Έτσι ήταν ο Ιησούς Χριστός - Πραγματική φωτογραφία
Με τη βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης λύνεται το μυστήριο της Ιεράς Σινδόνης
Η ακριβής εμφάνιση του Ιησού παραμένει ένα θέμα συζήτησης και εικασίας, καθώς δεν υπάρχουν σύγχρονες απεικονίσεις του που να μας δίνουν μια ξεκάθαρη εικόνα για το πώς ακριβώς έμοιαζε. Τα Ευαγγέλια δεν περιγράφουν την εμφάνισή Του και δεν διασώζεται κανένα πορτρέτο από την εποχή του.
Ωστόσο, οι σύγχρονες αναπαραστάσεις της εμφάνισης του Ιησού βασίζονται σε ανθρωπολογικές μελέτες των πληθυσμών της Μέσης Ανατολής την εποχή εκείνη. Με βάση αυτές τις μελέτες, ο Ιησούς πιθανότατα είχε σκούρα επιδερμίδα, μαύρα ή σκούρα καστανά μαλλιά και καστανά μάτια, χαρακτηριστικά τυπικά των ανθρώπων της περιοχής. Το ύψος του υπολογίζεται ότι θα ήταν περίπου 1,60-1,70 μέτρα, που ήταν το μέσο ύψος για τους άνδρες της εποχής του.
Ιερή Σινδόνη
Η “Ιερή Σινδόνη” ή “Σινδόνη του Τορίνο” είναι ένα χριστιανικό κειμήλιο που πιστεύεται ότι είναι το ταφικό σάβανο του Ιησού Χριστού. Πρόκειται για ένα μεγάλο λινό ύφασμα με διαστάσεις περίπου 4,4 x 1,1 μέτρα, το οποίο φέρει την εικόνα ενός άνδρα που φαίνεται να έχει υποστεί βασανιστήρια, συμπεριλαμβανομένων των πληγών που ταιριάζουν με αυτές που υπέστη ο Ιησούς κατά τη Σταύρωση.
Η εικόνα στο σάβανο είναι αχνή και φαίνεται να έχει αποτυπωθεί με τρόπο που δεν έχει εξηγηθεί πλήρως από την επιστήμη. Πλέον η Τεχνητή Νοημοσύνη καλείται να λύσει τον γρίφο:
- Ποιος ήταν ο Ιησούς Χριστός;
Η Daily Express χρησιμοποίησε το Midjourney για να επινοήσει μια προσομοίωση του ποιος πιστεύουν πολλοί ότι είναι ο άνθρωπος πίσω από το σάβανο.
Τα στιγμιότυπα που δημιουργούνται φαίνεται να απεικονίζουν τον Ιησού με παραδοσιακά μακριά μαλλιά και γένια, με πληγές που υποδηλώνουν ότι μόλις είχε υποστεί τη θανατηφόρα δοκιμασία Toυ.
Ο Δρ. Liberato de Caro χρησιμοποίησε τη νέα τεχνολογία γνωστή ως Wide-Angle Raray Scattering για να ισχυριστεί ότι το αρχαίο παλιό ύφασμα ταιριάζει πολύ με ένα δείγμα από τη διάσημη πολιορκία της Masada το 55-74 μ.Χ.
Ο εμπειρογνώμονας αμφισβήτησε την προηγούμενη χρονολόγηση με άνθρακα, γράφοντας: «Μούχλα και βακτήρια, υφαντικές ίνες που αποικίζουν, και βρωμιά ή ορυκτά που περιέχουν άνθρακα, όπως ο ασβεστόλιθος, που προσκολλώνται σε αυτά στα κενά διαστήματα μεταξύ των ινών που σε μικροσκοπικό επίπεδο αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% του όγκου, μπορεί να είναι τόσο δύσκολο να εξαλειφθεί εντελώς στη φάση καθαρισμού του δείγματος, γεγονός που μπορεί να παραμορφώσει τη χρονολόγηση».
Ενώ οι ακλόνητες αποδείξεις για την ύπαρξη της Σινδόνης πριν από τα μέσα του 1300 είναι σπάνιες, υπάρχουν γραπτά ότι ένα πολύ παρόμοιο λείψανο που είχε κλαπεί από μια εκκλησία της Κωνσταντινούπολης έναν ολόκληρο αιώνα νωρίτερα.
Η ιστορία της Σινδόνης
Πριν το Μεσαίωνα η ιστορία της Σινδόνης του Τορίνο είναι σκοτεινή και καλύπτεται από μυστήριο. Πιθανολογείται ότι μετά τη Σταύρωση και την Ανάσταση του Χριστού (ή όταν η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ.) μεταφέρθηκε στην Έδεσσα της Μικράς Ασίας (σημερινή Ούρφα της Τουρκίας).
Είχε γίνει γνωστό ως Άγιο Μανδύλιο ή Εικόνα της Έδεσσας, γιατί ήταν διπλωμένο έτσι ώστε να φαίνεται, μόνο το πρόσωπο μέσα σε ανοιχτή θήκη. Οι Βυζαντινοί εισέβαλαν στην Έδεσσα το 944 μ.Χ. με σκοπό να αποκτήσουν το ύφασμα και να το πάρουν μαζί τους στην Κωνσταντινούπολη.[9] Η Δ’ Σταυροφορία το 1204 λεηλάτησε την Βασιλεύουσα, και μέχρι τον 14ο αιώνα η Σινδόνη εξαφανίστηκε.
Ιστορικές αναφορές στη Σινδόνη του Τορίνο χρονολογούνται από το 1354.
Νωρίτερα, υπάρχουν υπόνοιες πως ανήκε στο Τάγμα των Ναϊτών Ιπποτών, για τους οποίους υποστηρίζεται πως την είχαν στην κατοχή τους για 200 χρόνια περίπου. Οι τελευταίοι Ναϊτες που εικάζεται ότι κατείχαν τη σινδόνη ήταν ο Ζακ ντε Μολέ και ο Ζοφρέ Ντε Σαρνέ, οι οποίοι κάηκαν στην πυρά το 1314, μετά την διάλυση του Τάγματος. Ως πρώτος κάτοχός της αναγνωρίζεται με ασφάλεια ο Γάλλος ιππότης Ζοφρέ Ντε Σαρνέ,[1] ο οποίος δίσταζε να δημοσιοποιήσει το γεγονός της ύπαρξής της, πιθανώς λόγω των μυστηριωδών συνθηκών με τις οποίες είχε έρθει στα χέρια του, μάλλον λόγω συγγένειας με τον Ναϊτη Ντε Σαρνέ.
Ο ίδιος είχε χτίσει μία φτωχική εκκλησία στο Λιρέ της Γαλλίας, και ενώ η οικογένειά του ήταν σε οικονομικό αδιέξοδο, αποφάσισε να εκθέσει εκεί τη Σινδόνη.
Ο επίσκοπος της περιοχής Ερρίκος του Πουατιέ, αντέδρασε για την αυθεντικότητα της και υπέβαλλε μνημόνιο, το οποίο ανέφερε πως μετά από εξετάσεις που έκανε στη Σινδόνη, την βρήκε πλαστή, αναφέροντας επίσης πως είχε ανακαλύψει και τον καλλιτέχνη που τη φιλοτέχνησε.
Η Σινδόνη αμέσως αποσύρθηκε, για να εκτεθεί εκ νέου το 1389.[1] Ο γιος του Ντε Σαρνέ, αγνοώντας τον τοπικό επίσκοπο, πήρε άδεια από τον Πάπα, παραδεχόμενος εξ αρχής πως δεν ήταν γνήσια, αλλά αντίγραφο. Ο επίσκοπος της περιοχής Πιέρ Ντ΄Αρσί, σε μνημόνιο προς τον Πάπα Κλήμεντα Ζ'[13], χαρακτήριζε τη Σινδόνη ως απάτη, αναφερόμενος στις προγενέστερες έρευνες του Ερρίκου του Πουατιέ.
Το 1452, το ύφασμα πωλήθηκε στο Λουδοβίκο δούκα της Σαβοΐας, ο οποίος ανέγειρε ειδικό παρεκκλήσι και τοποθέτησε τη Σινδόνη στο Σαμπερύ της Γαλλίας το 1464. Το 1532, προκλήθηκε πυρκαγιά στο παρεκκλήσι, που προκάλεσε φθορές στη Σινδόνη, με αποτέλεσμα η οικογένεια της Σαβοΐας να τη μεταφέρει στο Τορίνο της Ιταλίας, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Η μοναδική φορά που μεταφέρθηκε από το Τορίνο ήταν τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν τοποθετήθηκε στο μοναστήρι του Μοντεβεγκίνε, στο Αβελίνο της νότιας Ιταλίας, για να παραμείνει αργότερα οριστικά στο Τορίνο.
Η Σινδόνη φέρει την εικόνα ενός γενειοφόρου άνδρα, εμπρός και πίσω, ηλικίας περίπου 33 ετών, με ύψος περίπου 1,80 μ. και βάρος 77 κιλά. Σε όλο το μήκος του υφάσματος υπάρχουν κηλίδες αίματος που αποδίδονται σε θάνατο από σταύρωση. Είναι εμφανείς τρύπες από καψίματα και μερικές σταγόνες νερού από την πυρκαγιά του 1532.
Ο άνθρωπος της Σινδόνης φέρει στους καρπούς των χεριών και στα πόδια σημάδια από αίμα που σημαίνει ότι σταυρώθηκε και επίσης στην πλάτη σημάδια από μαστίγωση. Στο πρόσωπο, υπάρχουν διογκώσεις που είναι αιματώματα, τα οποία είναι ιδιαίτερα ορατά στο δεξί μάγουλο. Σε όλο το σώμα υπάρχουν σημάδια από μώλωπες και πληγές. Στο μέτωπο, στον αυχένα και στα μαλλιά που είναι μακριά, υπάρχει αίμα, ενώ πληγές καλύπτουν την περιφέρεια του κεφαλιού, που μάλλον έχουν προκληθεί από στεφάνι φτιαγμένο από μυτερά αγκάθια.
Στο στήθος και στην πλάτη φαίνονται γδαρσίματα, που πιθανώς έγιναν από μαστίγιο, όργανο βασανισμού των ρωμαϊκών χρόνων. Στη δεξιά ωμοπλάτη, υπάρχουν τετραγωνικές εκχυμώσεις που αποδίδονται σε βαρύ αντικείμενο, που μπορεί να ήταν ο οριζόντιος δοκός του σταυρού που ο καταδικασμένος κουβαλούσε μέχρι τον τόπο της εκτέλεσης. Στη δεξιά θωρακική περιοχή βρέθηκαν σημάδια αίματος, που έχουν τα χαρακτηριστικά εκείνα πτωτικού αίματος.
Διαβάστε επίσης: