήματα και είναι πάρα πολύ εξαπατημένοι. Τα πρόσωπα τα οποία έχουν εξαπατηθεί έχει υποβάλει μήνυση. Έγιναν περιστατικά στην επιχείρηση του θανόντος, για αυτό ο θανών ήταν σε πάρα πολύ κακή ψυχολογική κατάσταση και αυτό προκύπτει από τα βίντεο».
Τέλος είπε ότι «Οι συνθήκες που έφτασε μέχρι τον απαγχονισμό είναι συγκεκριμένες, έχουν καταγραφεί και θα τα πει και ενώπιον του ανακριτή. Προσπαθεί να αποτρέψει να επέλθει το μοιραίο. Αυτό που δεν έχει φωτιστεί είναι ότι δεν είχε κανένα σκοπό να τον σκοτώσει. Εκείνη ήθελε να μάθει απλά πού είναι τα χρήματα, γιατί εκείνος της είπε ότι τα χρήματα υπάρχουν».
Για το θέμα μίλησε και ο κ. Γ. Καλλιακμάνης, πρόεδρος Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων ΝΑ Αττικής, λέγοντας ότι είναι κομβικό σημείο αν είχε προαποφασίσει το θύμα να αυτοκτονήσει και η φερόμενη ως δράστης του έδωσε συνδρομή ή του προκάλεσε την απόφαση, οπότε μιλάμε για συμμετοχή σε αυτοκτονία που είναι πλημμέλημα, τιμωρείται με φυλάκιση ή αν αυτή προκάλεσε το δυσάρεστο αυτό γεγονός με πρόθεση αν κλώτσησε το καρεκλάκι και από αυτό επήλθε ο θάνατος μέσω του βρόγχου που είχε φτιάξει το θύμα».
Και συνέχισε: «Αυτό που εξετάζει η αστυνομία είναι αν υπήρχε συμμέτοχος, που ότι φαίνεται δεν υπήρχε γιατί έχουν καταγραφεί σε κάμερες κάποιες κινήσεις που έκανε η φερόμενη ως δράστης. Προσπαθούσε να βρει το σπίτι του συγκεκριμένου θύματος. Οι φωνές που ακούστηκαν ήταν από έναν άντρα και μια γυναίκα από ό, τι λένε οι περίοικοι, οπότε φαίνεται δεν υπήρχε άλλο πρόσωπο εκεί, αλλά αυτό θα φανεί από τα αποδεικτικά μέσα, περιμένουμε DNA κι άλλα στοιχεία από τις κάμερες. Πάντως, από ό, τι είπε η φερόμενη ως δράστης ο 50χρονος είχε ο ίδιος τοποθετήσει τη ζώνη στο μονόζυγο και είπε στην κατηγορούμενη ότι εγώ θέλω να αυτοκτονήσω».
Η δικηγόρος κ. Εβίτα Βαρελά είπε ότι φως στην υπόθεση, όπως κάθε φορά, θα δείξει η ιατροδικαστική έκθεση που μπορεί να δείξει εάν τυχόν ο θάνατος έχει προηγηθεί από τη στιγμή του απαγχονισμού με αυτοσχέδιο βρόγχο. Αφετέρου η τοξικολογική εξέταση μπορεί να δείξει αν τυχόν έχει καμφθεί η αντίσταση του θύματος, αν τυχόν είχε γίνει χρήση κάποιων ναρκωτικών ουσιών. «Θεωρώ ότι επειδή θα διαλευκανθεί αν τυχόν χρωστούσε χρήματα και τι ποσά χρωστούσε, συνεπώς και σε μια υπερασπιστική γραμμή θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο δράστης οδηγήθηκε στην πράξη από την ανάρμοστη συμπεριφορά του παθόντος, είτε από οργή και θλίψη που ένιωσε επειδή είχε προηγηθεί κάποιο αδίκημα εις βάρος του. Σε κάθε περίπτωση όμως, η ανθρώπινη ζωή δεν μπορεί να προσμετράται και να τίθεται σε μια ζυγαριά, όπως είναι τα οικονομικά χρέη».