Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2023
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο γιορτάζουν τα ονόματα: Μερόπη, Μυρόπη, Σολομών, Πορφύριος, Πορφυρία.
Δείτε ποιοι γιορτάζουν σήμερα, Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2023.
Σύμφωνα με το Εορτολόγιο, Σάββατο 2 Δεκεμβρίου, είναι της Μάρτυρος Μερόπης εν Χίω, του Αγίου Σολομώντος αρχιεπισκόπου Εφέσου, και του Οσίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη.
Γιορτάζουν τα ονόματα: Μερόπη, Μυρόπη, Σολομών, Σολομώντας, Σόλων, Σόλωνας, Σολομωντία, Πορφύριος, Πορφυρός, Πορφύρης, Πορφυρή, Πορφυρία, Πορφύρα, Πορφυρώ, Πορφυρούλα.
Οι Άγιοι:
Αγία Μυρώπη
Ὄντως μύρον πέφηνε Χριστῷ Μυρόπη, Σῶμα προσδοῦσα διὰ τοῦτον βασάνοις.
Η Αγία Μυρώπη (ή Μερόπη) ήταν από τις πιο γενναίες γυναίκες, που μαρτύρησαν στα πρώτα χρόνια της χριστιανικής Εκκλησίας. Έζησε στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και γεννήθηκε στην πόλη Έφεσο. Έχασε νωρίς τον πατέρα της και ανατράφηκε στην πίστη του Χριστού από τη μητέρα της, που καταγόταν από τη Χίο (λέγεται μάλιστα ότι στην Έφεσο, η Αγία πήγαινε καθημερινά στον τάφο της Αγίας Ερμιόνης (βλέπε 4 Σεπτεμβρίου), θυγατέρας του αποστόλου Φιλίππου και έπαιρνε το αναβλύζον απ’ αυτόν μύρο και τον έδινε με αφθονία στους πιστούς, γι’ αυτό και ονομάστηκε Μυρώπη). Όταν ο Δέκιος εξαπέλυσε άγριο διωγμό κατά των χριστιανών, η Μυρόπη με τη μητέρα της άφησε την Έφεσο και πήγαν στη Χίο, όπου ευεργετούσαν απόρους ασθενείς.
Αλλά ο διωγμός εξαπλώθηκε και στην ειρηνική Χίο και μεταξύ των θυμάτων ήταν και ο Άγιος Ισίδωρος (βλέπε 14 Μαΐου). Ο ειδωλολάτρης άρχοντας Νουμέριος, διέταξε να μείνει άταφο το σεπτό λείψανο του μάρτυρα. Αλλά η Μυρώπη, αφού διέφυγε της προσοχής του φύλακα, μαζί με τις υπηρέτριές της, πήρε το λείψανο και το έθαψε με μεγάλη ευλάβεια. Τότε ο Νουμέριος διέταξε να τιμωρηθεί αυστηρά ο φρουρός. Η είδηση συντάραξε την φιλοδίκαια και ειλικρινή κόρη. Γι’ αυτό και παρουσιάστηκε χωρίς δισταγμό και είπε όλη την αλήθεια στον άρχοντα. Ο Νουμέριος, χωρίς να συγκινηθεί από την ευψυχία της Μυρώπης, γεμάτος θυμό και εκδίκηση, διέταξε να τιμωρηθεί η Μυρώπη μέχρι θανάτου.
Τότε οι στρατιώτες την ξάπλωσαν στη γη και την έδειραν σκληρά με χοντρά ραβδιά. Η ανδρεία της Μυρώπης υπέμεινε τις θανατηφόρες πληγές, χωρίς κραυγή και λιποψυχία. Εύψυχη με τη θεία χάρη, έμεινε ακλόνητη στην πίστη. Και παρέδωσε μετά από λίγο το πνεύμα της στη φυλακή, ανεβαίνοντας στα αθάνατα σκηνώματα των δικαίων.
Ἀπολυτίκιον Ήχος α` Καλλιμάρτυς Μυρόπη, και Χριστού Νύμφη άφθορε, νυν Αυτώ παρεστώσα ως ωραία και πάγκαλος, ως λίθους φαιδρούς και διαυγείς, τα στίγματα φέρουσα σαρκός, και αιμάτων την πορφύραν ως βασιλίς περικειμένη ένδοξε, δυσώπει αυτόν υπέρ ημών, των εκ πόθου ευφημούντων σου, ύμνοις επινικίοις και ωδαίς την θείαν άθλησιν.
Άγιος Σολομών Αρχιεπίσκοπος Εφέσου
Θνήσκει Σολομών, ουχ’ ο του Δαβίδ γόνος, Αλλ’ ο Σολομών αρχιποιμήν ποιμένων. Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου (βλεπε και 1 Δεκεμβρίου).
Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης ο διορατικός και θαυματουργός
Ο όσιος Γέρων Πορφύριος, κατά κόσμον Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης, γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 μ.Χ., στην Εύβοια, στο χωριό Άγιος Ιωάννης της επαρχίας Καρυστίας. Οι γονείς του, Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης και Ελένη, το γένος Αντωνίου Λάμπρου, ήταν ευσεβείς και φιλόθεοι άνθρωποι.
Ο πατέρας του, μάλιστα, ήταν ψάλτης στο χωριό και είχε γνωρίσει προσωπικά τον Άγιο Νεκτάριο.
Η οικογένειά του ήταν πολυμελής και οι γονείς, φτωχοί γεωργοί, δυσκολεύονταν να τη συντηρήσουν. Γι’ αυτό ο πατέρας υποχρεώθηκε να φύγει στην Αμερική, όπου δούλεψε στην κατασκευή της διώρυγας του Παναμά. Ο μικρός Ευάγγελος ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας. Φύλαγε πρόβατα στο βουνό και είχε παρακολουθήσει μόνο την πρώτη τάξη του δημοτικού, όταν αναγκάστηκε και αυτός λόγω της μεγάλης φτώχειας να πάει στη Χαλκίδα για να δουλέψει. Ήταν μόλις επτά χρονών. Εργάστηκε δύο τρία χρόνια σ ἕνα κατάστημα. Μετά πήγε στον Πειραιά, όπου δούλεψε δύο χρόνια στο παντοπωλείο ενός συγγενούς. Στα δώδεκά του χρόνια έφυγε κρυφά για το Άγιον Όρος, με τον πόθο να μιμηθεί τον Άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη, τον οποίο είχε ιδιαίτερα αγαπήσει, όταν παλαιότερα είχε διαβάσει το βίο του.
Η χάρις του Θεού τον οδήγησε στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου Καυσοκαλυβίων και στην υποταγή δύο Γερόντων, του Παντελεήμονος, ο οποίος ήταν και πνευματικός, και του Ιωαννικίου, αδελφών κατά σάρκα. Αφοσιώθηκε στους δύο Γέροντες, που κατά κοινή ομολογία ήταν ιδιαίτερα αυστηροί, με μεγάλη αγάπη και με πνεύμα απόλυτης υπακοής. Έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και πήρε το όνομα Νικήτας. Μετά από δύο χρόνια έγινε μεγαλόσχημος. Λίγο αργότερα ο Θεός του δώρισε το διορατικό χάρισμα. Στα δεκαεννέα του χρόνια ο Γέροντας αρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά το Άγιον Όρος. Επέστρεψε τότε στην Εύβοια, όπου εγκαταβίωσε στη Μονή του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών. Ένα χρόνο αργότερα, το έτος 1926 μ.Χ., σε ηλικία είκοσι ετών, χειροτονήθηκε ιερέας στον Άγιο Χαράλαμπο Κύμης από τον Πορφύριο Γ’ , Αρχιεπίσκοπο Σινά, ο οποίος του έδωσε το όνομα Πορφύριος. Στα είκοσι δύο του έγινε πνευματικός-εξομολόγος και λίγο αργότερα αρχιμανδρίτης. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως εφημέριος στους Τσακαίους, χωριό της Εύβοιας. Στην Εύβοια, στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους, έζησε δώδεκα χρόνια, διακονώντας τους ανθρώπους ως πνευματικός και εξολόγος, και τρία χρόνια στην Άνω Βάθεια, στην εγκαταλελειμμένη Μονή του Αγίου Νικολάου. Το 1940 μ.Χ., παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γέροντας Πορφύριος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ανέλαβε καθήκοντα εφημερίου και πνευματικού στην Πολυκλινική Αθηνών. Όπως ο ίδιος έλεγε, έζησε εκεί τριάντα τρία χρόνια σαν μία μέρα, ασκώντας ακαταπόνητα το πνευματικό έργο και ανακουφίζοντας τον πόνο και την ασθένεια των ανθρώπων. Από το 1955 μ.Χ. είχε εγκατασταθεί στα Καλλίσια, όπου είχε μισθώσει από την Ιερά Μονή Πεντέλης το εκεί ευρισκόμενο μονύδριο του Αγίου Νικολάου με την αγροτική περιοχή που το περιέβαλλε, την οποία καλλιεργούσε με μεγάλη επιμέλεια. Εδώ, παράλληλα εξασκούσε το πλούσιο πνευματικό του έργο. Το καλοκαίρι του 1979 μ.Χ., εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι με το όνειρο να χτίσει μοναστήρι. Εκεί ζούσε στην αρχή σε ένα τροχόσπιτο κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες και μετά σε ένα απέριττο κελλάκι από τσιμεντόλιθους, όπου και υπέμενε αγόγγυστα τις πολλές δοκιμασίες της υγείας του. Το 1984 μ.Χ. μεταφέρθηκε σε κτίσμα του υπό ανέγερση μοναστηριού, για την ολοκλήρωση του οποίου ο Γέροντας, παρόλο που ήταν πολύ άρρωστος και τυφλός, εργαζόταν ακατάπαυστα και ακαταπόνητα. Με τη θεμελίωση του Καθολικού της Μονής Μεταμορφώσεως, στις 26 Φεβρουαρίου 1990 μ.Χ., αξιώθηκε να δει το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα.
Τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του άρχισε να προετοιμάζεται για την κοίμησή του. Επιθυμούσε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος, στα αγαπημένα του Καυσοκαλύβια, όπου μυστικά και αθόρυβα, όπως έζησε, θα έδιδε την ψυχή του στο Νυμφίο της. Πολλές φορές τον άκουσαν να λέει: «Επιδιώκω και τώρα που εγήρασα να πάω και να πεθάνω εκεί πάνω». Πράγματι, τον Ιούνιο του 1991 μ.Χ., προαισθανόμενος το τέλος του, και μη θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, αναχώρησε για το καλύβι του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί μοναχός πριν από περίπου 70 χρόνια και στις 4:31΄ το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1991 μ.Χ. παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο, που τόσο αγάπησε στη ζωή του. Τα τελευταία λόγια που ακούστηκαν από το στόμα του ήταν από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου, αυτά που τόσο αγαπούσε και πολύ συχνά επαναλάμβανε: «ἵνα ὦσιν ἓν». Στην αγιοκατάταξη του Γέροντος Πορφυρίου προχώρησε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά την συνεδρίαση της 27ης Νοεμβρίου 2013 μ.Χ., υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α´ Ἰχνηλάτης τῶν πάλαι πατέρων γέγονας, Ἁγιωνύμου τοῦ Ὄρους ἀσκήσας Σκήτῃ σεπτῇ, Τριάδος τῆς Ζωαρχικῆς, τῶν Καυσοκαλυβίων, ἄβυσσος θείων δωρεῶν, λυτήρ δεινῶν ἀσθενειῶν, ἐδείχθης ὦ θεοφόρε. Πορφύριε οἰκουμένης, πάσης, ποιμήν ἡμῶν καί στήριγμα.