Κυριάκος Μητσοτάκης: Εμπαιγμός
«Πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι» λέει ο σοφός λαός. Η περίπτωση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η πλέον χαρακτηριστική.
«Πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι» λέει ο σοφός λαός. Η περίπτωση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η πλέον χαρακτηριστική.
Μετά την δολοφονία του 29χρονου οπαδού της ΑΕΚ ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε την ευκαιρία να πάρει μια σειρά από εμπροσθοβαρείς πρωτοβουλίες. Από τη σύγκληση mini υπουργικού συμβουλίου έως το ξήλωμα του αρμόδιου υπουργού, μια δήλωση στήριξης στην οικογένεια του άτυχου Μιχάλη μέχρι την υιοθέτηση καλών πρακτικών από χώρες που αντιμετώπισαν παρόμοια προβλήματα. Κυρίως να απολογηθεί -έστω δια της αγαπημένης μεθόδου των διαγγελμάτων- για το γεγονός ότι σε καιρό ειρήνης ένας στρατός ακροδεξιών χούλιγκανς διέσχισε τα μισά Βαλκάνια και σκότωσε έναν άνθρωπο, αφού πρώτα υπέβαλε τις -ενήμερες για την κάθοδο των βαρβάρων- αστυνομικές αρχές σε πλήρη εξευτελισμό.
Αντ’ αυτού επέλεξε τη γνωστή στον ίδιο οδό του ψέματος. Εξήγγειλε το κλείσιμο για όλες τις λέσχες οπαδών ανά την Ελλάδα καθώς κάθε ομάδα θα έχει πλέον, όπως ο νόμος ορίζει, έναν σύνδεσμο οπαδών με έδρα την ΠΑΕ. Πρόκειται για κανονικό εμπαιγμό, αφού εμφανίστηκε για μία ακόμα φορά ως… προφήτης, να εξαγγέλλει μέτρα τα οποία η κυβέρνησή του νομοθέτησε πριν από ενάμιση σχεδόν χρόνο
«Aναστολή λειτουργίας όλων των λεσχών φιλάθλων και των παραρτημάτων τους, από την έναρξη ισχύος του νόμου και ως τις 31 Ιουλίου 2022. Από αυτό το χρονικό σημείο και έπειτα, θα υπάρχουν πολύ αυστηρές προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας των λεσχών» ανέφερε ρητά, μεταξύ άλλων, ο νόμος 4908, που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη πίσω στον Μάρτιο του 2022, στον απόηχο της δολοφονίας του οπαδού του Άρη, Άλκη Καμπανού.
Ενάμιση χρόνο αργότερα, ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας στη δεύτερη κυβερνητική του θητεία, επιστρατεύει τα μέτρα που ο ίδιος ψήφισε αλλά ουδέποτε εφάρμοσε για να καλύψει μία ακόμα κυβερνητική του αποτυχία.
Χειρότερα: Παρουσία των 4 «μεγάλων» του ελληνικού ποδοσφαίρου, γνωστοποίησε ότι η είσοδος στις θύρες των οργανωμένων οπαδών μεταπίπτει από τις υπηρεσίες ασφάλειας των ομάδων στην αρμοδιότητα της ελληνικής αστυνομίας, η οποία και θα έχει την ευθύνη και θα μπορεί να πραγματοποιεί, όποτε η ίδια το κρίνει σκόπιμο, ελέγχους στα γήπεδα. Με λίγα λόγια η απάντηση του ελληνικού κράτους στην ανικανότητα των ομάδων να ελέγξουν τους οπαδούς τους είναι… η σπατάλη κρατικών πόρων. Το τέλειο παράλογο ήταν η αυστηρή προειδοποίηση του ίδιου του Μητσοτάκη ότι οι ιδιοκτήτες των ΠΑΕ οφείλουν και οι ίδιοι να προστατέψουν πρώτα και κύρια… τις επενδύσεις τους.
Η σοβαρότατη έτσι υπόθεση Κατσούρη δεν ξεφεύγει από τα συνήθη νεομητσοτακικά στάνταρ και το μοτίβο της ηγετικής «δράσης». Το ζήτημα του νεοναζισμού εκπίπτει σε οπαδική βία ανεγκέφαλων κι όλοι ευθύνονται εκτός του πρωθυπουργού. Στη τελευταία πράξη του χιλιοπαιγμένου πια θεατρικού ο ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου «βγαίνει μπροστά» και προοικονομεί δράσεις κενού περιεχομένου σε έναν αέναο κύκλο επικοινωνιολογίας. Πρόκειται για μια μέθοδο βασισμένη στον εμπαιγμό των πολιτών και την αντιμετώπισή τους ως υπηκόους. Μένει να δούμε πόσο θα κρατήσει το έργο.
Διαβάστε επίσης: